Καθολική Ἐπιστολή Ἰωάννου Α'

Κεφάλαιον Α' (1)

1 Ὃ ἦν ἀπ' ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς·
2 -καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν·-
3 ὃ ἑωράκαμεν καὶ ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καὶ ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ' ὑμῶν· καὶ ἡ κοινωνία δὲ ἡ ἡμετέρα μετὰ τοῦ πατρὸς καὶ μετὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
4 Καὶ ταῦτα γράφομεν ὑμῖν, ἵνα ἡ χαρὰ ἡμῶν ᾖ πεπληρωμένη.
5 Καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία ἣν ἀκηκόαμεν ἀπ' αὐτοῦ καὶ ἀναγγέλομεν ὑμῖν, ὅτι ὁ Θεὸς φῶς ἐστι καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἐστὶν οὐδεμία.
6 Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι κοινωνίαν ἔχομεν μετ' αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ σκότει περιπατῶμεν, ψευδόμεθα καὶ οὐ ποιοῦμεν τὴν ἀλήθειαν·
7 ἐὰν δὲ ἐν τῷ φωτὶ περιπατῶμεν, ὡς αὐτός ἐστιν ἐν τῷ φωτί, κοινωνίαν ἔχομεν μετ' ἀλλήλων, καὶ τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας.
8 Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν καὶ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἐστὶν ἐν ἡμῖν.
9 Ἐὰν ὁμολογῶμεν τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, πιστός ἐστι καὶ δίκαιος, ἵνα ἀφῇ ἡμῖν τὰς ἁμαρτίας καὶ καθαρίσῃ ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀδικίας.
10 Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι οὐχ ἡμαρτήκαμεν, ψεύστην ποιοῦμεν αὐτόν, καὶ ὁ λόγος αὐτοῦ οὐκ ἐστὶν ἐν ἡμῖν.
1 Διὰ τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ὑπῆρχε προαιωνίως, πρὸ πάσης πνευματικῆς καὶ ὑλικῆς δημιουργίας, τὸν ὁποῖον ἠκούσαμεν μὲ τὰ αὐτιά μας καὶ τὸν εἴδαμεν καλὰ μὲ τὰ ἴδια μας τὰ μάτια, καὶ εἴδαμε καὶ ξαναείδαμε πολλὲς φορές, καὶ αἱ χεῖρες μας ἐψηλάφησαν, διὰ τὸν ἐνυπόστατον Λόγον, ὁ ὁποῖος ἔχει προαιωνίως τὴν ζωὴν καὶ μεταδίδει ζωήν.
2 -Καὶ αὐτὴ ἡ ἐνυπόστατος ζωὴ ἔλαβε τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ ἐφανερώθη μεταξύ μας καὶ τὴν ἔχομεν ἴδει μὲ τὰ μάτια μας καὶ δίδομεν ἐπίσημον μαρτυρίαν καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν τὴν αἰωνίαν ζωήν, ποὺ ὑπῆρχε πάντοτε πλησίον τοῦ Πατρὸς καὶ ἐφανερώθη εἰς ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους καὶ πολλοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.
3 Αὐτόν, λοιπόν, ποὺ ἔχομεν ἴδει καὶ ἀκούσει, καὶ εἴμεθα κατὰ πάντα ἀξιόπιστοι μάρτυρες, κηρύττομεν εἰς σᾶς, διὰ νὰ ἔχετε μέσῳ τοῦ Χριστοῦ μαζί μας στενὸν σύνδεσμον καὶ ἐνεργὸν συμμετοχήν. Αὐτὴ δὲ ἡ συμμετοχὴ καὶ ὁ σύνδεσμος μαζί μας εἶναι συμμετοχή, ἐπικοινωνία καὶ σύνδεσμος μὲ τὸν Θεὸν Πατέρα καὶ μὲ τὸν Υἱὸν αὐτοῦ, τὸν Ἰησοῦν Χριστόν.
4 Καὶ αὐτὰ σᾶς τὰ γράφομεν διὰ νὰ εἶναι πλήρης καὶ τελεία ἡ χαρά μας, ποὺ πηγάζει ἀπὸ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν στενὴν ἐπικοινωνίαν μὲ τὸν Θεόν, καὶ μεταξύ μας.
5 Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ὑπόσχεσις, τὴν ὁποίαν ἔχομεν ἀκούσει ἀπὸ αὐτὸν τὸν Υἱὸν καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι φῶς, τὸ ἀπόλυτον φῶς τῆς ἀπείρου ἁγιότητος καὶ πάσης τελειότητος καὶ δὲν ὑπάρχει εἰς αὐτὸν σκότος οὔτε ἴχνος σκότους, οὐδεμία, οὔτε ἡ παραμικροτέρα, κηλὶς ἀτελείας.
6 Ἐάν, λοιπόν, εἴπωμεν ὅτι ἔχομεν στενὸν σύνδεσμον καὶ ἐπικοινωνίαν μὲ αὐτόν, ἀλλὰ ζῶμεν μέσα εἰς τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀγνοίας καὶ ἔχομεν συμπεριφορὰν ἁμαρτωλήν, τότε ψευδόμεθα καὶ οὔτε ἔχομεν ὡς φρόνημά μας τὴν ἀλήθειαν οὔτε καὶ τὴν τηροῦμεν.
7 Ἐὰν ὅμως ζῶμεν καὶ συμπεριφερώμεθα σύμφωνα μὲ τὸ φῶς τῆς θείας ἀληθείας, ὅπως ζῇ καὶ ὑπάρχει πάντοτε μέσα εἰς τὸ ἀπόλυτον ἠθικὸν φῶς αὐτὸς οὗτος ὁ Θεός, τότε ἔχομεν στενὴν σχέσιν καὶ κοινωνίαν μεταξύ μας καὶ τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ του, ποὺ ἐχύθη κατὰ τὴν σταυρικὴν θυσίαν, μᾶς καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτίαν.
8 Ἐὰν εἴπωμεν, ὅτι δὲν ἔχομεν ἁμαρτίαν, ἐξαπατῶμεν τοὺς ἑαυτούς μας καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπάρχει μέσα μας.
9 Ἐὰν ὅμως, μὲ αὐτογνωσίαν καὶ συναίσθησιν τῆς ἐνοχῆς μας, ὁμολογοῦμεν τὰς ἁμαρτίας μας, εἶναι ἀξιόπιστος ὁ Θεός, διὰ τὴν τήρησιν τῆς ὑποσχέσεώς του περὶ τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, εἶναι δὲ καὶ δίκαιος, ὥστε βάσει τῆς θυσίας τοῦ Υἱοῦ του, νὰ συγχωρήσῃ τὰς ἁμαρτίας μας καὶ νὰ μᾶς καθαρίσῃ ἀπὸ κάθε ἀδικίαν.
10 Ἐὰν εἴπωμεν, ὅτι δὲν ἔχομεν ἁμαρτήσει, εἶναι ὡς ἐὰν νὰ διαψεύδωμεν τὸν Θεόν (ὁ ὁποῖος βεβαιώνει εἰς τὴν Ἁγία Γραφὴν ὅτι: Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἐστὶ ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἐστὶν ἕως ἐνός). Καὶ ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει ὁ λόγος καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπάρχει ἐντὸς ἡμῶν.
1 Ἐκεῖνο ποὺ ὑπῆρχεν, ὅταν ἤρχισεν ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου, τὸ ὁποῖον ἡμεῖς οἰ Ἀπόστολοι μὲ τὰ αὐτιά μας ἠκούσαμεν, τὸ ὁποῖον μὲ τὰ μάτια μας ἔχομεν ἴδει, τὸ ὁποῖον εἴδαμεν καλὰ καὶ αἱ χεῖρες μας ἐψηλάφησαν, θέλω δηλαδὴ νὰ εἴπω περὶ τοῦ ἐνυποστάτου Λόγου, ὁ ὁποῖος ἔχει μέσα του ζωὴν καὶ τὴν μεταδίδει καὶ εἰς τοὺς ἄλλους.
2 (Καὶ ἡ ἐνυπόστατος ζωὴ ἐνηνθρώπησε καὶ ἐφανερώθη μὲ σάρκα ὡς ἄνθρωπος καὶ ἔχομεν ἴδει μὲ τὰ μάτια μας τὴν ζωὴν αὐτὴν καὶ δίδομεν μαρτυρίαν δι’ αὐτὴν καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ποὺ ἀϊδίως ὑπῆρχε πλησίον τοῦ Πατρὸς καὶ ἦτο ἐνωμένη μὲ αὐτὸν καὶ ἐφανερώθη εἰς ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς πρώτους μαθητάς).
3 Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ ἔχομεν ἴδει καὶ ἀκούσει ὡς αὐτόπται καὶ αὐτήκοοι μάρτυρες, ἀναγγέλλομεν εἰς σᾶς, οἱ ὁποῖοι δὲν τὸ εἴδατε μὲ τὰ σωματικά σας μάτια καὶ δὲν τὸ ἠκούσατε μὲ τὰ σωματικά σας αὐτιά. Καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν τοῦτο διὰ νὰ ἔχετε συμμετοχὴν καὶ στενὸν σύνδεσμον μαζί μας. Ἐκεῖνος δέ, ποὺ ἔχει στενὴν σχέσιν καὶ συμμετοχὴν μαζί μας, ἔχει σχέσιν καὶ κοινωνίαν μὲ τὸν Πατέρα καὶ μὲ τὸν Υἱὸν τοῦ Ἰησοῦν Χριστόν.Ὁ στενὸς δηλαδὴ σύνδεσμος τῶν Χριστιανῶν δὲν δημιουργεῖ μόνον στενὴν σχέσιν μεταξύ των, ἀλλὰ καὶ στενὴν σχέσιν καὶ ἐπικοινωνίαν μὲ τὸν Θεὸν καὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν.
4 Καὶ σᾶς γράφομεν αὐτά, διὰ νὰ εἶναι τελεία ἡ χαρά μας, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν στενὸν σύνδεσμον καὶ τὴν ἐπικοινωνίαν μὲ τὸν Θεὸν καὶ μεταξύ μας.
5 Διὰ νὰ ὑπάρχῃ ὅμως καὶ νὰ διατηρῆται ἡ ἐπικοινωνία αὐτή, ποὺ τόσην χαρὰν μᾶς φέρει, δὲν πρέπει νὰ ξεχάνετε, ὅτι ἡ ὑπόσχεσις, τὴν ὁποίαν ἔχομεν ἀκούσει ἀπὸ αὐτὸν τὸν Υἱὸν καὶ ἀναγγέλλομεν εἰς σᾶς, εἶναι αὕτη· ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι φῶς, ποὺ ἀκτινοβολεῖ ἁγιότητα καὶ ἀλήθειαν καὶ δὲν ὑπάρχει μέσα του κανένα ἴχνος σκότους ἀγνοίας καὶ ἁμαρτίας.
6 Ἐὰν λοιπὸν εἴπωμεν, ὅτι ἔχομεν στενὴν σχέσιν καὶ κοινωνίαν μὲ τὸν Θεόν, καὶ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἡ ἐν γένει συμπεριφορά μας εἶναι σκοτεινὴ καὶ ἁμαρτωλή, ψευδόμεθα καὶ δὲν συμμορφωνόμεθα πρὸς τὴν ἀλήθειαν.
7 Ἐὰν ὅμως συμπεριφερώμεθα μὲ φωτεινὴν καὶ ἐνάρετον διαγωγήν, ὅπως ζῇ ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰς τὸ ἠθικὸν φῶς, ἔχομεν στενὴν σχέσιν καὶ κοινωνίαν μεταξύ μας, καὶ ἡ θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Υἱοῦ του μᾶς καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτίαν.
8 Ἔχομεν δὲ ἀπόλυτον ἀνάγκην τοῦ καθαρισμοῦ τούτου, διότι φέρομεν μέσα μας τὴν ἁμαρτίαν. Ἐὰν εἴπωμεν, ὅτι δὲν ἔχομεν ἁμαρτίαν, πλανῶμεν τοὺς ἑαυτούς μας καὶ ἡ ἀλήθεια δὲν ὑπάρχει μέσα μας.
9 Ἐὰν ὅμως ὁμολογῶμεν τὰς ἁμαρτίας μας μὲ συναίσθησιν τῆς ἐνοχῆς μας, εἶναι ἀξιόπιστος τηρητὴς τῶν ὑποσχέσεών του περὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας. Εἶναι δὲ καὶ δίκαιος καὶ ὡς ἐκ τούτου ὕστερα ἀπὸ τὴν θυσίαν τοῦ Χριστοῦ ὄχι μόνον ἡ ἀξιοπιστία του, ἀλλὰ καὶ ἡ δικαιοσύνη του ἀπαιτεῖ νὰ μᾶς συγχωρήσῃ τὰς ἁμαρτίας καὶ νὰ μᾶς καθαρίσῃ ἀπὸ κάθε ἀδικίαν.
10 Ἐὰν εἴπωμεν, ὅτι δὲν ἔχομεν διαπράξει καμμίαν ἁμαρτίαν, διαψεύδομεν καὶ παρουσιάζομεν ὡς ψεύστην τὸν Θεόν, ποὺ βεβαιώνει εἰς τὴν Γραφήν, ὅτι ὅλοι οἰ ἄνθρωποι εἶναι ἁμαρτωλοί. Καὶ ὁ λόγος του τότε δὲν ἐφώτισε τὰς καρδίας μας καὶ δὲν ἐπέδρασεν εἰς τὸ ἐσωτερικόν μας.
Πρωτότυπο
Ι. Κολιτσάρας
1 Ὃ ἦν ἀπ' ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς·
1 Διὰ τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ὑπῆρχε προαιωνίως, πρὸ πάσης πνευματικῆς καὶ ὑλικῆς δημιουργίας, τὸν ὁποῖον ἠκούσαμεν μὲ τὰ αὐτιά μας καὶ τὸν εἴδαμεν καλὰ μὲ τὰ ἴδια μας τὰ μάτια, καὶ εἴδαμε καὶ ξαναείδαμε πολλὲς φορές, καὶ αἱ χεῖρες μας ἐψηλάφησαν, διὰ τὸν ἐνυπόστατον Λόγον, ὁ ὁποῖος ἔχει προαιωνίως τὴν ζωὴν καὶ μεταδίδει ζωήν.
2 -καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν·-
2 -Καὶ αὐτὴ ἡ ἐνυπόστατος ζωὴ ἔλαβε τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ ἐφανερώθη μεταξύ μας καὶ τὴν ἔχομεν ἴδει μὲ τὰ μάτια μας καὶ δίδομεν ἐπίσημον μαρτυρίαν καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν τὴν αἰωνίαν ζωήν, ποὺ ὑπῆρχε πάντοτε πλησίον τοῦ Πατρὸς καὶ ἐφανερώθη εἰς ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους καὶ πολλοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.
3 ὃ ἑωράκαμεν καὶ ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καὶ ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ' ὑμῶν· καὶ ἡ κοινωνία δὲ ἡ ἡμετέρα μετὰ τοῦ πατρὸς καὶ μετὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
3 Αὐτόν, λοιπόν, ποὺ ἔχομεν ἴδει καὶ ἀκούσει, καὶ εἴμεθα κατὰ πάντα ἀξιόπιστοι μάρτυρες, κηρύττομεν εἰς σᾶς, διὰ νὰ ἔχετε μέσῳ τοῦ Χριστοῦ μαζί μας στενὸν σύνδεσμον καὶ ἐνεργὸν συμμετοχήν. Αὐτὴ δὲ ἡ συμμετοχὴ καὶ ὁ σύνδεσμος μαζί μας εἶναι συμμετοχή, ἐπικοινωνία καὶ σύνδεσμος μὲ τὸν Θεὸν Πατέρα καὶ μὲ τὸν Υἱὸν αὐτοῦ, τὸν Ἰησοῦν Χριστόν.
4 Καὶ ταῦτα γράφομεν ὑμῖν, ἵνα ἡ χαρὰ ἡμῶν ᾖ πεπληρωμένη.
4 Καὶ αὐτὰ σᾶς τὰ γράφομεν διὰ νὰ εἶναι πλήρης καὶ τελεία ἡ χαρά μας, ποὺ πηγάζει ἀπὸ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν στενὴν ἐπικοινωνίαν μὲ τὸν Θεόν, καὶ μεταξύ μας.
5 Καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία ἣν ἀκηκόαμεν ἀπ' αὐτοῦ καὶ ἀναγγέλομεν ὑμῖν, ὅτι ὁ Θεὸς φῶς ἐστι καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἐστὶν οὐδεμία.
5 Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ὑπόσχεσις, τὴν ὁποίαν ἔχομεν ἀκούσει ἀπὸ αὐτὸν τὸν Υἱὸν καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι φῶς, τὸ ἀπόλυτον φῶς τῆς ἀπείρου ἁγιότητος καὶ πάσης τελειότητος καὶ δὲν ὑπάρχει εἰς αὐτὸν σκότος οὔτε ἴχνος σκότους, οὐδεμία, οὔτε ἡ παραμικροτέρα, κηλὶς ἀτελείας.
6 Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι κοινωνίαν ἔχομεν μετ' αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ σκότει περιπατῶμεν, ψευδόμεθα καὶ οὐ ποιοῦμεν τὴν ἀλήθειαν·
6 Ἐάν, λοιπόν, εἴπωμεν ὅτι ἔχομεν στενὸν σύνδεσμον καὶ ἐπικοινωνίαν μὲ αὐτόν, ἀλλὰ ζῶμεν μέσα εἰς τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀγνοίας καὶ ἔχομεν συμπεριφορὰν ἁμαρτωλήν, τότε ψευδόμεθα καὶ οὔτε ἔχομεν ὡς φρόνημά μας τὴν ἀλήθειαν οὔτε καὶ τὴν τηροῦμεν.
7 ἐὰν δὲ ἐν τῷ φωτὶ περιπατῶμεν, ὡς αὐτός ἐστιν ἐν τῷ φωτί, κοινωνίαν ἔχομεν μετ' ἀλλήλων, καὶ τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας.
7 Ἐὰν ὅμως ζῶμεν καὶ συμπεριφερώμεθα σύμφωνα μὲ τὸ φῶς τῆς θείας ἀληθείας, ὅπως ζῇ καὶ ὑπάρχει πάντοτε μέσα εἰς τὸ ἀπόλυτον ἠθικὸν φῶς αὐτὸς οὗτος ὁ Θεός, τότε ἔχομεν στενὴν σχέσιν καὶ κοινωνίαν μεταξύ μας καὶ τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ του, ποὺ ἐχύθη κατὰ τὴν σταυρικὴν θυσίαν, μᾶς καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτίαν.
8 Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν καὶ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἐστὶν ἐν ἡμῖν.
8 Ἐὰν εἴπωμεν, ὅτι δὲν ἔχομεν ἁμαρτίαν, ἐξαπατῶμεν τοὺς ἑαυτούς μας καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπάρχει μέσα μας.
9 Ἐὰν ὁμολογῶμεν τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, πιστός ἐστι καὶ δίκαιος, ἵνα ἀφῇ ἡμῖν τὰς ἁμαρτίας καὶ καθαρίσῃ ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀδικίας.
9 Ἐὰν ὅμως, μὲ αὐτογνωσίαν καὶ συναίσθησιν τῆς ἐνοχῆς μας, ὁμολογοῦμεν τὰς ἁμαρτίας μας, εἶναι ἀξιόπιστος ὁ Θεός, διὰ τὴν τήρησιν τῆς ὑποσχέσεώς του περὶ τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, εἶναι δὲ καὶ δίκαιος, ὥστε βάσει τῆς θυσίας τοῦ Υἱοῦ του, νὰ συγχωρήσῃ τὰς ἁμαρτίας μας καὶ νὰ μᾶς καθαρίσῃ ἀπὸ κάθε ἀδικίαν.
10 Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι οὐχ ἡμαρτήκαμεν, ψεύστην ποιοῦμεν αὐτόν, καὶ ὁ λόγος αὐτοῦ οὐκ ἐστὶν ἐν ἡμῖν.
9 Ἐὰν ὅμως, μὲ αὐτογνωσίαν καὶ συναίσθησιν τῆς ἐνοχῆς μας, ὁμολογοῦμεν τὰς ἁμαρτίας μας, εἶναι ἀξιόπιστος ὁ Θεός, διὰ τὴν τήρησιν τῆς ὑποσχέσεώς του περὶ τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, εἶναι δὲ καὶ δίκαιος, ὥστε βάσει τῆς θυσίας τοῦ Υἱοῦ του, νὰ συγχωρήσῃ τὰς ἁμαρτίας μας καὶ νὰ μᾶς καθαρίσῃ ἀπὸ κάθε ἀδικίαν.