Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός | Ορθόδοξοι Πατέρες Our Lord Jesus Christ | Orthodox Fathers

»»»    Αόρατος Πόλεμος / Αόρατος Πόλεμος - Μέρος Πρώτον / Δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστευώμαστε, οὔτε νὰ δίνουμε θάρρος ποτὲ στὸν ἑαυτό μας

Δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστευώμαστε, οὔτε νὰ δίνουμε θάρρος ποτὲ στὸν ἑαυτό μας


Τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι τὸν ἑαυτόν σου (1), ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, εἶναι τόσο ἀναγκαῖο σε αὐτὸν τὸν πόλεμο, ποὺ χωρὶς αὐτό, νὰ εἶσαι βέβαιος, ὅτι, ὄχι μόνον δὲν θὰ μπορέσεις νὰ πετύχεις τὴ νίκη ποὺ ἐπιθυμεῖς, ἀλλ᾿ οὔτε κἂν νὰ ἀντισταθεῖς στὸ παραμικρὸ καὶ αὐτό, ἂς τυπωθεῖ καλὰ στὸ νοῦ σου.

Γιατὶ, ἐμεῖς πράγματι, ὄντας φυσικὰ διεφθαρμένοι ἀπὸ τὴ φύσι μας ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς παραβάσεως τοῦ Ἀδάμ, ἔχουμε σὲ μεγάλη ὑπόληψι τὸν ἑαυτό μας, ἡ ὁποία ἂν καὶ δὲν εἶναι ἀλήθεια, παρὰ ἕνα ψέμα καὶ τίποτα ἄλλο, ἐμεῖς ὅμως, νομίζουμε μὲ μία ἀπατηλὴ ἐντύπωση, πὼς εἴμαστε κάποιοι (2). Αὐτὸ εἶναι ἕνα ἐλάττωμα, ποὺ πολὺ δύσκολα ἀναγνωρίζεται, καὶ ποὺ δὲν ἀρέσει στὸ Θεό, ὁ ὁποῖος ἀγαπᾷ νὰ ἔχουμε ἐμεῖς μία γνῶσι χωρὶς δόλο γι᾿ αὐτὴ τὴν βεβαιότατη ἀλήθεια.

Δηλαδή, νὰ ξέρουμε, ὅτι κάθε χάρι καὶ ἀρετὴ ποὺ ἔχουμε, προέρχεται ἀπὸ αὐτὸν μόνο, ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ καὶ ὅτι, ἀπὸ μᾶς, δὲν μπορεῖ νὰ προέλθη κανένα καλό, οὔτε κανένας καλὸς λογισμός, ποὺ νὰ τοῦ ἀρέσῃ. Ἂν καὶ αὐτὴ ἡ ἀναγκαιότατη ἀλήθεια (δηλαδή, τὸ νὰ μὴ πιστεύουμε στὸν ἑαυτόν μας) εἶναι ἔργο τοῦ θεϊκοῦ του χεριοῦ, ποὺ συνηθίζει νὰ τὸ δίνη στοὺς ἀγαπημένους του φίλους, πότε μὲ ἐμπνεύσεις καὶ φωτισμούς, πότε μὲ σκληρὰ μαστιγώματα καὶ θλίψεις, πότε μὲ βίαιους καὶ σχεδὸν ἀνίκητους πειρασμούς, καὶ πότε μὲ ἄλλα μέσα, ποὺ ἐμεῖς δὲν καταλαβαίνουμε· μὲ ὅλα αὐτά, θέλει νὰ γίνεται καὶ ἀπὸ μέρους μας ἐκεῖνο, ποὺ ἀνήκει, καὶ εἶναι δυνατὸν σὲ μᾶς. Γι᾿ αὐτὸ λοιπόν, ἀδελφέ μου, σοῦ σημειώνω ἐδῶ τέσσερεις τρόπους, μὲ τοὺς ὁποίους μπορεῖς, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νὰ πετύχης αὐτὴ τὴν ἀμφιβολία τοῦ ἑαυτοῦ σου, δηλαδή, τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι ποτὲ τὸν ἑαυτό σου.

Ὁ α´ εἶναι τὸ νὰ γνωρίσῃς τὴν μηδαμινότητά σου (3) καὶ νὰ σκεφθῇς, ὅτι ἀπὸ μόνος σου δὲν μπορεῖς νὰ κάνῃς κανένα καλό, γιὰ τὸ ὁποῖο νὰ γίνῃς ἄξιος της βασιλείας τῶν οὐρανῶν.

Ὁ β´ τὸ νὰ ζητῇς γι᾿ αὐτὸ πολλὲς φορὲς βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ θερμὲς καὶ ταπεινὲς δεήσεις, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι χάρισμα δικό Του· καὶ ἂν θέλῃς νὰ τὸ πάρης, πρέπει πρῶτα νὰ σκεφθῇς τὸν ἑαυτό σου, ὄχι μόνο γυμνὸ ἀπὸ αὐτὴ τὴ γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ σου, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰ πάντα ἀδύνατο νὰ τὴν ἀπόκτησεις· ἔπειτα, νὰ μιλᾷς μὲ οἰκειότητα πολλὲς φορὲς μπροστὰ στὴ μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ, καὶ πιστεύω σταθερά, ἐξ αἰτίας τοῦ πελάγους τῆς εὐσπλαγχνίας του, θὰ σοῦ τὴν δώσῃ, ὅταν αὐτὸς γνωρίσῃ, μὴν ἀμφιβάλλῃς καθόλου, ὅτι θὰ τὴν ἀπολαύσεις.

Ὁ γ´ τρόπος, εἶναι τὸ νὰ συνηθίσῃς νὰ φοβᾶσαι πάντα τὸν ἑαυτό σου· νὰ φοβᾶσαι τοὺς ἀναρίθμητους ἐχθρούς, στοὺς ὁποίους, δὲν εἶσαι δυνατὸς νὰ κάνῃς οὔτε τὴν παραμικρὴ ἀντίστασι, νὰ φοβᾶσαι τὴ πολὺ δυνατή τους συνήθεια στὸ νὰ πολεμοῦν τὶς πανουργίες, τὰ στρατηγήματά τους, τὶς μεταμορφώσεις τους σὲ ἀγγέλους φωτός· τὰ ἀναρίθμητα τεχνάσματα καὶ παγίδες, ποὺ σοῦ στήνουν κρυφὰ στὸν ἴδιο τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς.

Ὁ δ´ τρόπος εἶναι, ὅταν πέσῃς σὲ κανένα ἐλάττωμα νὰ σκεφθῇς καθαρὰ τὴν ἀπόλυτη ἀδυναμία σου· ἐπειδή, γι᾿ αὐτὸ τὸ σκοπὸ παραχώρησε ὁ Θεὸς νὰ πέσῃς, γιὰ νὰ μάθης καλύτερα τὴν ἀσθένεια σου (4) καὶ ἔτσι νὰ μάθης, ὄχι μόνο νὰ περιφρονῇς ἐσὺ ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό σου σὰν ἕνα τίποτα, ἀλλὰ καὶ νὰ θέλῃς νὰ σὲ καταφρονοῦν καὶ οἱ ἄλλοι σὰν τέτοιου εἴδους ἀσθενῆ. Γιατὶ χωρὶς αὐτὴ τὴν θέλησι, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γίνῃ αὐτὴ ἡ ἐνάρετη δυσπιστία τοῦ ἑαυτοῦ σου, ἡ ὁποία ἔχει τὸ θεμέλιό της στὴν ἀληθινὴ ταπείνωσι καὶ στὴν προλεγόμενη ἔμπρακτη γνῶσι τῆς δοκιμῆς.

Ὁπότε, καθ᾿ ἕνας βλέπει πόσο ἀπαραίτητο εἶναι σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ ἑνωθῇ μὲ τὸ οὐράνιο φῶς, τὸ νὰ γνωρίσῃ τὸν ἑαυτό του, τὴν ὁποία γνῶσι συνηθίζει νὰ τὴν δίνη ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ στοὺς ὑπερήφανους καὶ προληπτικούς, μέσα ἀπὸ τὶς πτώσεις, ἀφίνοντάς τους δηλαδὴ μὲ δίκαιο τρόπο νὰ πέφτουν σὲ κανένα ἐλάττωμα (ἀπὸ τὸ ὁποῖο νομίζουν πὼς ἠμποροῦν νὰ φυλαχτοῦν) γιὰ νὰ γνωρίσουν τὴν ἀδυναμία τους, καὶ νὰ μὴ ἐπιστεύωνται πλέον στὸν ἑαυτόν τους καθόλου.

Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ μέσο, τὸ τόσο ἄθλιο καὶ ἀναγκαστικό, δὲν συνηθίζει νὰ τὸ μεταχειρίζεται πάντοτε ὁ Θεός, παρά, ὅταν τὰ ἄλλα μέσα, τὰ πιὸ ἐλεύθερα, ὅπως εἴπαμε, δὲν προξενοῦν στὸν ἄνθρωπο αὐτὴ τὴν ἐπίγνωσι τοῦ ἑαυτοῦ του· γιατὶ τότε παραχωρεῖ νὰ πέσῃ ὁ ἄνθρωπος σὲ σφάλματα τόσο μεγαλύτερα ἢ μικρότερα, ὅσο εἶναι μεγαλύτερη ἢ μικρότερη καὶ ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ὑπόληψις, ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό του· ὥστε, ὅπου δὲν ὑπάρχει καμία ἀπολύτως ὑπόληψις, καθὼς συνέβη στὴν Παρθένο Μαρία, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει παρομοίως οὔτε καὶ καμία πτῶσις· λοιπόν, ὅταν ἐσὺ πέσεις, τρέξε ἀμέσως μὲ τὸν λογισμὸ στὴ ταπεινὴ γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ σου, καὶ μὲ ἐπίμονη προσευχὴ ζήτησε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ σοῦ δώσῃ τὸ ἀληθινὸ φῶς, γιὰ νὰ γνωρίσῃς τὴν μηδαμινότητά σου καὶ νὰ μὴν δείχνῃς ἐμπιστοσύνη καθόλου στὸν ἑαυτόν σου, ἐὰν θέλῃς νὰ μὴ πέσῃς πάλι καὶ μάλιστα σὲ μεγαλύτερη βλάβη καὶ φθορά.

 

1. Ὁ προφήτης Ἱερεμίας καταραμένο ὀνομάζει καὶ ἀποστάτη τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνον ποὺ θαρρεύεται καὶ ἐλπίζει στὸν ἑαυτό του λέγοντας: «Τάδε λέγει Κύριος· Ἐπικατάρατος ὃς τὴν ἐλπίδα ἔχει ἐπ᾿ ἄνθρωπον καὶ στηρίσει σάρκα βραχίονος αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ ἀπὸ Κυρίου ἀποστῆ ἡ καρδιὰ αὐτοῦ» (ιζ᾿ 5). Αὐτὸ τὸ ρητὸ ἐρμηνεύοντας ὁ μέγας Βασίλειος λέγει ὅτι γιὰ αὐτόν, ποὺ ἔχει τὴν ἐλπίδα αὐτοῦ πάνω σὲ ἄνθρωπο, φανέρωσε ὁ προφήτης τὸ νὰ μὴν ἐλπίζουμε σὲ ἄλλον μὲ τὸ νὰ νὰ στηρίζῃ τὴ σάρκα ὁ βραχίονας αὐτοῦ, ἐφανέρωσε τὸ νὰ ἐλπίζουμε στὸν ἑαυτό μας· καὶ τὰ δυὸ δὲ αὐτὰ τὰ ὠνόμασε ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεὸν (βλ. κατὰ πλάτος, μβ´). Καὶ μὲ ἄλλον τρόπο τὸ ρητὸ αὐτὸ ἐρμηνευόντας, συμπεραίνει ὅτι εἶναι καταραμένος καὶ ἀποστάτης, ἐκεῖνος, ποὺ ἐλπίζει στὸν ἑαυτό του. Γιατὶ, λέει, ὅτι ὅποιος ἐλπίζει στὸν ἄνθρωπο εἶναι καταραμένος καὶ τοῦ Θεοῦ ἀποστάτης. Βλέπε καὶ ἐδῶ πόσο ἄριστη εἶναι ἡ τάξις, ποὺ χρησιμοποιεῖ τὸ βιβλίο αὐτό, γιατὶ ἀρχίζει τὸν πόλεμο ἀπὸ τὴν φιλαυτία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ προκαταρκτικὴ αἰτία καὶ ἡ ρίζα καὶ ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν ἄλλων παθῶν καὶ κακιῶν.

2. Τὸ νὰ νομίζουμε ὅτι εἴμαστε κάποιοι, αὐτὸ ὀνομάζεται ὑπερηφάνεια (οἴησις), ἡ ὁποία εἶναι ἕνα πάθος, ποὺ γεννιέται μὲν ἀπὸ τὴν φιλαυτία, γεννᾷ δὲ αὐτὰ πάλι καὶ γίνεται ρίζα καὶ ἀρχὴ καὶ αἰτία ὅλων τῶν ἄλλων παθῶν, τόσο δὲ λεπτὸ καὶ κρυφὸ πάθος εἶναι ἡ οἴησις αὐτή, σὲ τρόπο πού, γιὰ τὴν πολλὴ λεπτότητά του, οὔτε τὸ αἰσθάνονται καθόλου ἐκεῖνοι ποὺ τὸ ἔχουν, ὅσο ὅμως εἶναι λεπτὸ καὶ κρυφό, τόσο εἶναι καὶ μεγάλο κακό. Γιατὶ, τὴν πρώτη ἐκείνη πόρτα τοῦ νοῦ, ἀπὸ τὴν ὁποία πρόκειται νὰ μπῆ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ κατοικήσῃ στὸν ἄνθρωπον, αὐτὸ τὸ καταραμένο πάθος στέκεται καὶ τὴν κλείνει καὶ δὲν ἀφήνει τὴν χάρι νὰ μπῆ, ἡ ὁποία δίκαια ἀναχωρεῖ· γιατί πῶς μπορεῖ νὰ ἔρθει ἡ χάρις νὰ φωτίσῃ ἢ νὰ βοηθήσῃ τὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο, ποὺ νομίζει πὼς εἶναι κάτι μεγάλο; πὼς εἶναι σοφός; καὶ πὼς δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἄλλη βοήθεια; ὁ Κύριος νὰ μᾶς λυτρώσῃ ἀπὸ τέτοιο ἑωσφορικὸ πάθος καὶ ἀρρώστια, αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὸ πάθος αὐτὸ τῆς περηφανίας· τὴν βασανίζει ὁ Θεὸς μὲ τὸν προφήτη, λέγοντας· «Ἀλοίμονο σ᾿ ἐκείνους ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι σοφοί» (Ἡσ. 5,21)· καὶ ὁ Ἀπόστολος μᾶς παραγγέλνει αὐτό· «Μὴν ἔχετε τὴν ψευδαίσθησι ὅτι εἶσθε σοφοί» (Ρωμ. 12,16)· καὶ ὁ Σολομώντας «Μὴ νομίζῃς σοφὸ τὸν ἑαυτό σου» (Παρ. 3,7).

3. Γι᾿ αὐτὸ λέει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ὅτι ὅποιος νομίζει τὸν ἑαυτό του ὅτι δὲν εἶναι τίποτα, ἐκεῖνος περισσότερο ἀπὸ ὅλους γνωρίζει τὸν ἑαυτόν του· «οὗτος μάλιστα ἐστὶν ὁ ἑαυτὸν εἰδώς, ὁ μηδὲν ἑαυτὸν εἶναι νομίζων». Ὁ δὲ θεῖος Μάξιμος «Ἀρετῆς ὄρος ἐστίν, ἡ τῆς ἀνθρωπινῆς ἀσθενείας κατ᾿ ἐπίγνωσιν πρὸς τὴν θείαν δύναμιν ἕνωσις» (κεφ. οθ᾿ τῆς Ι᾿ ἑκατονταδ. Φιλοκαλ.). Ὁ δὲ Πέτρος ὁ Δαμασκηνός· «οὐδὲν κρειττον τοῦ γνῶναι τὴν οἰκείαν ἀσθένειαν καὶ ἀγνωσίαν, οὐδὲ χεῖρον τοῦ ταύτην ἁγνοεῖν» (Φιλοκ. σελ. 611. Περὶ τοῦ μὴ ἀπογινώσκειν).

4. Ὄχι μόνον ὅταν πέσῃ κάποιος σὲ κανένα ἁμάρτημα, ἀλλὰ καὶ ὅταν πέσῃ σὲ διάφορες δυστυχίες, περιστάσεις καὶ θλίψεις, καὶ μάλιστα σὲ ἀσθένειες σωματικὲς καὶ πολυχρονίους, πρέπει νὰ γνωρίζῃ τὴν ταπεινὴ γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ τῆς ἀδυναμίας του, καὶ νὰ ταπεινώνεται, γιατὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ σκοπὸ παραχωροῦνται ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ μᾶς ἔρχονται ὅλοι ἁπλὰ οἱ πειρασμοὶ οἱ ἀπὸ τοῦ διαβόλου, οἱ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ οἱ ἀπὸ τῆς φύσεως. Ὁπότε καὶ ὁ Ἀπόστολος αὐτὸ τὸ σκοπὸ σκεπτόμενος, ἔλεγε ὅτι γι᾿ αὐτὸ καὶ μόνο αὐτὸ ἀκολούθησαν οἱ στὴν Ἀσία θανατηφόροι πειρασμοί. «Ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς τὸ ἀπόκριμα τοῦ θανάτου ἐσχήκαμεν, ἵνα μὴ πεποιθότες ὦμεν ἐφ᾿ ἑαυτοῖς, ἀλλ᾿ ἐπὶ τῷ Θεῷ, τῷ ἐγείροντι τοὺς νεκρούς» (Β´ Κορ. α´ 9). Καὶ γιὰ νὰ πῶ μὲ συντομία ὅποιος θέλει νὰ γνωρίσῃ τὴν ἀσθένειά του στὴν πρᾶξι, ἂς παρατηρήσῃ, ὄχι πολὺ χρόνο, ἀλλὰ μιᾶς μόνο ἡμέρας τοὺς λογισμοὺς καὶ τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα, ποὺ σκέφθηκε καὶ μίλησε καὶ ἔκανε καὶ βρίσκοντας ὅτι οἱ περισσότεροί του λογισμοὶ καὶ τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα εἶναι λανθασμένα, στραβά, ἀνόητα καὶ κακά, ἀπὸ τὴν δοκιμὴ αὐτὴ θὰ καταλάβη πόσο εἶναι ἀσθενὴς ὁ ἑαυτός του καὶ ἀπὸ τὴν κατανόηση αὐτὴ καὶ τὴν ἀληθινὴ γνῶσι, ὁπωσδήποτε θὰ ταπεινωθῇ, καὶ στὸ ἑξῆς δὲν θὰ ἐλπίζῃ στὸν ἑαυτό του. Ὄχι λιγώτερο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἴπαμε πιὸ πάνω, θὰ μᾶς φέρῃ στὴν ἐπίγνωσι τῆς ἀσθένειάς μας, ἡ ὑλικὴ ἀρχὴ τοῦ εἶναι μας, δηλαδή, ὅταν σκεφτοῦμε πὼς τὸ εἶναι μας,...



Ὅλα ἀρχίζουν ἐδῶ

Κάθε λογισμὸς καὶ κάθε αἴσθηση ὁδηγοῦν σταδιακὰ τὴν ψυχὴ εἴτε πρὸς τὸν παράδεισο εἴτε πρὸς τὴν κόλαση.

Ἄν ὁ λογισμὸς εἶναι ἔλλογος, τότε συνδέει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεὸ Λόγο, μὲ τὸν ὕψιστο Λογισμό, μὲ τὴν Παναξία, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἤδη ὁ παράδεισος.

παράδεισος

Ἐάν πάλι εἶναι ἄλογος ὁ λογισμὸς ἤ καὶ παράλογος, τότε συνδέει ἀναπόφευκτα τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Παράλογο, τὸν Ἀνόητο, μὲ τὸν διάβολο, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἤδη ἡ κόλαση.

Ὅσα ἰσχύουν γιὰ τὸν λογισμὸ, ἰσχύουν καὶ γιὰ τις αἰσθήσεις. Ὅλα ἀρχίζουν ἐδῶ, ἀπὸ τὴν γῆ: καὶ ὁ παράδεισος μὰ καὶ ἡ κόλαση τοῦ ἀνθρώπου.

Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Ο Ζυγός της Δικαιοσύνης

Ο Ζυγός της Δικαιοσύνης

Η Θεία Λειτουργία

The Arabic Divine Liturgy of St. John Chrysostomos

The Turkish Divine Liturgy of St. John Chrysostomos

 

Άγιοι Τόποι

24 Ώρες στους Αγίους Τόπους, Οδοιπορικό σε Μονές 20/04/2019

24 Ώρες στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων 25/04/2019

24 Ώρες στα Βήματα του Χριστού 27/04/2019

Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Ἐγὼ πατὴρ, ἐγὼ ἀδελφὸς, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφὴ, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ῥίζα, ἐγὼ θεμέλιος, πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ· μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγὼ καὶ δουλεύσω· ἦλθον γὰρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. Ἐγὼ καὶ φίλος, καὶ μέλος, καὶ κεφαλὴ, καὶ ἀδελφὸς, καὶ ἀδελφὴ, καὶ μήτηρ, πάντα ἐγώ· μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σέ· καὶ ἀλήτης διὰ σέ· ἐπὶ σταυροῦ διὰ σὲ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ· ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρὶ, κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σὺ, καὶ ἀδελφὸς, καὶ συγκληρονόμος, καὶ φίλος, καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις; τί τὸν φιλοῦντα ἀποστρέφῃ; τί τῷ κόσμῳ κάμνεις; τί εἰς πίθον ἀντλεῖς τετρημένον;  περισσότερα »»»

Η Ελλάδα και ο Υμνος της Ελευθερίας

Ελληνική σημαία - Ελλάς - Ελευθερία

Υπεραγία Παρθένος Θεοτόκος Μαρία

Κύριος διασκεδάζει βουλὰς ἐθνῶν, ἀθετεῖ δὲ λογισμοὺς λαῶν καὶ ἀθετεῖ βουλὰς ἀρχόντων· ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει, λογισμοὶ τῆς καρδίας αὐτοῦ εἰς γενεὰν καὶ γενεάν. (Ψαλ. 32, 10-11)

εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἔστιν ἀπίστου χείρων. (Τιμ.Α 5,8)

Ἅγιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας

Οἱ ἄνθρωποι καταχρηστικά λέγονται λογικοί. Δεν εἶναι λογικοὶ ὅσοι ἔμαθαν ἀπλῶς τὰ λόγια καὶ τὰ βιβλία τῶν ἀρχαίων σοφῶν, ἀλλ' ὅσοι ἔχουν τὴ λογικὴ ψυχὴ καὶ μποροῦν νὰ διακρίνουν ποιὸ εἶναι τὸ καλὸ καἰ ποιὸ τὸ κακό καὶ ἀποφεύγουν τὰ πονηρὰ καὶ βλαβερὰ στὴν ψυχή, τὰ δὲ ἀγαθὰ καὶ ψυχωφελῆ, τὰ ἀποκτοῦν πρόθυμα μὲ τὴ μελέτη καὶ τὰ ἐφαρμόζουν μὲ πολλὴ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό. Αὐτοὶ μόνοι πρέπει νὰ λέγονται ἀληθινὰ λογικοὶ ἄνθρωποι.

St Antony the Great

Ἐφ᾿ ὅσον ἐννοεῖς τὰ περὶ Θεοῦ, νὰ εἶσαι εὐσεβής, χωρὶς φθόνο, ἀγαθός, σώφρων, πράος, χαριστικὸς κατὰ δύναμιν, κοινωνικός, ἀφιλόνεικος καὶ τὰ ὅμοια. Διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ἀπαραβίαστο ἀπόκτημα τῆς ψυχῆς, νὰ ἀρέσει στὸ Θεὸ μὲ τέτοιες πράξεις καὶ μὲ τὸ νὰ μὴν κρίνει κανέναν καὶ νὰ λέει γιὰ κανέναν, ὅτι ὁ δείνα εἶναι κακὸς καὶ ἁμάρτησε. Ἀλλὰ καλλίτερο εἶναι νὰ συζητᾶμε τὰ δικά μας κακά, καὶ νὰ ἐρευνᾶμε μέσα μας τὴ δική μας πολιτεία, ἐὰν εἶναι ἀρεστὴ στὸ Θεό. Διότι, τί μᾶς μέλει ἐμᾶς, ἐὰν ὁ ἄλλος εἶναι πονηρός;

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Ἡ αἰωνιότητα εἶναι φρικιαστικὴ δίχως Θεάνθρωπο, γιατὶ καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι φοβερὸς δίχως τὸν Θεάνθρωπο. Καθετὶ τὸ ἀνθρώπινο, μονάχα στὸν Θεάνθρωπο ἔχει τὴν τελικὴ καὶ λογικὴ του ἑρμηνεία. Δίχως τὸν θαυμαστὸ Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὅλα τὰ ἀνθρώπινα μεταβάλλονται ἀναπόφευκτα σὲ χάος, σὲ φρίκη, σὲ θάνατο, σὲ κόλαση: ἡ φρόνηση σὲ ἀφροσύνη, ἡ αἴσθηση σὲ ἀπόγνωση, ἡ ἐπιθυμία σὲ αὐτοδιάσπαση μέσα ἀπὸ τὴν αὐτοθέωση ἤ τὴν αὐτοεξουθένωση.