»»» Εκκλησία
Εκκλησία
Οικουμενισμός, Ουμανισμός και Εκκλησία
Στόν σύγχρονο Οἰκουμενισμό, ὅλα βασίζονται στὴν ἀκόλουθη Θέση, στὸ οὐμανιστικὸ ἀξίωμα: ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μία ἀλλὰ πολλές. Εἶναι σὰν ἡ Ἐκκλησία νὰ κομματιάστηκε.
Ἡ Ἐκκλησία ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ διαιρεθεῖ. Ἀπὸ αὐτὴν μπορεῖ κανεὶς μονάχα νὰ ἐκπέσει καὶ ὄχι νὰ ἀποκοπεῖ. Στὴν οὐσία της ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεανθρώπινος ὀργανισμός, θεανθρώπινο σῶμα, τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου καὶ γιὰ αὐτὸ εἶναι πάντοτε μία, σὲ ὅλους τοὺς κόσμους μία.
Σὲ αὐτὸ ἔγκειται ἡ οἰκουμενικότητά της, ἡ καθολικότητα.
Ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμὸς δὲν εἶναι τίποτε περισσότερο ἀπὸ ψεύτικους χριστούς, ψεύτικους μεσσίες, ψεύτικους προφῆτες, γεμάτος ἀπὸ ποικιλότητα πίστεων, ὀλιγοπιστίας καὶ τέλος παντελοῦς ἀπουσίας.
Είς Εὐτρόπιον - Ἁγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
Πρόλογος
Οἱ δύο λόγοι «Εἰς Εὐτρόπιον» τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (354-407) εἶναι ἀναμφισβήτητα ἀπό τά πιό ἀντιπροσωπευτικά δείγματα τόσο τῆς ρητορικῆς δεινότητος ὅσο καί τῆς ποιμαντικῆς δεξιοτεχνίας τοῦ μεγάλου ἱεράρχη.
Ἀλλά ποιός ἦταν ὁ Εὐτρόπιος; Ἕνας εὐφυής καί πανοῦργος αὐλικός, πού εἶχε κατορθώσει μέ τέχνασμα νά δώσει ὡς σύζυγο στόν τότε αὐτοκράτορα Ἀρκάδιο (395-408) τήν Εὐδοξία, πανέμορφη κόρη στρατιωτικοῦ. Κερδίζοντας ἔτσι τήν εὔνοια τῆς νεαρῆς αὐτοκράτειρας, ἀναρριχήθηκε στήν ἐξουσία καί σύντομα ἔγινε πρωθυπουργός. Πανίσχυρος καί ἀσύδοτος καθώς ἦταν, χρησιμοποιοῦσε ἀδίσταχτα κάθε µέσο γιά νά ἱκανοποιεῖ τήν ἀχαλίνωτη φιλοδοξία καί τήν ἀκόρεστη πλεονεξία του. Ὁ λαός τόν μισοῦσε καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀσκοῦσε δριμύτατο ἔλεγχο τῶν παρονομιῶν καί τῶν ἐγκλημάτων του.
Ὁ Ἐκκλησιασμός
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Xρυσοστόμου
O EΚΚΛHΣIAΣMOΣ
Πρόλογος
H ΠIΣTH στό Θεό καί ἡ συμμετοχή στή θεία λατρεία, προπαντός στήν εὐχαριστιακή σύναξη, ἀποτελοῦν γιά κάθε ζωντανό μέλος τῆς Ἐκκλησίας δυό πραγματικότητες ἀξεχώριστες. Ὁ ἀληθινός χριστιανός δέν μπορεῖ νά ζήσει χωρίς τή θεία Λειτουργία. Tά ὑπερῶα τοῦ Mυστικοῦ Δείπνου καί τῆς Πεντηκοστῆς, πού συνέχειά τους εἶναι οἱ ἱεροί ναοί, ἀποτελοῦν κατεξοχήν τούς τόπους τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί τῆς διανομῆς τῶν θείων χαρισμάτων. Ἡ «ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό» προσκαρτέρηση τῶν πιστῶν ἐκφράζει τήν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, πού ἐδῶ καί τώρα προγεύεται τά ἀγαθά τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Aὐτή τήν ἀλήθεια ἀπηχοῦν καί οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Πενθέκτης Συνόδου (691), ὅταν παραγγέλλουν ν' ἀποκόπτεται ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐκεῖνος πού, χωρίς σοβαρό λόγο, δέν ἐκκλησιάζεται γιά τρεῖς συνεχεῖς Κυριακές.
Ὁ τακτικός ἐκκλησιασμός δέν ἀποτελεῖ γιά τόν πιστό μιάν ἁπλή καλή συνήθεια, ἕνα τυπικό θρησκευτικό καθῆκον, μιά κοινωνική ὑποχρέωση ἤ ἔστω μιά ψυχολογική διέξοδο ἀπό τόν ἀσφυκτικό κλοιό τῆς καθημερινότητος. Ἀντίθετα, μέ τήν προσέλευσή του στό ναό ἐκφράζει μιάν ὑπαρξιακή του ἀνάγκη. Tήν ἀνάγκη νά ζήσει ἀληθινά, αὐθεντικά. Nά συναντήσει τήν Πηγή τῆς ζωῆς του, τό Δημιουργό του, καί νά ἑνωθεῖ μαζί Tου. Nά ἐκφράσει τήν ἀγάπη καί τήν εὐλάβειά του στήν Παναγία μας καί στούς Ἁγίους, τούς φίλους τοῦ Θεοῦ. Nά νιώσει δίπλα του τούς πνευματικούς του ἀδελφούς.
Ἡ Ἐκκλησία προϋπόθεσις τῆς σωτηρίας
Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι μας εἶναι προϋπόθεσις τῆς σωτηρίας μας. Γι' αὐτὸ καὶ στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἀφοῦ ὁμολογοῦμε πίστι στὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε καί «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
Περὶ ζήλου καὶ εὐσεβείας, καὶ εἰς τὸν ἐκ γενετῆς τυφλόν
αʹ. Πηγὴ φωτὸς ὁ τοῦ Θεοῦ λόγος·
φωτὸς γὰρ γέμων, καὶ φωτὸς ἐκλάμπων,
φωτίζει καὶ περιαστράπτει τὰς τῶν πιστῶν διανοίας.
Αὐτὸς γὰρ ἐξ ἑαυτοῦ καὶ ἐν ἑαυτῷ λάμπει,
καὶ τοὺς ἀπολαύοντας αὐτοῦ καταυγάζει·
καὶ οὐ μόνον φωτίζει τῶν πιστῶν τὴν διάνοιαν,
ἀλλὰ καὶ ὄνομα φωτὸς χαρίζεται.
Ἡ γὰρ θεία Γραφὴ τοὺς τῇ ἀγνοίᾳ συντρόφους ὄντας,
καὶ τῇ ἀπιστίᾳ συζῶντας, δικαίως ὀνομάζει σκότος, μὴ δεχομένους τὴν λαμπάδα τῆς ἀληθείας, ἵνα ὦσιν υἱοὶ φωτός.
∆ιὰ τοῦτό φησι καὶ ὁ θεῖος ἀπόστολος Παῦλος·
Οὐκ ἐσμὲν υἱοὶ νυκτὸς, οὐδὲ σκότους,
ἀλλ' υἱοὶ φωτὸς καὶ ἡμέρας.
Καὶ ὡς ἀληθῶς υἱοὶ φωτός ἐσμεν οἱ τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου τοῦ λαληθέντος διὰ στόματος Θεοῦ·
Ἐγὼ γάρ εἰμι, φησὶν ὁ Χριστὸς, τὸ φῶς τοῦ κόσμου·
ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ, οὐ μὴ περιπατήσει ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
Ἐκεῖνος γὰρ λόγος ἐστὶ φωτὸς, ὃς ἐὰν πιστευθῇ παρ' ἡμῶν,
υἱὸς φωτὸς παρασκευάζει γενέσθαι.
Ὅθεν φησὶ καὶ ὁ Σωτήρ·
Ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς,
ἵνα υἱοὶ φωτὸς γένησθε.
Ὡς γὰρ ἐπὶ τῶν σωμάτων τὸ αἰσθητὸν τὸ τοῦτο φῶς,
οὕτως ἐπὶ τῶν ψυχῶν ὁ νοερὸς τοῦ Θεοῦ λόγος·
καὶ ὅπερ ἐστὶν ἐν τῇ νυκτὶ τὸ σκότος, τοῦτο ἐν ταῖς πεπλανημέναις ψυχαῖς ἡ ἄγνοια.
Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας - Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας
Πρόλογος
Τὸ δῶρο τῆς πίστεως εἶναι ἀνεκτίμητο. Ἀλίμονο σ’ ὅποιον τὸ στερήθηκε. Ἡ ἀνεστιότητα καὶ ἡ ὀρφάνια θὰ ἐπηρεάζουν ἀδιάκοπα τὶς ἐκδηλώσεις του, θὰ τραυματίζουν βαθιὰ τὸν ψυχικό του κόσμο, θὰ τὸν ἀπογυμνώνουν σταδιακὰ ἀπὸ καθετὶ τὸ ἀνώτερο καὶ θὰ τὸν κατεβάζουν στὸ ἐπίπεδo τοῦ ἐξελιγμένου κτήνους, ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ τοποθετοῦν τὸν ἄνθρωπο μὲ τὴ μυωπία τους οἱ ὑλιστές, γιὰ νὰ πετύχουν ἔτσι τὴν αὐτοδικαίωσή τους.
Σύντομος Ιστορία της Εκκλησίας Κύπρου
Όπως μας αναφέρουν οι «Πράξεις Αποστόλων», οι Κύπριοι ήταν από τούς πρώτους που δέχτηκαν το Χριστιανισμό και που δίδαξαν αυτόν έξω από την Ιερουσαλήμ. «Ήσαν δε τινές εξ αυτών άνδρες Κύπριοι...». Σ' αυτούς συγκαταλέγονται και ο Απόστολος Βαρνάβας και ο ανεψιός του Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης - Μάρκος.
Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας
Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας
Πῶς ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός;
Στὸ βασικὸ αὐτὸ ἐρώτημα ἂς μὴν προσπαθήσουμε ν’ ἀπαντήσουμε μὲ τὸ ἐπιχείρημα τῆς δημιουργίας τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, γιατί ὁ ἄπιστος δὲν θὰ τὸ παραδεχθεῖ.
Ἄν τοῦ ποῦμε ὅτι ἀνέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, ἔδιωξε δαιμόνια, οὔτε τότε θὰ συμφωνήσει.
Ἄν τοῦ ποῦμε ὅτι ὑποσχέθηκε ἀνάσταση νεκρῶν, βασιλεία οὐρανῶν καὶ ἀνέκφραστα ἀγαθά, τότε ὄχι μόνο δὲν θὰ συμφωνήσει, ἀλλὰ καὶ θὰ γελάσει.
Πῶς λοιπὸν θὰ τὸν ὁδηγήσουμε στὴν πίστη, καὶ μάλιστα ὅταν δὲν εἶναι πνευματικὰ καλλιεργημένος;
Ἀσφαλῶς μὲ τὸ νὰ στηριχθοῦμε σὲ ἀλήθειες, ποὺ καὶ ἐμεῖς καὶ αὐτὸς παραδεχόμαστε χωρὶς καμιὰ ἀντίρρηση καὶ ἀμφιβολία.
Οἱ χριστιανοί σήμερα
Ὅταν ο σύγχρονος χριστιανός μιλάει για τόν Θεό, ἐννοεῖ, λίγο πολύ, κάτι πού βρίσκεται πέρα μακριά στόν οὐρανό, ἄγνωστο, ἀκατανόητο, φοβερό, ἀπλησίαστο, πού ἁπλά τό ἀποδέχεται, χρήσιμο γιά ὥρα ἀνάγκης, μερικές φορές τοῦ ἀποδίδει μαγικές ἰδιότητες καί συχνά ἐπαναλαμβάνει τό ἀνορθόδοξο «πίστευε καί μή ἐρεύνα».