»»» Φαρισαίοι
Φαρισαίοι
Εἰς τὸν τελώνην καὶ τὸν Φαρισαῖον λόγος
Οἱ πόῤῥωθεν τοὺς λειμῶνας θεασάμενοι, ποικίλην μὲν βλέπουσι τῶν ἀνθέων τὴν τερπνότητα· τότε δὲ αὐτῶν τὸ εὐειδὲς γινώσκουσιν, ὅταν πλησίον γενόμενοι, τὰ ἄνθη ταῖς χερσὶν αὐτῶν ψηλαφήσωσι.
Τοιαύτην μοι νόει, ἀγαπητὲ, τῆς Ἐκκλησίας τὴν κατάστασιν, ἐπειδὴ καθάπερ ἄνθη ἀμάραντα πρόκειται τοῖς βουλομένοις τὰ τῶν θεοπνεύστων Γραφῶν ἀναγνώσματα.
Ἴδοι γὰρ ἄν τις ἐν τοῖς πνευματικοῖς παραδείσοις προφήτας χορεύοντας, ταξιαρχοῦντας ἀποστόλους, πρεσβεύοντας μάρτυρας, συμμαχοῦντας ἀγγέλους, διδασκάλους ἀγωνιζομένους τὸν τῆς εὐσεβείας ἀγῶνα, ἄφθονον τὴν τοῦ Πνεύματος χάριν, αἵματι ∆εσποτικῷ λογικὰ σφραγιζόμενα ποίμνια, καὶ τὸ μεῖζον τῶν εἰρημένων, τὴν τῶν ἀγαθῶν κορυφὴν, τὴν τῶν ἐλπίδων βεβαίωσιν, τῆς τρυφῆς τὸ κεφάλαιον, τὴν τῆς χαρᾶς τελειότητα·
λέγω δὴ τὰ τοῦ Χριστοῦ Εὐαγγέλια, ἐν οἷς ἀπόκειται τῆς ἡμετέρας ζωῆς ἡ τελείωσις.
Γιατί ὁ κόσμος δέν πιστεύει;
Ὅμως οὔτε τό κήρυγμα οὔτε τά θαύματα τοῦ Κυρίου εἶχαν τήν πρέπουσα ἐπίδραση στούς ἑβραίους ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς, φαρισαίους καί σαδδουκαίους• παρ' ὅτι - μέ ἐξαίρεση ἴσως τούς σαδδουκαίους - ὅλοι οἱ ἄλλοι ἤξεραν πολύ καλά τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Δέν ἦσαν ξένοι στόν Θεό, ἐχθροί τοῦ Θεοῦ, μόνο ἐξ αἰτίας τῆς ροπῆς στήν ἁμαρτία, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Αὐτοί ἔγινα ἠθελημένα ἐχθροί τοῦ Θεοῦ. Καί ἔμειναν σ' αὐτό ἀσάλευτα σταθεροί. Ἐπῆραν τήν σφραγῖδα τοῦ ἐχθροῦ τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν δική τους αὐτεξούσια θέληση. Μέ τήν δική τους γνώμη. Ἐπειδή ἤθελαν νά κάνουν ἐκείνη τήν ζωή (καί μάλιστα νά προκόψουν σ' ἐκείνη τήν ζωή!), πού τό ἅγιο Εὐαγγέλιο τήν θεωρεῖ ψυχώλεθρη! Μέ τέτοιο φρόνημα δέν ἦταν δυνατό νά δώσουν σημασία στά λόγια τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Καί δέν εἰσάκουσαν, ὅπως ὤφειλαν, τόν λόγο Του. Δέν τοῦ ἔδωκαν σημασία. Προσπαθοῦσαν μόνο νά Τόν ψαρεύουν! Νά τοῦ πιάνουν λόγια, πού τά εὕρισκαν νά ἐπιδέχωνται παρερμηνεῖες, καί τά χρησιμοποιοῦσαν γιά νά Τόν κατηγοροῦν. Ἔτσι γίνεται συνήθως. Ὅποιος ἔχει μῖσος ἐναντίον κάποιου ἄλλου, ἐποικοδομεῖ ἐπάνω στά λόγια ἐκείνου πού μισεῖ! «Διατί ὁ λόγος ὁ ἐμός οὐ χωρεῖ ἐν ὑμῖν; ἐρώτησε τούς ἐχθρούς Του ὁ Σωτῆρας μας, ὅταν τούς εἶδε νά ἀποκρούουν μέ πεῖσμα τή σωτηρία, πού τούς ἐπρότεινε. Γιατί δέν τά καταλαβαίνετε τά λόγια μου; Γιατί δέν δέχεσθε το λόγο μου πού δίνει ἴαση; Ἐπειδή δέν μπορεῖτε οὔτε νά τόν ἀκούσετε! Ἐπειδή σᾶς εἶναι ἀνυπόφορος! Ἐπειδή εἶσθε «ψεύδους ἔκγονα». Καί δουλεύετε μόνο μέ τό ψέμα. Γιά αὐτό δέν πιστεύετε σέ μένα, «ἐπειδή ἐγώ τήν ἀλήθειαν λέγω ὑμῖν». «Ὁ ὧν ἐκ τοῦ Θεοῦ τά ρήματα τοῦ Θεοῦ ἀκούει». Γιά αὐτό ἐσεῖς δέν τά ἀκούετε, ἐπειδή δέν εἶσθε «ἐκ τοῦ Θεοῦ». Καί συνέχισε ὁ Κύριος: «Ἄν αὐτά πού κάνω δέν εἶναι ἔργα τοῦ Πατρός μου, μή μέ πιστεύετε. Ἄν ὅμως κάνω τά ἔργα τοῦ Πατέρα μου, καί ἄν ἀκόμη δέν πιστεύετε ἐμένα, τοὐλάχιστον πιστεύσατε στά ἔργα μου. Καί τότε θά τό καταλάβετε καί θά τό πιστεύσετε, ὅτι ὁ Πατήρ ἐν ἐμοί, κἀγώ ἐν Αὐτῷ». Λόγια σταρᾶτα. Καί, σάν λόγια, ἔκλειναν μέσα τους τήν ἀπόλυτη ἀλήθεια.
58. Ο Ιησούς ενώπιον των Ιερέων και του Συνεδρίου
Ο Άννας — Ο χαρακτήρ του — Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι — Γεννήματα εχιδνών — «Ούτως αποκρίνη τω Αρχιερεί;» Εν τη αυλή του Καϊάφα — «Εζήτουν ψευδομαρτυρίαν» — «Καταλύσαι τον Ναόν τούτον» — Σιωπή του Ιησού — Απόνοια του Καϊάφα — Ο εξορκισμός του — «Βλασφημεί!» — «Ένοχος θανάτου εστί»
52. Η Μεγάλη αρά
«Διδάσκαλε καλώς είπας.» — «Ποία εντολή μεγάλη.» — Ερώτησις του Ιησού προς τους γραμματείς — Ο υιός του Δαυβίδ και ο κύριος του Δαυβίδ, — «Ουαί υμίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί!» — «Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ» — Πλήρωσις της προφητείας
50. Δευτέρα της εβδομάδος των παθών — Ημέρα Παραβολών
Ο Ιησούς πεινά — Η άκαρπος συκή — «Πώς παραχρήμα εξηράνθη η συκή;» — Πρεσβεία ιερέων — «Τις Σοι έδωκε την εξουσίαν ταύτην;» — Αντερώτησις του Ιησού — Πώς εφιμώθησαν — Παραβολή των Δύο Υιών — Παραβολή των Κακών Γεωργών — «Λίθον ον απεδοκίμασαν» — Αι σκευωρίαι των Φαρισαίων
49. Η Βαϊοφόρος
Είσοδος εις Ιερουσαλήμ — Ο θρίαμβος — «Ωσανά τω Υιώ Δαυίδ» — «Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων» — Η Ιερουσαλήμ των ημερών εκείνων — Ο Ιησούς κλαίει επί την πόλιν — Τρομερά πλήρωσις της προφητείας Του — Αγανάκτησις των Φαρισαίων — «Τις εστιν ούτος;» — Ο Ιησούς και πάλιν αποκαθαίρει τον Ναόν — Τα ωσαννά των παιδίων — «Ουδέποτε ανέγνωτε;» — Οι Έλληνες οι θέλοντες να
42. Χαίρειν τη Γαλιλαία
Τα μεταξύ της Σκηνοπηγίας και των Εγκαινίων — Μέγα επεισόδιον εν τω Ευαγγελίω του Λουκά — Χαρακτήρ του επεισοδίου — Αποστολή των εβδομήκοντα — Η σφαγή των Γαλιλαίων υπό του Πιλάτου — Αυστηραί νουθεσίαι — Η σκευωρία των Φαρισαίων — «Πορευθέντες είπατε τη αλώπεκι ταύτη» — «Δεύτε προς Με πάντες οι κοπιώντες»
40. Η επ' αυτοφόρω μοιχαλίς
Ο Ιησούς εις το Όρος των Ελαιών — Η χαμερπής σκληρότης των Φαρισαίων — Η γυνή συρομένη εις τον Ναόν — «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίβον βαλέτω» — «Πορεύου, και μηκέτι αμάρτανε» — Η αταραξία του Ιησού προς πάσαν προσβολήν — «Το φως του Κόσμου» — Συζητήσεις των Ιουδαίων και η λύσσα των
39. Η εορτή της Σκηνοπηγίας
Ερωτήσεις και διχογνωμίαι του πλήθους — Ο Ιησούς εν τω Ναώ — «Δαιμόνιον έχεις» — Αγανάκτησις του Συνεδρίου — «Ποταμοί ύδατος ζώντος» — «Ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ως ούτος ο Άνθρωπος» — Δειλή ερώτησις του Νικοδήμου — Έλεγχος των Φαρισαίων
35. Η μεγάλη ομολογία
Υποδοχή του Ιησού κατά την επάνοδόν Του εις την Γαλιλαίαν — Σημείον επιζητούσιν — Άρνησις και αποδοκιμασία — Θλίψις του Ιησού και απόπλους — Το προφητικόν Ουαί — Η ζύμη των Φαρισαίων και του Ηρώδου — «Συ ει ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του Ζώντος» — «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά» — Διαστροφαί και παρερμηνείαι — Προρρήσεις περί του Πάθους Του — Τολμηρά επέμβασις του Πέ
24. Εις την οικίαν του Ματθαίου
Επάνοδος εις Καπερναούμ — Ο παραλυτικός καταβιβαζόμενος διά της στέγης — «Αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» — Η οργή των Φαρισαίων — Περί νηστείας ζήτημα — Ο νέος οίνος και ο παλαιός
Τό λάθος τῶν Φαρισαίων
Ἄμεσο ἐπακόλουθο αὐτῶν πού εἴπαμε εἶναι, ὅτι οἱ φαρισαῖοι καί σαδδουκαῖοι, ζητῶντας ἀπό τόν Κύριο σημεῖον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, Τοῦ ζητοῦσαν θαῦμα πού ἔχει τά χαρακτηριστικά τῶν θαυμάτων τοῦ ἀντιχρίστου. Αὐτό λοιπόν ἀκριβῶς, τό ὅτι ζητοῦσαν τέτοιο θαῦμα, ἐξηγεῖ τήν στάση τοῦ Κυρίου ἀπέναντί τους.