»»» Σωτηρία
Σωτηρία
Πέμπτη Κυριακή μετά τό Πάσχα - Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ - Ἁγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς
Μέγας εἶναι ὁ Θεός μας, μεγάλα καὶ τὰ ἔργα Του! Δὲν ὑπάρχει ἀρχὴ καὶ τέλος στὰ θαυμάσια Του (πρβλ. Ψαλμ. οστ' 13,14)! Δὲν ὑπάρχουν μάτια ποὺ νά 'χουν δεῖ ὅλ' αὐτὰ τὰ θαυμάσια, δὲν ὑπάρχει γλῶσσα νὰ τὰ διηγηθεῖ, μὰ οὔτε καὶ νοῦς νὰ τὰ συλλάβει. - Τὰ μάτια εἶδαν κι ὅταν ἦρθε ὁ θάνατος ἔκλεισαν. Ἡ γλῶσσα διηγήθηκε καὶ μουγγάθηκε. Ὁ νοῦς συνέλαβε κι ἔπειτα ὅλα τὰ κάλυψε ἡ λήθη. Ποιός μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὰ θαυμάσια καὶ ν' ἀγνοεῖ τὸ θαυματουργό; Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ δεῖ τὸ θαυματουργὸ καὶ νὰ ἐξακολουθήσει νὰ ζεῖ;
Ὅλη ἡ φωτιὰ ἦρθε στὴ γῆ κι ἐξακολουθεῖ νὰ ἔρχεται ἀπὸ τὸν ἥλιο. Γιατί δὲν κατέβηκε ὁ ἴδιος ὁ ἥλιος στή γῆ, ἀντὶ νὰ παρουσιάζεται λίγο στὴ γῆ, λίγο στὸ νερό, λίγο στὸν ἀέρα, λίγο στὰ δάση καὶ λίγο στὰ ζῶα; Γιατὶ σὲ κάθε μερικὴ παρουσίασή του ὁ ἥλιος κρύβεται πίσω ἀπὸ ἕνα σκοῦρο καὶ κρύο παραπέτασμα; Γιατί δὲν κατέβηκε ὁλόκληρος στὴ γῆ γιὰ νὰ φτιάξει τὰ πράγματα ποὺ γίνονται μὲ τὴ φωτιὰ καὶ τὸ φῶς Του, φορῶντας σάρκα καὶ περιορισμένος μέσα στὴ σάρκα; Ἐπειδὴ ἂν πλησίαζε πολὺ κοντά, ἡ γῆ θὰ ἔλιωνε, θὰ ἐξαφανιζόταν σὰν ἀτμός, θὰ χανόταν.
Ποιός θνητὸς θὰ μποροῦσε νὰ βρεθεῖ κοντὰ στὸν ἥλιο καὶ νὰ ζήσει; Καὶ ὁ ἥλιος δὲν εἶναι παρὰ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Μπροστὰ στὸ φῶς τοῦ Θεοῦ ὁ ἥλιος εἶναι σὰν σκοτάδι. Ποιός ἑπομένως θὰ μποροῦσε νὰ κοιτάξει το Θεὸ τῶν θαυμασίων καὶ νὰ ζήσει;
Δὲ σοῦ εἶναι εὔκολο νὰ κατανοήσεις ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἔπρεπε νὰ κρύψει τὴν ἀστραφτερὴ λάμψη τῆς θεότητάς Του κάτω ἀπὸ τὸ πυκνὸ καὶ σκοτεινὸ κάλυμμα τῆς ἀνθρώπινης σάρκας; Ποιός ἄνθρωπος θὰ μποροῦσε ν' ἀντέξει καὶ νὰ ἐπιζήσει μπροστὰ στὴν παρουσία Του;
Μακάριος ο Αιγύπτιος - Mελέτημα 18
1. Ἄς προστρέξουμε μὲ προθυμία στὸ Δεσπότη Χριστὸ ποὺ μᾶς καλεῖ καί, ἀνοίγοντας σ' Αὐτὸν τὶς καρδιές μας, ἄς μὴ ἀπελπιζόμαστε γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας, θυμίζοντάς μας περασμένες ἁμαρτίας, μᾶς ἀνοίγει τὸ δρόμο πρὸς τὴν ἀπόγνωση.
Γιατί ὁ κόσμος δέν πιστεύει;
Ὅμως οὔτε τό κήρυγμα οὔτε τά θαύματα τοῦ Κυρίου εἶχαν τήν πρέπουσα ἐπίδραση στούς ἑβραίους ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς, φαρισαίους καί σαδδουκαίους• παρ' ὅτι - μέ ἐξαίρεση ἴσως τούς σαδδουκαίους - ὅλοι οἱ ἄλλοι ἤξεραν πολύ καλά τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Δέν ἦσαν ξένοι στόν Θεό, ἐχθροί τοῦ Θεοῦ, μόνο ἐξ αἰτίας τῆς ροπῆς στήν ἁμαρτία, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Αὐτοί ἔγινα ἠθελημένα ἐχθροί τοῦ Θεοῦ. Καί ἔμειναν σ' αὐτό ἀσάλευτα σταθεροί. Ἐπῆραν τήν σφραγῖδα τοῦ ἐχθροῦ τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν δική τους αὐτεξούσια θέληση. Μέ τήν δική τους γνώμη. Ἐπειδή ἤθελαν νά κάνουν ἐκείνη τήν ζωή (καί μάλιστα νά προκόψουν σ' ἐκείνη τήν ζωή!), πού τό ἅγιο Εὐαγγέλιο τήν θεωρεῖ ψυχώλεθρη! Μέ τέτοιο φρόνημα δέν ἦταν δυνατό νά δώσουν σημασία στά λόγια τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Καί δέν εἰσάκουσαν, ὅπως ὤφειλαν, τόν λόγο Του. Δέν τοῦ ἔδωκαν σημασία. Προσπαθοῦσαν μόνο νά Τόν ψαρεύουν! Νά τοῦ πιάνουν λόγια, πού τά εὕρισκαν νά ἐπιδέχωνται παρερμηνεῖες, καί τά χρησιμοποιοῦσαν γιά νά Τόν κατηγοροῦν. Ἔτσι γίνεται συνήθως. Ὅποιος ἔχει μῖσος ἐναντίον κάποιου ἄλλου, ἐποικοδομεῖ ἐπάνω στά λόγια ἐκείνου πού μισεῖ! «Διατί ὁ λόγος ὁ ἐμός οὐ χωρεῖ ἐν ὑμῖν; ἐρώτησε τούς ἐχθρούς Του ὁ Σωτῆρας μας, ὅταν τούς εἶδε νά ἀποκρούουν μέ πεῖσμα τή σωτηρία, πού τούς ἐπρότεινε. Γιατί δέν τά καταλαβαίνετε τά λόγια μου; Γιατί δέν δέχεσθε το λόγο μου πού δίνει ἴαση; Ἐπειδή δέν μπορεῖτε οὔτε νά τόν ἀκούσετε! Ἐπειδή σᾶς εἶναι ἀνυπόφορος! Ἐπειδή εἶσθε «ψεύδους ἔκγονα». Καί δουλεύετε μόνο μέ τό ψέμα. Γιά αὐτό δέν πιστεύετε σέ μένα, «ἐπειδή ἐγώ τήν ἀλήθειαν λέγω ὑμῖν». «Ὁ ὧν ἐκ τοῦ Θεοῦ τά ρήματα τοῦ Θεοῦ ἀκούει». Γιά αὐτό ἐσεῖς δέν τά ἀκούετε, ἐπειδή δέν εἶσθε «ἐκ τοῦ Θεοῦ». Καί συνέχισε ὁ Κύριος: «Ἄν αὐτά πού κάνω δέν εἶναι ἔργα τοῦ Πατρός μου, μή μέ πιστεύετε. Ἄν ὅμως κάνω τά ἔργα τοῦ Πατέρα μου, καί ἄν ἀκόμη δέν πιστεύετε ἐμένα, τοὐλάχιστον πιστεύσατε στά ἔργα μου. Καί τότε θά τό καταλάβετε καί θά τό πιστεύσετε, ὅτι ὁ Πατήρ ἐν ἐμοί, κἀγώ ἐν Αὐτῷ». Λόγια σταρᾶτα. Καί, σάν λόγια, ἔκλειναν μέσα τους τήν ἀπόλυτη ἀλήθεια.
54η Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου
54 .1 ἐρώτησις .
περὶ τῶν ἐκπιπτόντων ἀδελφῶν
ἢ σφαλλομένων ἐν τῷ καθήκοντι βίῳ,
τίς ἡ αἰτία τοῦ οὕτως ζῶντας ἁγνοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
τοὺς μὲν ἀπατηθῆναι τὴν φρένα,
τοὺς δὲ περιπαρῆναι τῇ ἀκολασίᾳ;
Νά μήν ἀπελπιζόμαστε - Διάφορες ὑποθέσεις ἐκ τοῦ Γεροντικοῦ
Ὁ Ἀββᾶς Ἀλώνιος εἶπεν: Ἐάν ὁ ἄνθρωπος θελήση, δύναται, ἀπό τό πρωί ἕως τό βράδυ, νά ἔλθη εἰς μέτρον θεῖον.
Ἕνας ἄλλος ἀδελφός ἠρώτησε τόν ἴδιον Γέροντα:
– Πάτερ μου, τι ἐννοεῖ ὁ προφήτης, ὅταν λέγη: οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῷ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ.; (Ψαλμ. γ ́, 3).
Ὁ Γέρων ἔδωσε τήν ἐξῆς ἀπάντησιν εἰς τήν ἀπορίαν τοῦ ἀδελφοῦ:
– Ἐννοεῖ τούς λογισμούς τῆς ἀπελπισίας, πού ὑποβάλλουν οἱ δαίμονες εἰς τόν ἁμαρτήσαντα λέγοντες ἀπό δῶ καί πέρα δέν εἶναι δυνατόν ὁ Θεός νά σέ σώση. Με αὐτήν δέ τήν συμβουλήν ἐπιδιώκουν νά κατακρημνίσουν τόν ἁμαρτωλόν εἰς τήν ἀπόγνωσιν.
Αὐτούς ὅμως τούς λογισμούς πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά τούς ἀντιμετωπίζη διά τῶν λέξεων τῆς Ἁγ. Γραφῆς: «Ὁ Κύριος εἶναι ἡ καταφυγή μου καί αὐτός θά ἐλευθερώση τούς πόδας μου ἀπό τήν παγίδα» «οἱ ὀφθαλμοί μου διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον, ὅτι αὐτὸς ἐκσπάσει ἐκ παγίδος τοὺς πόδας μου». (Ψαλμ. κδ', 15).
Κατηχητικός λόγος (15ος) του Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων εις τον Ερχόμενον εν δόξη κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος. (Και περί Αντιχρίστου)
15.τ Κατήχησις πεντεκαιδεκάτη φωτιζομένων, ἐν Ἱεροσολύμοις σχεδιασθεῖσα εἰς τὸ καὶ ἐρχόμενον ἐν δόξῃ κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος. Καὶ περὶ τοῦ Ἀντιχρίστου. Καὶ ἀνάγνωσις ἐκ τοῦ ∆ανιήλ(Δανιήλ 7 9-14)· ἐθεώρουν ἕως οὗ θρόνοι ἐτέθησαν καὶ παλαιὸς ἡμερῶν ἐκάθητο. Καὶ ἑξῆς· ἐθεώρουν ἐν ὁράματι τῆς νυκτός, καὶ ἰδοὺ μετὰ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐρχόμενος. Καὶ τὰ ἑξῆς.
Ομιλίες περί της κατήχησης από τον π. Αθανάσιο Μυτιληναίο (1927 - †2006) http://arnion.gr
01 | 02 | 03 | 04 | 05 | 06 | 07 | 08 | 09 | 10 | 11 | 12
13 | 14 | 15 | 16 | 17 | 18 | 19 | 20 | 21 | 22 | 23 | 24
15.1 Χριστοῦ παρουσίαν καταγγέλλομεν οὐ μίαν μόνον, ἀλλὰ καὶ δευτέραν τῆς προτέρας πολὺ καλλίονα. Ἡ μὲν γὰρ ὑπομονῆς εἶχεν ἐπίδειξιν, ἡ δὲ θείας βασιλείας φέρει τὸ διάδημα. Ὡς γὰρ ἐπὶ τὸ πλεῖστον πάντα διπλᾶ παρὰ τῷ κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ. Διπλῆ γέννησις, μία ἐκ θεοῦ πρὸ τῶν αἰώνων, καὶ μία ἐκ παρθένου ἐπὶ συντελείᾳ τῶν αἰώνων. Διπλαῖ αἱ κάθοδοι, μία ἡ ἀσυμφανής, ἡ ὡς ἐπὶ πόκον, καὶ δευτέρα ἡ ἐπιφανής, ἡ μέλλουσα. Ἐν τῇ προτέρᾳ παρουσίᾳ ἐσπαργανώθη ἐν τῇ φάτνῃ, ἐν τῇ δευτέρᾳ ἀναβάλλεται φῶς ὡς ἱμάτιον. Ἐν τῇ προτέρᾳ ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν τῇ δευτέρα ἔρχεται ὑπὸ στρατιᾶς ἀγγέλων δορυφορούμενος, δοξαζόμενος. Οὐχ ἱστάμεθα τοίνυν ἐπὶ τῇ πρώτῃ παρουσίᾳ μόνον, ἀλλὰ καὶ τὴν δευτέραν προσδοκῶμεν. Καὶ ἐν τῇ προτέρᾳ μὲν εἰπόντες εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου, καὶ ἐν τῇ δευτέρᾳ ἐροῦμεν πάλιν τὸ αὐτό, ἵνα μετὰ ἀγγέλων συναντήσαντες τῷ δεσπότῃ προσκυνοῦντες εἴπωμεν εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου. Ἔρχεται ὁ σωτὴρ οὐ δικασθῆναι πάλιν, ἀλλὰ δικάσαι τοὺς δικάσαντας. Ὁ πρότερον ἐν τῷ κρίνεσθαι σιωπήσας ὑπομιμνήσκων λέγει τοῖς παρανόμοις τοῖς τὰ τολμηρὰ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ πεποιηκόσιν· ταῦτα ἐποίησας καὶ ἐσίγησα. Δι' οἰκονομίαν τότε ἦλθε, σὺν πειθοῖ διδάσκων ἀνθρώπους, τότε δὲ καὶ ἀνάγκῃ βασιλευθήσονται κἂν μὴ θέλωσιν.
Γιά ποιό λόγο ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος;
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ ∆αμασκηνοῦ
Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά χαρίσει ξανά στόν ἄνθρωπο, ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο τόν προόρισε. Τόν δημιούργησε σύμφωνα μέ τή δική του εἰκόνα· ἐλεύθερο, προορισμένο νά τοῦ μοιάζει, νά εἶναι ὅπως κι ὁ ∆ημιουργός του τέλειος, ἐνάρετος.
Περί της σωτηρίας μας στους έσχατους καιρούς
... Σου λέγω και τούτο Τέκνον μου, ότι θα έρθει καιρός, οπόταν οι χριστιανοί θα προσθέτουν και θα αφαιρούν και θα μεταβάλουν τας βίβλους των Αγίων Ευαγγελίων και των Αγίων Αποστόλων και των Θεσπέσιων Προφητών και των Ιερών Πατέρων και θα μαλακώνουν τας Αγίας Γραφάς και θα γράφουν τροπάρια και άσματα και λόγους τεχνολογικούς.
Νά μή μπλέξουμε στά "γρανάζια" τῶν σχεδίων τῶν ἀνθρώπων. Ἐμεῖς νά δοῦμε τί σχέδια ἔχει ὁ Θεός
Καθηγούμενος Ι.Μ. Γρηγορίου: «Νά μή μπλέξουμε στά "γρανάζια" τῶν σχεδίων τῶν ἀνθρώπων. Ἐμεῖς νά δοῦμε τί σχέδια ἔχει ὁ Θεός»
Ἀδελφοί καί Πατέρες,
Εὐχαριστοῦμε πάνω ἀπό ὅλα τόν ἅγιο Θεό πού μᾶς ἀξίωσε νά φθάσουμε στήν ΣΤ΄ Ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν καί νά ἑορτάσουμε καί τόν Εὐαγγελισμό τῆς Παναγίας μας, πού εἶναι μία σωτήριος ἡμέρα γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Παναγίας μας φανερώνει τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Βλέπουμε ὅτι ὁ Θεός κυνηγάει τόν ἄνθρωπο γιά νά τόν σώσῃ. Καί τό σχέδιό του ἦταν νά γίνῃ καί ὁ Ἴδιος ἄνθρωπος γιά τήν δική μας σωτηρία. Ἀλλά φανερώνει, ὅπως ἀκούσαμε καί στήν ἀνάγνωσι ἀπό τόν λόγο τοῦ ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, τόν θησαυρό πού εἶχε μέσα στήν καρδιά της ἡ Παναγία μας, τήν ἀγάπη, τήν θυσία, τήν ὑπακοή, τήν ταπείνωσι, καί πρό παντός τήν πίστι καί τήν ἐμπιστοσύνη της στόν Θεό. Φανερώνει ἀκόμη καί τόν σεβασμό πού ἔχει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο. Δέν ἤθελε νἀ ἐπέμβῃ δυναμικά στήν Παναγία μας καί νά κατοικήσῃ μέσα της, προτοῦ νά πάρῃ καί τήν δική της συγκατάθεσι. Γι’ αὐτό μέχρι νά πῇ ἡ Παναγία μας τό «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» (Λουκ. α΄ 38) ὁ Θεός περίμενε. Καί ὅταν ἡ Παναγία μας παρεδόθη ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεό, τότε ἔγινε καί τό μέγα μυστήριο τῆς σωτηρίας μας καί ἀρχίζει ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή τό ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν σάρκωσι τοῦ Θεοῦ Λόγου μέσα της.
Περί μετανοίας
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Παιδί μου, σοῦ ἔχουν συγχωρεθῆ οἱ ἁμαρτίες σου οἱ πολλές. Καὶ ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι πηγὴ σωτηρίας καὶ βραβεῖο μετανοίας, γιατὶ εἶναι ἰατρεῖο ἡ μετάνοια, ποὺ θεραπεύει τὴν ἁμαρτία, δῶρο εἶναι οὐράνιο, δύναμη θαυμαστή, ποὺ νικᾶ μὲ τὴ χάρη, τῶν νόμων τὰ ἐπακόλουθα. Γι᾿ αὐτὸ δὲν ἀρνιέται τὸν πόρνο, δὲν ἀποφεύγει τὸ μοιχό, δὲν ἀποστρέφεται τὸ μέθυσο, δὲν ἀηδιάζει τὸν εἰδωλολάτρη, δὲν ἀπομακρύνει τὸν ὑβριστή, δὲν ἀποδιώχνει τὸ βλάσφημο, οὔτε τὸν περήφανο, ἀλλὰ τοὺς ἀλλάζει ὅλους, γιατὶ εἶναι χωνευτήριο τῆς ἁμαρτίας ἡ μετάνοια.
Περὶ σωτηρίας ψυχῆς
Ἀγαπητοὶ,
ὅσοι τὰ τοῦ βίου μάταια καὶ ἀπολλύμενα πράγματα κατελίπετε, ἀγωνίσασθε, ἵνα μὴ πάλιν ἐπ' αὐτὰ τὸν ὑμέτερον νοῦν ἐπιστρέψητε.
Ὁ γὰρ πλοῦτος παρέρχεται, καὶ ἡ δόξα ἀπόλλυται,
καὶ τὸ κάλλος μαραίνεται, καὶ πάντα ἀλλάσσονται,
καὶ ὡς καπνὸς ἀπόλλυνται, καὶ ὡς σκιὰ παράγουσι,
καὶ ὡς ἐνύπνιον ἐξαφανίζονται.
∆ιὰ τοῦτο ἔλεγεν ὁ Σολομών·
Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης·
καὶ ὁ ∆αυῒδ λέγει· Ἐν εἰκόνι διαπορεύεται ἄνθρωπος.
Πλὴν μάτην ταράσσονται πάντες οἱ τὰ τοῦ παρόντος βίου πράγματα ἀγωνιῶντες·
ὄντως μάτην ταράσσονται, μάτην θορυβοῦνται,
μάτην χειμάζονται, ἐπισυνάγοντες καὶ θησαυρίζοντες τὰ μετ' ὀλίγον καταλειπόμενα·
ἅπερ λαβεῖν μεθ' ἑαυτῶν οὐ δυνάμεθα, ἀλλὰ πάντα καταλιπόντες, γυμνοὶ ὡς ἐγεννήθημεν πορευσόμεθα πρὸς τὸν φοβερὸν δικαστήν.
Πρὸς ψυχὴν ῥᾳθυμοῦσαν
Ψυχή, μὴ κατάπιπτε, μηδὲ θλίβου·
μὴ προσλογίζου σεαυτὴν ἐν πλήθει ἁμαρτίας·
μὴ ἐπισπῶ τὸ πῦρ πρὸς σεαυτήν·
μὴ λέγε ὅτι ἀπέρριψέ με ὁ Κύριος ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ,
οὐ γὰρ μὴ ἀρέσει τῷ Θεῷ ὁ λόγος οὗτος,
καθότι αὐτὸς βοᾷ πρὸς σὲ λέγων·
λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἢ τί ἐλύπησά σε
ἢ τί παρηνώχλησα;
Μὴ ὁ πεσὼν οὐκ ἀνίσταται;
Ἢ ὁ ἀποστρέφων οὐκ ἐπιστρέφει;
Ἀκούεις, ψυχή, τὴν τοῦ Κυρίου ἀγαθότητα;
Μὴ γὰρ ὑπὸ χεῖρα ἄρχοντος
ἢ στρατηγοῦ ἐπράθης ὡς κατάδικος;
Μὴ θλίβου, ὅτι ἐσπάνισάς σου τὸν πλοῦτον·
μὴ αἰσχύνῃ ἐπιστρέψαι,
ἀλλὰ μᾶλλον εἰπέ,
ὅτι ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου.
Ἀνάστα, ἐλθέ.
Ὑποδέχεταί σε·
οὐκ ὀνειδίζει σε·
μᾶλλον καὶ χαίρεται ἐπὶ τῇ ἐπιστροφῇ σου.
Περὶ μετανοίας - Όσιος Εφραίμ ο Σύρος
Καρπὸς πολυφόρος ἐστὶν ἡ μετάνοια, ἀγαπητοί, ὅτι ἐκ παντὸς τρόπου προσφέρει ἔργον Θεῷ ἐνάρετον.
Ἀγρὸς πάγκαρπός ἐστιν, ὅτι ἐν παντὶ καιρῷ πολιτεύεται.
∆ένδρον ὑπάρχει ζωῆς, ὅτι πολλοὺς ταῖς ἁμαρτίαις θνῄσκοντας ἀνίστησιν.
Ἐν αὐτῇ ἐγκεντρίζεται πᾶσα ἐπουράνιος κατάστασις, ὅτι συγκοινωνός ἐστι τῆς θεότητος.
Χαίρει ταύτῃ ὁ Θεός, ὡς τῇ δυνάμει τῆς δημιουργίας αὐτοῦ, ὅτι οὓς ἡ ἁμαρτία πειρᾶται ἀπολλύειν, αὕτη ἀναδημιουργεῖ εἰς τὴν τοῦ Θεοῦ εὐδοξίαν.
Τὸ ἀζήμιον τοῦ Θεοῦ βαλάντιόν ἐστιν ἡ μετάνοια, ὅτι διαφυλάττει τῶν ἀνθρώπων τὰς ψυχὰς μὴ ἀπολέσθαι.
Τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ
Τοῦ σεβασμ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
Κάθε ἀνθρώπινη πολιτεία ἔχει ἕνα νομικὸ πλαίσιο μέσα στὸ ὁποῖο κινεῖται, γιατὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι μετὰ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου οἱ συνθῆκες ζωῆς γίνονται δύσκολες. Ὁ ἄνθρωπος περιέπεσε στὸν σκοτασμὸ τοῦ νοῦ καὶ ἄλλαξαν οἱ σχέσεις του καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὸν συνάνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος μὲ σκοτισμένο νοῦ γίνεται ἰδιοτελής, φίλαυτος, αὐτάρκης, ἐμπαθής καὶ αὐτὸ ἔχει τραγικὲς συνέπειες γιὰ τὴ ζωὴ τῆς κοινωνίας. Γι' αὐτὸν τὸν λόγο ἐμφανίσθηκαν πολλοὶ νομοθέτες ποὺ ἀγωνίσθηκαν καὶ ἀγωνίζονται νὰ κάνουν ὑποφερτὲς τὶς κοινωνικὲς συνθῆκες.
Η αντιμετώπιση του θανάτου
Πολλά πράγματα θέλουμε να μαθαίνουμε και να κατανοούμε, προπαντός όμως τον καιρό που θα γίνει η συντέλεια του κόσμου. Ο απόστολος Παύλος, για να περιορίσει την άκαιρη αυτή πολυπραγμοσύνη μας, γράφει σε μιαν επιστολή του: «Σχετικά με το χρόνο του ερχομού του Κυρίου, αδελφοί, δεν χρειάζεται να σας γράψω, γιατί κι εσείς το ξέρετε πολύ καλά, ότι η ημέρα του Κυρίου θα έρθει απροειδοποίητα, όπως ο κλέφτης τη νύχτα» (Α' Θεσ. 5:1-2).
Δίψα Θεού - Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Διψά η ψυχή μου τον Κύριο και με δάκρυα Τον ζητώ. Πως να μη Σε ζητώ; Συ με ζήτησες πρώτος και μου έδωσες να γευθώ την γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος, και η ψυχή μου Σε αγάπησε έως τέλους.
Βλέπεις, Κύριε, τη λύπη και τα δάκρυά μου... Αν δεν με προσείλκυες με την αγάπη Σου, δεν θα Σε ζητούσα όπως Σε ζητώ. Αλλά το Πνεύμα Σου το Άγιο μου έδωσε το χάρισμα να Σε γνωρίσω και χαίρεται η ψυχή μου, γιατί Συ είσαι ο Θεός μου και ο Κύριος μου και Σε διψώ μέχρι δακρύων.
Περὶ τῶν ἁγίων καὶ ἀχράντων τοῦ Κυρίου μυστηρίων
Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ
Ὁ ἀγαθὸς καὶ πανάγαθος καὶ ὑπεράγαθος θεός, ὁ ὅλος ὢν ἀγαθότης, διὰ τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος οὐκ ἠνέσχετο μόνον εἶναι τὸ ἀγαθὸν ἤτοι τὴν ἑαυτοῦ φύσιν ὑπὸ μηδενὸς μετεχόμενον.
Τούτου χάριν ἐποίησε πρῶτον μὲν τὰς νοερὰς καὶ οὐρανίους δυνάμεις, εἶτα τὸν ὁρατὸν καὶ αἰσθητὸν κόσμον, εἶτα ἐκ νοεροῦ καὶ αἰσθητοῦ τὸν ἄνθρωπον.
Πάντα μὲν οὖν τὰ ὑπ' αὐτοῦ γενόμενα κοινωνοῦσι τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος κατὰ τὸ εἶναι (αὐτὸς γάρ ἐστι τοῖς πᾶσι τὸ εἶναι, ἐπειδὴ ἐν αὐτῷ εἰσι τὰ ὄντα, οὐ μόνον ὅτι αὐτὸς ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι αὐτὰ παρήγαγεν, ἀλλ' ὅτι ἡ αὐτοῦ ἐνέργεια τὰ ὑπ' αὐτοῦ γενόμενα συντηρεῖ καὶ συνέχει), ἐκ περισσοῦ δὲ τὰ ζῷα (κατά τε γὰρ τὸ εἶναι καὶ κατὰ τὸ ζωῆς μετέχειν κοινωνοῦσι τοῦ ἀγαθοῦ), τὰ δὲ λογικὰ καὶ κατὰ τὰ προειρημένα μέν, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ λογικόν, καὶ ταῦτα μᾶλλον· οἰκειότερα γάρ πώς εἰσι πρὸς αὐτόν, εἰ καὶ πάντων ὑπέρκειται ἀσυγκρίτως.
Ὁ μέντοι ἄνθρωπος λογικὸς καὶ αὐτεξούσιος γενόμενος ἐξουσίαν εἴληφεν ἀδιαλείπτως διὰ τῆς οἰκείας προαιρέσεως ἑνοῦσθαι τῷ θεῷ, εἴ γε διαμένει ἐν τῷ ἀγαθῷ, τουτέστι τῇ τοῦ κτίσαντος ὑπακοῇ.
Εἰς τὸν Ζακχαῖον τὸν τελώνην - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
Οἱ τῶν καλῶν ἐρῶντες, οὐδὲν ἀπέχουσι τῶν διψώντων,
ὦ ἀγαπητοί.
Ὅσῳ γὰρ οὐχ εὑρίσκουσι τὸ ζητούμενον,
τοσούτῳ πρὸς τὴν δίψαν τῶν ποθουμένων ἐκκαίονται·
καὶ νύκτωρ μὲν φαντάζονται τὰς ποθουμένας,
ὡς διψῶντες, πηγάς·
μεθ' ἡμέραν δὲ τόπον ἐκ τόπου περιερχόμενοι,
ὄμμασι πολυκινήτοις περιβλεπόμενοι,
ζητοῦσι τὰ τῆς καρδίας ποθούμενα.
Καὶ ὥσπερ ὁδοιπόροι ἐν ὥρᾳ καύσωνος τὴν ἄνυδρον γῆν διατρέχουσιν,
ὑπὸ τῆς δίψης πιεσθέντες,
καὶ τὰς πηγὰς περιβλέπονται, ὡς πολλάκις
καὶ ἐπὶ βουνοὺς ἀνατρέχοντας αὐτοὺς ὅπου πηγή·
κἂν ἴδωσιν αὐτὴν πόῤῥωθεν, χαίρουσι,
καὶ ἐπιτείνονται τὴν πορείαν πρὸς αὐτὴν σπεύδοντες·
εἶτα ἐλθόντες ἐπὶ τὴν πηγὴν τὴν δίψαν τῷ ὕδατι παύουσι·
τοιοῦτοί εἰσιν οἱ φιλόχριστοι ἄνδρες.
Συμβουλὲς Γέροντος σὲ χριστιανοὺς ποὺ ζοῦν στὸν κόσμο
Ἡ παρούσα ζωὴ μᾶς δόθηκε μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ δοξάζουμε τὸ Θεό, νὰ εὐεργετοῦμε τὸν πλησίον καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, βαδίζοντας τὴ «στενὴ» καὶ «τεθλιμμένη» ὁδὸ ποὺ μᾶς ὑποδεικνύει τὸ Εὐαγγέλιο (Ματθ. 7:14).
Τὸ θεμέλιο τῆς νέας ζωῆς
Τοῦ Ὁσίου Ἰουστίνου Πόποβιτς
«Πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ.» (Φιλιππησίους 3, 18)
Ἀντίθετα στὴ ζωὴ ἐν Χριστῷ στέκει ἡ ζωὴ χωρὶς τὸ Χριστὸ καὶ ἐνάντια στὸ Χριστό. Αὐτὴ ζοῦν οἱ ἀντίπαλοι τοῦ Χριστοῦ, «οἱ ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ». Μποροῦν καὶ ὑπάρχουν τέτοιοι; Μὰ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου ἀπὸ τὸ θάνατο, ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀπὸ τὸ διάβολο, ἀπὸ τὴν κόλαση. Ὁ σταυρὸς εἶναι ἡ «δύναμη τοῦ Θεοῦ» καὶ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ εἶναι καὶ ἀνθρώπινη δύναμη καὶ ἀνθρώπινη δόξα. Ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι θεμέλιο τῆς νέας ζωῆς, τῆς αἰώνιας ζωῆς, θεμέλιο τῶν Ἀποστόλων, θεμέλιο τῶν Μαρτύρων, θεμέλιο τῶν Ὁμολογητῶν, θεμέλιο τοῦ ἀσκητισμοῦ, θεμέλιο τῆς ἁγιοσύνης, μὲ μία λέξη, θεμέλιο ὅλου τοῦ εὐαγγελίου καὶ τῆς πίστης καὶ τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας καὶ τῆς πραότητας καὶ τῆς ἀνοχῆς καὶ τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τῆς ἀπάθειας καὶ τῆς θεοποίησης. Ναί, εἶναι «ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ», μὲ τὴν ὅποια οἱ ἄνθρωποι νικοῦν ὅλους τοὺς θανάτους, ὅλες τὶς ἁμαρτίες, ὅλα τὰ κακά. Καὶ τὸ ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἐνάντιοι στὸ σταυρό, τοῦτο εἶναι πράγματι ἀξιοθρήνητο. Γι’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος κλαίγοντας μιλάει περὶ τῶν ἐχθρῶν τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ εἶναι πρωτίστως ἐχθροὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων, ἀφοῦ σκοτώνουν τὸν ἑαυτό τους ὄχι μ’ ἕνα θάνατο ἀλλὰ μ’ ἑκατοντάδες, καὶ ρίχνουν τὸν ἑαυτό τους ὄχι σὲ μία κόλαση ἀλλὰ σὲ χιλιάδες. Ὀφθαλμοφανῶς, ἐκεῖνοι εἶναι ἐχθροὶ τῆς ἀθανασίας τους, τοῦ παραδείσου τους, τῆς σωτηρίας τους, τοῦ θεϊκοῦ τους προορισμοῦ, καὶ μ’ αὐτὸ εἶναι ἐχθροὶ καὶ τῆς σωτηρίας ἀλλήλων καὶ τῆς ἀθανασίας ἀλλήλων, ἀφοῦ μποροῦν νὰ τοὺς σκανδαλίσουν καὶ νὰ τοὺς ἀποτρέψουν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας καὶ νὰ τοὺς σπρώξουν στὸν γκρεμὸ τοῦ πνευματικοῦ θανάτου.
Εὐχὴ Γ'
Ὁ λέγων αὐτήν τὴν Εὐχήν κάθε ἑσπέρας, μετὰ κατανύξεως, ἐὰν ἐπέλθη ἐπ' αὐτὸν ἡ φοβερά ὥρα τοῦ θανάτου ἐν τῇ νυκτί ταύτη, λυτροῦται τῆς κολάσεως, ἐλέει Θεοῦ.
Εὔσπλαγχνε καὶ πολυέλεε Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ, ἐλέησόν με πρὸ τῆς ἐμῆς τελευτῆς.
Οἶδα γὰρ ὅτι φρικτὸν καὶ φοβερὸν ἀναμένει με δικαστήριον ἐνώπιον πάσης τῆς κτίσεως, ὅτε καὶ τῶν ἐναγῶν καὶ παμβεβήλων μου πράξεων ἁπασῶν φανέρωσις γίνεται· ἀσύγγνωστα γὰρ ὡς ἀληθῶς καὶ ἀνάξια ὑπάρχουσι συγχωρήσεως, ὡς ὑπερβαίνοντα τῷ πλήθει ψάμμον θαλάσσιον.
Διὰ τοῦτο καὶ οὐ τολμῶ τὴν αἴτησιν τῆς ἀφέσεως τούτων ποιήσασθαι, Δέσποτα, ὅτι πλεῖον πάντων ἀνθρώπων εἰς Σέ ἐπλημμέλησα.
Ὅτι ὑπὲρ τὸν ἄσωτον ἀσώτως ἐβίωσα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν μυρία τάλαντα χρεωφειλέτης Σου γέγονα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Τελώνην κακῶς ἐτελώνησα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Ληστήν ἐμαυτόν ἐθανάτωσα,
ὅτι ὑπὲρ τὴν Πόρνην ἐγώ ὁ φιλόπορνος ἔπραξα,
ὅτι ὑπὲρ τοὺς Νινευΐτας ἀμετανόητα ἐπλημμέλησα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Μανασσῆν «ὑπερῆραν τὴν κεφαλήν μου αἱ ἀνομίαι μου καὶ ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ' ἐμέ καὶ ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους»·
ὅτι τὸ Πνεῦμα Σου τὸ ἅγιον ἐλύπησα,
ὅτι τῶν ἐντολῶν Σου παρήκουσα,
ὅτι τὸν πλοῦτόν Σου διεσκόρπισα,
ὅτι τὴν χάριν Σου ἐβεβήλωσα,
ὅτι τὸν ἀρραβῶνα, ὅν μοι δέδωκας, ἐν ἀνομίαις ἀνήλωσα,
ὅτι τὸ τίμιον κατ' εἰκόνα Σου, τὴν ψυχήν μου, ἐμόλυνα,
ὅτι τὸν χρόνον, ὅν μοι δέδωκας εἰς μετάνοιαν,
μετὰ τῶν ἐχθρῶν Σου ἐβίωσα,
ὅτι οὐδεμίαν ἐντολήν Σου ἐφύλαξα,
ὅτι τὸν χιτῶνά μου κατερρύπωσα, ὅν με ἐνέδυσας,
ὅτι τοῦ ὀρθοῦ λόγου τὴν λαμπάδα ἀπέσβεσα,
ὅτι τὸ πρόσωπόν μου, ὅ ἐφαίδρυνας,
ἐν ἁμαρτίαις ἠχρείωσα,
ὅτι τοὺς ὀφθαλμούς μου, οὕς ἐφώτισας,
ἑκουσίως ἐτύφλωσα,
ὅτι τὰ χείλη μου, ἅπερ πολλάκις τοῖς θείοις Σου μυστηρίοις ἡγίασας, αἰσχύναις ἐμόλυνα.
Καί οἶδα ὅτι πάντως τῷ φοβερῷ Σου βήματι παραστήσομαι ὡς κατάδικος ὁ παμμίαρος.
Οἶδα ὅτι πάντα τότε τὰ πεπραγμένα μοι ἐλεγχθήσονται καὶ οὐκ ἀποκρυβήσεται οὐδὲν παρὰ Σοί.
Ἀλλά δέομαί Σου, εὐσυμπάθητε, πολυέλεε, φιλανθρωπότατε Κύριε,
«μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, οὐ λέγω, μὴ παιδεύσῃς με, ἀδύνατον γὰρ τοῦτο ἀπὸ τῶν ἔργων μου, ἀλλὰ μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με».
Κερδήσω τοῦτο παρὰ Σοί, ἐὰν μὴ τῷ θυμῷ Σου καὶ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με, μηδὲ φανερώσῃς αὐτὰ Ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων ἐνώπιον εἰς αἰσχύνην μου καὶ ὄνειδος.
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»·
εἰ φθαρτοῦ βασιλέως θυμὸν οὐδεὶς ἐνεγκεῖν δύναται, πόσῳ μάλλον Σοῦ τοῦ Κυρίου τὸν θυμὸν ὁ ἄθλιος ὑποστήσομαι;
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με».
Μακάριος ο Αιγύπτιος - Mελέτημα 01
1. Μὲ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ καθένας μας κερδίζει τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Χρειάζεται ὅμως νὰ συνεισφέρει καὶ τοὺς δικούς του κόπους. Ὅπως λέει καὶ ὁ ψαλμωδός «ἄν ὁ Κύριος δὲν οἰκοδομήσει τὸ σπίτι ἤ δὲν φυλάξει τὴν πόλη, μάταια ἀγρυπνοῦν οἱ φύλακες καὶ μάταια κοπιάζουν οἱ οἰκοδόμοι.
Ἡ Διδαχὴ τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων
Διδαχὴ Κυρίου διὰ τῶν δώδεκα ἀποστόλων τοῖς ἔθνεσιν.
Κείμενο τοῦ πρώτου ἢ ἀρχὲς τοῦ δευτέρου αἰώνος μ.Χ., τὸ ὁποῖο διατηρεῖ τμήματα τῶν παλαιοτέρων διασωζομένων κατηχήσεων τῆς Ἐκκλησίας.
Α'
1. Ὁδοὶ δύο εἰσί, μία τῆς ζωῆς καὶ μία τοῦ θανάτου (Ἱερ. 21,8),
διαφορὰ δὲ πολλὴ μεταξὺ τῶν δύο ὁδῶν.
2. Ἡ μὲν οὖν τῆς ζωῆς ἐστιν αὕτη·
πρῶτον ἀγαπήσεις τὸν Θεὸν τὸν ποιήσαντά σε,
δεύτερον τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν (Ματθ.22, 37-39 Σοφ.Σειράχ 7,30)·
πάντα δὲ ὅσα ἐὰν θελήσῃς μὴ γίνεσθαί σοι,
καὶ σὺ ἄλλῳ μὴ ποίει (Τωβίτ 4,15).
3. Τούτων δὲ τῶν λόγων ἡ διδαχή ἐστιν αὕτη·
«εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν
καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν ὑμῶν» (Ματθ. 5,44-46 Λουκ. 6,27-28),
νηστεύετε δὲ ὑπὲρ τῶν διωκόντων ὑμᾶς·
ποία γὰρ χάρις, ἐὰν φιλῆτε τοὺς φιλῶντας ὑμᾶς;
Οὐχὶ καὶ τὰ ἔθνη τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν;
Ὑμεῖς δὲ φιλεῖτε τοὺς μισοῦντας ὑμᾶς (Ματθ, 5,46),
καὶ οὐχ ἕξετε ἐχθρόν.
4. Ἀπέχου τῶν σαρκικῶν καὶ σωματικῶν ἐπιθυμιῶν (Α' Πέτρ. 2,11)·
ἐὰν τίς σοι δῷ ῥάπισμα εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα,
στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην, καὶ ἔσῃ τέλειος·
ἐὰν ἀγγαρεύσῃ σέ τις μίλιον ἕν,
ὕπαγε μετ’ αὐτοῦ δύο·
ἐὰν ἄρῃ τις τὸ ἱμάτιόν σου,
δὸς αὐτῷ καὶ τὸν χιτῶνα·
ἐὰν λάβῃ τις ἀπὸ σοῦ τὸ σόν, μὴ ἀπαίτει (Ματθ. 5,39-41)·
οὐδὲ γὰρ δύνασαι.
5. Παντὶ τῷ αἰτοῦντί σε δίδου καὶ μὴ ἀπαίτει (Λουκ. 6,30)·
πᾶσα γὰρ θέλει δίδοσθαι ὁ Πατὴρ
ἐκ τῶν ἰδίων χαρισμάτων.
Μακάριος ὁ διδοὺς κατὰ τὴν ἐντολήν·
ἀθῷος γάρ ἐστιν.
Οὐαὶ τῷ λαμβάνοντι·
εἰ μὲν γὰρ γὰρ χρείαν ἔχων λαμβάνει τις,
ἀθῷος ἔσται·
ὁ δὲ μὴ χρείαν ἔχων δώσει δίκην,
ἱνατί ἔλαβε καὶ εἰς τί·
ἐν συνοχῇ δὲ γενόμενος ἐξετασθήσεται περὶ ὧν ἔπραξε, καὶ οὐκ ἐξελεύσεται ἐκεῖθεν,
μέχρις οὗ ἀποδῷ τὸν ἔσχατον κοδράντην (Ματθ. 5,26).
6. Ἀλλὰ καὶ περὶ τούτου δὲ εἴρηται·
Ἱδρωσάτω ἡ ἐλεημοσύνη σου εἰς τὰς χεῖράς σου,
μέχρις ἂν γνῷς, τίνι δῷς (Σοφ. Σειράχ 12,1).
Μυστική σημασία
Μερικά ἀπό τά θαύματα τοῦ Κυρίου μας εἶχαν μιά μυστική σημασία. Μά αὐτό δέν σημαίνει πώς τά θαύματα αὐτά δέν εἶχαν κάποιο ἰδιαίτερο σκοπό. Ἀντίθετα μάλιστα. Ὑποδήλωναν μιά εὐεργεσία γενική• γιά όλους• πού ἦταν πιά καιρός νά ἐκχυθῆ σέ ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα. Ἕνα τέτοιο θαῦμα ἦταν ἡ ξήρανση τῆς ἄκαρπης συκής.
α. ἡ ξήρανση τῆς ἄκαρπης συκής
Ἡ ἄκαρπη συκιά ἦταν πλούσια σέ φύλλα. Μόνο σέ φύλλα[31]. Γιά τό δένδρο αὐτό ἡ ἁγία Γραφή, στήν διήγηση γιά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων πατέρων, μᾶς λέγει πώς ἡ συκιά ἦταν ἕνα ἀπό τά δένδρα τοῦ Παραδείσου[32]. Ἀπό αὐτό ἐπῆραν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα φύλλα γιά νά κρύψουν τήν γύμνωσή τους. Πρίν πέσουν στήν ἁμαρτία, οἱ προπάτορές μας δέν εἶχαν καθόλου αἰσθανθῆ πώς ἦσαν γυμνοῖ. Δέν τήν αἰσθάνονταν τότε τήν γυμνότητά τους. Τούς τήν ἔδειξε μετά ἡ ἁμαρτία. Αὐτό μᾶς λέει, πώς πρέπει νά εἶναι σωστή ἡ ἄποψη τῶν ἁγίων πατέρων, πού μᾶς λένε πώς ὁ ἀπαγορευμένος καρπός ἦταν σῦκο. Κατευθυνόμενος πρός τήν Ἱερουσαλήμ ὁ Κύριος, μᾶς λέγει τό Εὐαγγέλιο, ἐπείνασε. Καί ἐπῆγε σέ μιά συκιά. Μά δέν βρῆκε σ' αὐτήν καρπό. Καί δίκαια δέν βρῆκε. Γιατί τόν ζητοῦσε παράκαιρα. Παράκαιρα εἶχε ἀφήσει τόν Ἑαυτό Του ὁ Κύριος καί νά αἰσθανθῆ τήν πείνα[33]. Τό ἔκαμε, γιά νά δείξη, ὅτι ἡ ἐπιθυμία τῶν προπατόρων νά φᾶνε τόν ἀπαγορευμένο καρπό δέν ἦταν σωστή• ἦταν παράκαιρη. Γι' αὐτό ἐπῆγε στή συκιά παράκαιρα, ἐποχή πού δέν ἦσαν καιρός σύκων. Γι' αὐτό ἐπείνασε παράκαιρα. Ἐπειδή ἦλθε νά ἄρη καί νά διορθώση ὅλες μας τίς κακές ἐπιθυμίες. Καί νά τίς σβήση.
Τὸ ποτήρι τῶν θλίψεων
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Μιὰ χάρη ζήτησαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ δύο ἀγαπημένοι μαθητές Του, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, λίγο πρὶν τὸ Πάθος Του.
-Διδάσκαλε, τοῦ εἶπαν, θέλουμε αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ ζητήσουμε νὰ μᾶς τὸ κάνεις. -Τὶ θέλετε νὰ κάνω γιὰ σᾶς; ρώτησε Ἐκεῖνος. -Ὅταν θὰ ἐγκαταστήσεις τὴν ἔνδοξη βασιλεία Σου, τοῦ ἀποκρίθηκαν, βάλε μας νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά Σου καὶ ὁ ἄλλος στὰ ἀριστερά Σου. -Δὲν ξέρετε τὶ ζητᾶτε, τοὺς εἶπε τότε ὁ Ἰησούς. Μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήρι τῶν παθημάτων ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ καὶ νὰ βαπτιστεῖτε μὲ τὸ βάπτισμα μὲ τὸ ὁποῖο θὰ βαπτιστῶ ἐγώ;-Μποροῦμε, τοῦ λένε.
Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπάντησε:
-Τὸ ποτήρι ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ θὰ τὸ πιεῖτε, καὶ μὲ τὸ βάπτισμα τῶν παθημάτων μου θὰ βαπτιστεῖτε. Τὸ νὰ καθίσετε ὅμως στὰ δεξιά μου καὶ στὰ ἀριστερά μου δὲν μπορῶ νὰ σᾶς τὸ δώσω ἐγώ, ἀλλὰ θὰ δοθεῖ σ' αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμαστεῖ. (βλ. Μάρκ. 10: 35-40)
Ὁ Θεὸς σὲ ἀγαπᾶ
Μία ἀπὸ τὶς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γράφει: «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Ἰω. 4,16). Πολλοὶ ἀπὸ μᾶς ζητοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὰ ὑλικὰ πράγματα. Ἄν μᾶς δίνει τὴν ὑγεία μας, ἄν προστατεύει τὴ ζωή μας, τὰ παιδιά μας, ἄν μᾶς δίνει ἄφθονα ὑλικὰ ἀγαθά, τότε λέμε ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ. Κάνουμε λάθος.
Ἡ Ἐκκλησία προϋπόθεσις τῆς σωτηρίας
Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι μας εἶναι προϋπόθεσις τῆς σωτηρίας μας. Γι' αὐτὸ καὶ στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἀφοῦ ὁμολογοῦμε πίστι στὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε καί «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
Περὶ μετανοίας
∆ιὰ τοῦτο συνεχῶς τὸν περὶ μετανοίας κινῶ λόγον,
ἵνα μήτε ὁ ἁμαρτάνων ἀπογινώσκῃ,
μήτε ὁ κατορθῶν μέγα φρονῇ.
∆ίκαιος εἶ; μὴ ἐκπέσῃς·
ἁμαρτωλὸς εἶ; μὴ ἀπογνῷς·
κἂν καθ' ἡμέραν ἁμαρτάνῃς, καθ' ἡμέραν μετανόει·
ὅπερ ἐν ταῖς οἰκίαις ποιοῦμεν ταῖς παλαιαῖς,
ὅταν σαθρωθῶσιν,
ὑπεξαιρούμεθα τὰ σεσαθρωμένα,
καὶ καινὰ ἐπισκευάζομεν,
καὶ οὐδέποτε συνεχοῦς ἐπιμελείας ἀπολείπομεν.
Ομιλία εις τον παραλυτικόν επί την κολυμβήθραν
1 Ὅπου ἂν φανῇ Ἰησοῦς, ἐκεῖ καὶ ἡ σωτηρία.
Κἄν τε γὰρ ἴδῃ τελώνην καθήμενον ἐπὶ τοῦ τελωνίου, τοῦτον ἀπόστολον ποιεῖ καὶ εὐαγγελιστήν, κἄν τε μετὰ νεκρῶν ταφῇ, νεκροὺς ἐγείρει. Καὶ τυφλοῖς μὲν τὸ βλέπειν χαρίζεται, κωφοῖς δὲ τὸ ἀκούειν. Καὶ τὰς κολυμβήθρας περιέρχεται, οὐ τὰς οἰκοδομὰς ζητῶν, ἀλλὰ τοὺς νοσοῦντας ἰατρεύων.
Όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ – Σταχυολογήματα
Ιερά Μονή Παρακλήτου
Τρεῖς εἶναι οἱ ἁγιότερες μορφές τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ Βορρᾶ, ὁ ὅσιος Θεοδόσιος τοῦ Κιέβου, ὁ ὅσιος Σέργιος τοῦ Ραντονέζ καὶ ὁ ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ.
Ὁ ὅσιος Σεραφείμ, νεότερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἔζησε τὸν 18ο καὶ 19ο αἰώνα. Γεννήθηκε στὶς 19 Ἰουλίου τοῦ 1759 στὴν πόλη Κούρσκ καὶ ἔμεινε ἐκεῖ ὡς τὸ δεκαεννέα του χρόνια. Στὴν ἡλικία αὐτὴ πῆρε τὴ γενναία ἀπόφαση νὰ ἀφοσιωθεῖ ὁλόψυχα στὸ Θεό καὶ ὁδήγησε τὰ βήματά του στὸ Μοναστήρι τοῦ Σάρωφ.
Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ Χρυσοστόμου συλλεγὲν παρὰ Θεοδώρου· τί πράττων ὁ Χριστιανὸς κληρονομήσει ζωὴν αἰώνιον.
Ἀγαπᾷν τὸν Θεὸν ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς αὐτοῦ καὶ τῆς δυνάμεως, καὶ φυλάσσειν τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ, καὶ τὸν πλησίον ἀγαπᾷν, ὡς ἑαυτὸν, κατὰ τὴν τοῦ Κυρίου φωνὴν εἰπόντος·
Ἐὰν τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπῃ μου·
καὶ πάλιν, Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες, ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγαπᾶτε ἀλλήλους.
Στάρετς Λεωνίδας - Ἔγινα χειρότερος...
Μαθητής: Γιατί, πάτερ, ἐνῶ πέρασαν πέντε ὁλόκληρα χρόνια ἀπό τότε ποῦ ἦρθα στό μοναστήρι, πέντε χρόνια γεμάτα σκληρούς ἀγῶνες νά διορθώσω τόν ἑαυτό μου, τώρα ἀντιλαμβάνομαι ὅτι συμβαίνει τό ἄκρως ἀντίθετο; Ὅτι δηλαδή, ἔγινα χειρότερος• πράγμα πού τό μαρτυροῦν οἱ ἀπερίσκεπτες ἐνέργειές μου, ἡ παγωμένη καρδιά μου καί ἡ δειλία μου;
Παραίνεσις περὶ ὑπομονῆς καὶ κατανύξεως ψυχῆς - Ἁγίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου
Ἀγαπητοί, γενώμεθα ὡς γενναῖοι στρατιῶται ὑπὲρ τοῦ βασιλέως ἡμῶν ἑτοίμως ἀποθνῄσκοντες.
Ὅτε γὰρ ἐν κόσμῳ ὑπήρχομεν, ὅτε ἐν βιωτικοῖς ἀνεστρεφόμεθα πράγμασι, ταῦτα οὐκ ἐπάσχομεν, οὐδὲ τοιαύτας θλίψεις ὑφιστάμεθα.
Προς Εφεσίους Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου
Ἰγνάτιος, ὁ καὶ Θεοφόρος, τῇ εὐλογημένῃ ἐν μεγέθει Θεοῦ πατρὸς πληρώματι, τῇ προωρισμένῃ πρὸ αἰώνων εἶναι διὰ παντὸς εἰς δόξαν παράμονον ἄτρεπτον, ἡνωμένῃ καὶ ἐκλελεγμένῃ ἐν πάθει ἀληθινῷ ἐν θελήματι τοῦ πατρὸς καὶ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, τῇ ἐκκλησίᾳ τ
Περί σωτηρίας ψυχής και Παραδείσου - Επιστολή Γέροντος Εφραίμ του εν Αριζόνα
Θα έλθη καιρός, θα σημάνη ημέρα, θα έλθη στιγμή, όπου θα κλείσουν αυτά τα μάτια και θα ανοιχθούν τα της ψυχής. Τότε θα ίδωμεν νέον κόσμον, νέας υπάρξεις, καινήν κτίσιν, νέαν ζωήν μη έχουσαν τέρμα. Ο τίτλος της: «Αθανασία άπειρος».
Η καλωσύνη βλάπτει τον αμετανόητο
- Γέροντα, θυμάμαι, μια φορά με είχατε μαλώσει πολύ.
Θέλουν νά κάμουν θαύματα
Δύσκολο στόν ἄνθρωπο νά ἔχη δόξα καί τιμή χωρίς ζημία στήν ψυχή του[69].
Σε τι και πόσο βοηθούν τα θαύματα.
Ὁ Θεός, γιά νά ἀποκαταστήση τήν κοινωνία μέ τόν ἐκπεσόντα ἄνθρωπο, εὐδόκησε νά περιβληθῆ ὁ Λόγος Του σῶμα ἀνθρώπινο• νά φανῆ ἀνάμεσά μας• νά μᾶς συναναστραφή• νά ἔχη στενή ἐπικοινωνία μαζί μας. Καί ἀφοῦ ἔτσι μᾶς προσοικειωθῆ, νά μᾶς ἀνεβάση τόν οὐρανό.
Δέν μᾶς χρειάζονται θαύματα
Γίνεται λοιπόν φανερό, γιατί οἱ ἅγιοι πατέρες Σισώης, Ποιμήν καί ἄλλοι, ἐνῶ εἶχαν σέ πλούσιο βαθμό τό χάρισμα τῶν ἰαμάτων, ἔκαναν ὅ,τι μποροῦσαν νά τό κρύψουν. Δέν εἶχαν ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό τους. Ἤξεραν, πώς εἶναι εὔκολο στόν ἄνθρωπο νά «τραπῆ», νά «ξεφύγη». Καί γιά αὐτό περιχαράκωναν, τόν ἑαυτό τους μέ τήν ταπείνωση[76].
Θέλουν νά τούς γίνουν θαύματα
Τόν Δ' Αἰῶνα ζοῦσε στήν Αἴγυπτο ἕνας ἅγιος Γέροντας, πού εἶχε καί αὐτός τό χάρισμα τῶν ἰαμάτων• ἀπό αὐτό εἶχε ἀποκτήσει πολύ μεγάλη δόξα. Γρήγορα ὅμως παρατήρησε, ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια τόν ἐξουσίαζε, καί ὅτι δέν ἦταν σέ θέση νά τήν νικήση μέ τίς δικές του δυνάμεις. Καί τότε μέ πολύ θερμή προσευχή κατέφυγε στό Θεό. Καί Τόν παρακάλεσε νά ἐπιτρέψη νά δαιμονισθῆ• γιά νά ταπεινωθῆ.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ
Γιά νά καταλάβωμε, τί σημασία ἔχει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά τόν τηρήσωμε. Οἱ ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, ὅταν ἐμεῖς ἀρχίσωμε νά τίς τηροῦμε, ἀρχίζουν καί σιγὰ σιγά μᾶς μεταμορφώνουν• μᾶς ἀναδημιουργοῦν• μᾶς ζωοποιοῦν• μας μεταβάλλουν τόν τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι• τά συναισθήματα τῆς καρδιᾶς μας• ἀκόμη καί τό σῶμα μας.
Δέν μᾶς χρειάζονται πιά
Ἄν τά σημεῖα καί τά θαύματα ἦσαν ὁπωσδήποτε ἀπαραίτητα, θά παρέμεναν γιά πάντα. Γιά πάντα παραμένει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Τά θαύματα, σάν πύλη, ἁπλῶς μᾶς ὁδηγοῦν σ' αὐτόν. Αὐτός ἐξαπλώθηκε. Αὐτός κυριάρχησε. Αὐτός κατέκτησε τόν κόσμο. Αὐτός ἑρμηνεύθηκε μέ τόσο ὑπέροχο τρόπο ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες.
Σημεῖα τῆς αἰώνιας σωτηρίας
Τά θαύματα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ ἦσαν οἱ πιό μεγάλες ὑλικῆς φύσης εὐεργεσίες, πού μπορεῖ νά φαντασθῆ ὁ ἄνθρωπος. Ποιά εὐεργεσία μπορεῖ νά θεωρηθῆ πιό μεγάλη ἀπό τήν ἐπαναφορά ἑνός νεκροῦ στή ζωή; Ποιά εὐεργεσία θά νομισθῆ πολυτιμότερη ἀπό τήν θεραπεία ἀνίατης ἀσθένειας, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά μή ζῆ, ἐνῶ ἀκόμη ζῆ; πού κάνει τή ζωή νά ὁμοιάζη πιό πολύ μέ θάνατο παρά μέ ζωή;
Τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ
Ἄς ἰδοῦμε ὅμως τώρα τά θαύματα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Τό δῶρο δέν δίδεται ἀπό ὑποχρέωση. Δίνεται ἀπό καλή διάθεση καί καλωσύνη. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ὑποχρέωση νά βλέπουν δῶρο καί δωρητή μέ πολλή εὐλάβεια καί εὐγνωμοσύνη. Γιατί ὁ δωρητής εἶναι ὁ Θεός, πού ἔλαβε ἀνθρώπου φύση γιά τήν σωτηρία μας. Καί τό δῶρο Του εἶναι μιά μαρτυρία γι' Αὐτόν.
Ομιλία 50
Τίς ἦν ὁ κλείσας τὰς θύρας τῶν οὐρανῶν; Ἠλίας ἢ ὁ Θεὸς ἦν ἐν αὐτῷ ὁ ἐπιτάξας καὶ τῷ ὑετῷ; νομίζω ὅτι ὁ ἐξουσιαστὴς τοῦ οὐρανοῦ αὐτὸς ἐνεκαθέσθη ἐντὸς τοῦ νοὸς αὐτοῦ, καὶ διὰ τῆς γλώττης αὐτοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐκώλυσε τοῦ μὴ κατελθεῖν ὑετὸν ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ πάλιν εἶπε, καὶ ἠνοίγησαν αἱ πύλαι τῶν οὐρανῶν καὶ κατῆλθεν ὁ ὑετός. Ὁμοίως καὶ Μωϋσῆς ἔθηκε ῥάβδον, καὶ ἐγένετο ὄφις.
Ομιλία 23
Ὁ μαργαρίτης ὁ μέγας καὶ πολύτιμος καὶ βασιλικὸς ὁ εἰς διάδημα βασιλικὸν προχωρῶν βασιλέως μόνου χρῄζει, καὶ βασιλεὺς μόνος τὸν μαργαρίτην τοῦτον δύναται φορεῖν· ἄλλῳ δὲ ἀνθρώπῳ φορεῖν τὸν τοιοῦτον μαργαρίτην οὐκ ἔξεστιν.
Ομιλία 20
Εἴ τις γυμνός ἐστιν ἀπὸ τοῦ ἐνδύματος τοῦ θεϊκοῦ καὶ ἐπουρανίου, ὅπερ ἐστὶν ἡ τοῦ πνεύματος δύναμις (καθὼς εἴρηται· εἰ δέ τις πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν αὐτοῦ), κλαιέτω καὶ παρακαλείτω τὸν Κύριον, ἵνα λάβῃ τὸ ἐξ οὐρανοῦ πνευματικὸν ἔνδυμα, ἵνα ἀμφιασθῇ τὴν ἀπὸ θείας ἐνεργείας γεγυμνωμένην ψυχήν, ὅτι πολλὴν αἰσχύνην ἀτιμίας παθῶν περιβέβληται ὁ μὴ ἐνδεδυμένος τὸ τοῦ Πνεύματο
Ομιλία 17
Οἱ τέλειοι Χριστιανοὶ οἱ καταξιωθέντες ἐλθεῖν εἰς μέτρα τελειότητος καὶ γενέσθαι ἐγγύτατοι βασιλέως, οὗτοι τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ πάντοτε ἀφιερωμένοι εἰσίν.
Μακάριος ο Αιγύπτιος - Mελέτημα 34
1. Ὅπως οἱ ἄνθρωποι στὸν κόσμο μαζεύουν τὸν πλοῦτο ἀπὸ διάφορες ἐργασίες, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὰ πνευματικά. Ἄλλοι μαζεύουν τὸν ἐπουράνιο πλοῦτο ἀπὸ διάφορα χαρίσματα, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς δόθηκε. Ἄλλοι ἀπὸ διάφορες ἀσκήσεις καὶ διάφορες πνευματικὲς ἐργασίες, ποὺ γίνονται μόνο γιὰ τὸ Θεό.
Διάφορες διηγήσεις που μας ενθαρρύνουν για υπομονή και ανδρεία
1. Πήγαν κάποιοι στον αββά Αντώνιο και του είπαν:
- "Πές μας κάποιο λόγο πώς να σωθούμε".
Και ο Γέροντας τους λέει:
- "Ακούσατε τί λέει η Γραφή; Σας αρκεί αυτή".
Aλλά αυτοί είπαν:
- "Θέλουμε και από σένα, πάτερ, να ακούσουμε".
Και ο Γέροντας τους είπε:
Ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ εἰρηνεύῃ καὶ νὰ προοδεύῃ χωρὶς νὰ χάνῃ καιρὸ
Κάνε ἐκεῖνα ποὺ σοῦ εἶπα στὸ κστ´ κεφάλαιο τοῦ πρώτου μέρους, δηλαδὴ ὅλες τὶς φορὲς ποὺ θὰ δῇς τὸν ἑαυτό σου νὰ πέφτῃ σὲ κάποιο ἐλάττωμα ἀπὸ τὰ συγγνωστά, μικρότερο ἢ μεγαλύτερο καὶ χίλιες φορὲς τὴν ἡμέρα νὰ τὸ κάνῃς αὐτὸ καὶ πάντοτε μὲ τὴν θέλησί σου καὶ
Δὲν πρέπει κανεὶς νὰ ζητᾷ τροφὲς οὔτε κάτι ποὺ προξενεῖ ὄρεξι, ἀλλὰ μόνον τὸν Θεὸ
Νὰ διαλέγῃς πάντοτε τὰ βάσανα καὶ τὶς θλίψεις καὶ νὰ ἀγαπᾷς νὰ ἔχῃς χαρὰ μερικῶν φιλιῶν καὶ ὑπερασπίσεων ποὺ δὲ σοῦ προξενοῦν καμμία ὠφέλεια στὴν ψυχὴ καὶ νὰ χαίρεσαι νὰ εἶσαι ὑπὸ τὴν ἐξουσία ἄλλων καὶ νὰ ἐξαρτᾶσαι ἀπὸ τὴν θέλησι ἄλλων. Τὸ κάθε τί πρέπει νὰ σοῦ γίνεται αἰτία καὶ λόγος νὰ πορεύεσαι πρὸς τὸν Θεὸ καὶ κανένα πρᾶγμα νὰ μὴν σὲ ἐμποδίζῃ ἀπὸ τὸν δρόμο αὐτόν.
Ἡ ψυχὴ ἀφοῦ ἀπογυμνωθῆ ἀπὸ τὴν θέλησί της, πρέπει νὰ στέκεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
Ἐλπίζοντας, ἀδελφέ, στὸν ἴδιο τὸν Θεό, ποὺ σὲ προσκαλεῖ λέγοντας: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11,29), δηλαδὴ ἐλᾶτε ὅλοι ἐσεῖς ποὺ εἶσθε κουρασμένοι καὶ φορτωμένοι κι ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω, σ᾿ αὐτὸ τὸ κάλεσμα λέγω τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ ἀκολουθῇς προσμένοντας τὸν ἐρχομὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Πῶς πρέπει νὰ προετοιμαζώμαστε ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν ποὺ μᾶς πολεμοῦν κατὰ τὸν καιρὸ τοῦ θανάτου
Ὅλη μας ἡ ζωὴ εἶναι ἕνας παντοτινὸς πόλεμος πάνω στὴ γῆ καὶ πρέπει νὰ πολεμοῦμε πάντοτε μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς, ὅπως εἴπαμε στὸ ιε´ κεφάλαιο τοῦ α´ μέρους. Ὅμως ἡ κύρια κι ἡ πιὸ σπουδαία ἡμέρα τοῦ πολέμου εἶναι κατὰ τὴν τελευταία ὥρα τοῦ θανάτου.
Πῶς πρέπει νὰ μελετᾷ κανεὶς καὶ νὰ προσεύχεται διὰ μέσου τῶν Ἀγγέλων καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων
Δυὸ τρόπους μπορεῖς νὰ μεταχειρισθῇς γιὰ νὰ δεχθῇς τὴν βοήθεια καὶ προστασία τῶν ἐπουρανίων ἁγίων.
Αόρατος Πόλεμος
Καὶ δικαιότατη καὶ αὐτὴ ποὺ πρέπει εἶναι ἡ ἐπωνυμία ποὺ παίρνει τὸ ψυχωφελέστατο βιβλίο.