»»» Τα 200 κεφάλαια περί του πνευματικού νόμου
Τα 200 κεφάλαια περί του πνευματικού νόμου
Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής
·1· Ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς θελήσατε νὰ μάθετε πῶς ὁ νόμος εἶναι πνευματικὸς (Ρωμ. 7, 14) κατὰ τὸν Ἀπόστολο, καὶ τὶ πρέπει νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ κάνουν ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν νὰ τὸν φυλάξουν, πάνω σ' αὐτὸ τὸ ζήτημα θὰ σᾶς πῶ κατὰ τὴ δύναμή μου.
·2· Πρῶτα-πρῶτα γνωρίζομε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀρχὴ κάθε καλοῦ καὶ μέση καὶ τέλος. Τὸ καλὸ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ πράττεται ἢ νὰ πιστεύεται, παρὰ μόνο μὲ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό καὶ μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
·3· Κάθε ἀγαθό, κατ' οἰκονομίαν ἔχει χαριστεῖ στοὺς ἀνθρώπους. Κι ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει ἔτσι δὲν θὰ τὸ χάσει ποτέ.
·4· Ἡ βέβαιη πίστη εἶναι ἕνας πύργος. Ὁ Χριστὸς γίνεται τὰ πάντα στὸν πιστεύοντα.
·5· Σὲ κάθε προσπάθειά σου, βάλε ἀρχὴ τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι ἡ ἀρχὴ κάθε ἀγαθοῦ, γιὰ νὰ γίνει κατὰ Θεόν ἐκεῖνο ποὺ ἀποφάσισες νὰ κάνεις.
·6· Ὅποιος ἔχει ταπεινοφροσύνη καὶ ἐργασία πνευματική, ὅσα διαβάζει στὶς θεῖες Γραφές, ὅλα θὰ τὰ ἐννοήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι γιὰ ἄλλον.
·7· Νὰ παρακαλεῖς τὸ Θεὸ νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς σου, γιὰ νὰ δεῖς τὴν ὠφέλεια τῆς προσευχῆς καὶ τῆς μελέτης ἐκείνης ποὺ ἐφαρμόζεται στὴν πράξη.
·8· Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κάποιο πνευματικὸ χάρισμα καὶ συμπαθεῖ ἐκείνους ποὺ δὲν ἔχουν, μὲ τὴ συμπάθεια φυλάγει τὸ χάρισμα. Ὁ ἀλαζόνας καὶ ὑπερήφανος θὰ τὸ χάσει ἀπὸ τοὺς ἀλαζονικοὺς λογισμούς του.
·9· Τὸ στόμα τοῦ ταπεινόφρονα λέει τὴν ἀλήθεια. Ἐκεῖνος ποὺ ἀντιλέγει στὴν ἀλήθεια εἶναι ὅμοιος μὲ τὸν ὑπηρέτη ἐκεῖνον ποὺ ράπισε τὸν Κύριο στὸ πρόσωπο (Ιω. 18, 22).
·10· Μὴ γίνεις μαθητής ἐκείνου ποὺ ἐπαινεῖ τὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ μὴ μάθεις ὑπερηφάνεια ἀντὶ ταπείνωση.
·11· Μὴν ὑψηλοφρονήσεις ἐπειδὴ ἐννοεῖς τὶς Γραφές, γιὰ νὰ μὴν περιπέσεις στὸ πνεῦμα τῆς βλασφημίας.
·12· Μὴν προσπαθεῖς νὰ λύσεις κάποιο δύσκολο πρόβλημα μὲ φιλονικία, ἀλλὰ μὲ τὰ μέσα ποὺ ἐπιβάλλει ὁ πνευματικὸς νόμος, δηλαδὴ μὲ τὴν ὑπομονή, τὴν προσευχή καὶ τὴν ἁπλότητα τῆς ἐλπίδας.
·13· Ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται σωματικὰ χωρίς νὰ ἔχει ἀκόμη γνώση πνευματική, εἶναι τυφλὸς ποὺ φωνάζει: «Υἱὲ Δαβίδ ἐλέησόν με» (Λουκ. 18, 38).
·14· Ὁ ἄλλοτε τυφλὸς ὅταν θεραπεύτηκε ἡ τύφλωσή του καὶ εἶδε τὸν Κύριο, δὲν τὸν ἀποκάλεσε πλέον υἱὸ τοῦ Δαβίδ, ἀλλὰ ἀφοῦ Τὸν ὁμολόγησε «Υἱὸ Θεοῦ» (Ιω. 9, 38), Τὸν προσκύνησε.
·15· Μὴν ὑπερηφανευτεῖς ἂν χύνεις δάκρυα στὴν προσευχή σου. Εἶναι ὁ Χριστὸς ποὺ ἄγγιξε τὰ μάτια σου καὶ θεράπευσε τὴν τύφλωση τοῦ νοῦ σου.
·16· Ἐκεῖνος ποὺ μιμήθηκε τὸν τυφλό καὶ ἔβγαλε τὸ ροῦχο του καὶ πλησίασε τὸν Κύριο (Μαρκ. 10, 50), ἔγινε ἀκόλουθός Του καὶ κήρυκας των τελειοτέρων δογμάτων.
·17· Ἡ κακία, ὅταν τὴν μελετᾶ κανεὶς μὲ τὴν σκέψη του, ἀποθρασύνει τὴν καρδιά. Ἐκεῖνος ποὺ σκοτώνει τὴν κακία μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν ἐλπίδα, δίνει στὴν καρδιά του συντριβή.
·18· Ὑπάρχει συντριβὴ καρδιᾶς ἤρεμη καὶ ὠφέλιμη ποὺ φέρνει κατάνυξη σ' αὐτή. Καὶ ὑπάρχει καὶ ἄλλη συντριβὴ ἀνώμαλη καὶ ἐπιβλαβής, ποὺ πληγώνει τὴν καρδιά.
·19· Ἀγρυπνία καὶ προσευχή καὶ ὑπομονὴ τῶν θλιβερῶν, φέρουν συντριβὴ ἀσφαλή καὶ ὠφέλιμη στὴν καρδιά, ἀρκεῖ νὰ μὴν διαλύσομε τὴν ἰσορροπία τῶν τριῶν αἰτῶν μὲ τὴν πλεονεξία. Ἐκεῖνος ποὺ ὑπομένει σ' αὐτὰ, θὰ λάβει βοήθεια καὶ στὰ ἄλλα. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ τὰ ἀμελεῖ καὶ διασκορπίζεται ἐδῶ κι ἐκεῖ, θὰ νιώσει ἀνυπόφορη ὀδύνη κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου.
·20· Ἡ καρδιὰ ποὺ ἀγαπᾶ τὶς ἡδονὲς γίνεται φυλακή καὶ ἁλυσίδα στὴν ψυχὴ κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου. Ἑνῶ ἡ φιλόπονη καρδιὰ εἶναι πόρτα ἀνοιχτή.
·21· Σιδερένια πόρτα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν πόλη εἶναι ἡ σκληρὴ καρδιά. Σ' ἐκεῖνον ὅμως ποὺ κακοπαθεῖ καὶ εἶναι θλιμμένος, ἀνοίγεται ἀπὸ μόνη της, ὅπως καὶ στὸν Πέτρο (Πραξ. 12, 10).
·22· Πολλοὶ εἶναι οἱ τρόποι τῆς προσευχῆς καὶ διαφέρει ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ἀλλὰ κανένας τρόπος προσευχῆς δὲν εἶναι ἐπιβλαβής, ἐκτὸς ἂν δὲν εἶναι προσευχή, ἀλλὰ σατανικὴ ἐργασία.
·23· Κάποιος ἄνθρωπος θέλησε νὰ κάνει κακό, ἀλλὰ ἀπὸ συνήθεια προσευχήθηκε προηγουμένως. Καὶ κατ' οἰκονομία Θεοῦ ἐμποδίστηκε καὶ ὕστερα πολὺ εὐχαρίστησε τὸν Θεό.
·24· Ὁ Δαβίδ θέλοντας νὰ φονεύσει τὸν Νάβαλ τὸν Καρμήλιο θυμήθηκε τὴν θεία ἀνταπόδοση καὶ παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν σκοπό του. Εὐχαρίστησε πολὺ τὸ Θεὸ γι' αὐτὸ (Α' Βασιλ. 25). Γνωρίζομε πάλι τὶ ἔκανε ὅταν λησμόνησε τὸν Θεό, καὶ δὲ σταματοῦσε τὴν ἁμαρτία, μέχρις ὅτου ὁ προφήτης Νάθαν τὸν ἔφερε στὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ (Β' Βασιλ. 12).
·25· Ὅταν θυμᾶσαι τὸ Θεό, πολλαπλασίασε τὴ δέησή σου, γιὰ νὰ σοῦ θυμίσει ὁ Κύριος ὅταν Τὸν λησμονήσεις.
·26· Ὅταν διαβάζεις τὶς θεῖες Γραφές, νὰ ἐννοεῖς τὰ κρυμμένα σ' αὐτὲς νοήματα. Γιατὶ ὅσα γράφτηκαν στὸ παρελθόν, ὅλα ἔχουν γραφτεῖ γιὰ διδασκαλία μας (Ρωμ. 15, 4).
·27· Ἡ Γραφὴ ὀνομάζει τὴν πίστη «ὑπόσταση ὅσων ἐλπίζομε» (Ἑβρ. 11, 1) καὶ ἐκείνους ποὺ δὲν αἰσθάνονται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα τους, τοὺς ὀνομάζει «ἀδόκιμους» (Β' Κορ. 13, 5), δηλαδὴ ἄξιους ἀποδοκιμασίας.
·28· Ὅπως μὲ τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια φανερώνεται ὁ στοχασμός, ἔτσι μὲ τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ ποὺ δέχεται ἡ καρδιά, φανερώνεται ἡ μελλοντικὴ ἀνταπόδοση.
·29· Ἡ καρδιὰ ποὺ οἰκτίρει τοὺς ἄλλους, θὰ οἰκτιρηθεῖ. Εἶναι φανερό καὶ τὸ ἀντίθετο.
·30· Ὁ νόμος τῆς ἐλευθερίας (δηλ. τοῦ Εὐαγγελίου) διδάσκει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Καὶ οἱ πολλοὶ τὸν διαβάζουν μόνο γιὰ νὰ λάβουν μία γνώση του. Λίγοι ὅμως τὸν ἐννοοῦν, ἀνάλογα μὲ τὴν ἐκτέλεση τῶν ἐντολῶν.
·31· Μὴ ζητᾶς τὴν τελειότητα αὐτοῦ τοῦ νόμου σὲ ἀνθρώπινες ἀρετές, γιατὶ τέλειος σ' αὐτὲς δὲν ὑπάρχει. Ἡ τελειότητά του εἶναι κρυμμένη στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.
·32· Ὁ νόμος τῆς ἐλευθερίας, μὲ τὴν ἀληθινὴ γνώση διαβάζεται, μὲ τὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν γίνεται ἀντιληπτός, ἡ πλήρωσή του ὅμως γίνεται μὲ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Χριστοῦ.
·33· Ὅταν βιάσομε τὸν ἑαυτό μας νὰ κατορθώσομε ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, τότε θὰ ἐννοήσομε ὅτι ὁ νόμος τοῦ Κυρίου εἶναι ἀψεγάδιαστος (Ψαλμ. 18, 8), κι ὅτι ἐμεῖς τὸν ἐκτελοῦμε μὲ τὰ ἀγαθά μας ἔργα, χωρίς ὅμως τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ τηρηθεῖ τέλεια ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
·34· Ὅσοι δὲ λογαριάζουν ὅτι εἶναι ὑπόχρεοι νὰ τηροῦν ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, αὐτοὶ διαβάζουν σωματικὰ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, καὶ δὲν ἐννοοῦν μήτε ἐκεῖνα ποὺ λένε, μήτε ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποία δίνουν διαβεβαιώσεις (Α' Τιμ. 1, 7). Γι' αὐτό καὶ νομίζουν ὅτι τάχα ἐκπληρώνουν τὸ νόμο μὲ τὰ ἔργα τους.
·35· Ὑπάρχει πράξη ποὺ φαίνεται καλή, ἀλλὰ ὁ σκοπὸς ἐκείνου ποὺ τὴν κάνει δὲν εἶναι καλός. Ὑπάρχει καὶ ἄλλη πράξη ποὺ φαίνεται κακή καὶ ὁ σκοπὸς ἐκείνου ποὺ τὴν κάνει εἶναι ἀγαθός. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει ὄχι μόνο σὲ ἔργα ἀλλὰ καὶ σὲ λόγια. Αὐτὴ ἡ ἀντίθεση ἄλλοτε ὀφείλεται σὲ ἀπειρία ἢ ἄγνοια, ἄλλοτε σὲ πονηρὴ πρόθεση, ἄλλοτε ὅμως σὲ εὐσεβὴ σκοπό.
·36· Ἐκεῖνος ποὺ μέσα στοὺς ἐπαίνους κρύβει κατηγορία καὶ μομφή, δὲ φανερώνεται εὔκολα στοὺς πιὸ ἁπλοὺς ἀνθρώπους. Ὅμοιος μ' αὐτόν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κενοδοξεῖ ἐνῶ ἐκδηλώνεται μὲ ταπεινὸ σχῆμα. Αὐτοὶ κρύβοντας γιὰ πολὺ καιρὸ τὴν ἀλήθεια μέσα στὸ ψεῦδος, ὕστερα φανερώνονται ἀπὸ τὰ πράγματα.
·37· Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ κάνει κάτι φαινομενικὰ καλό, στὴν πραγματικότητα ὅμως γιὰ νὰ ἀμυνθεῖ κατὰ τοῦ πλησίον. Καὶ ὑπάρχει ἄλλος ποὺ μὲ τὸ νὰ μὴν τὸ κάνει αὐτό, ὠφελεῖται πνευματικά.
·38· Ὑπάρχει ἔλεγχος ποὺ γίνεται ἀπὸ κακία ἢ ἀπὸ ἄμυνα, καὶ ἄλλος ποὺ γίνεται ἀπὸ φόβο Θεοῦ καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν ἀλήθεια.
·39· Ἐκεῖνον ποὺ ἔπαψε νὰ ἁμαρτάνει καὶ ἤδη μετανοεῖ, μὴν τὸν ἐλέγχεις πλέον. Ἂν ἰσχυρίζεσαι ὅτι τὸν ἐλέγχεις κατὰ Θεόν, φανέρωσε πρῶτα τὶς δικές σου ἁμαρτίες.
·40· Κάθε ἀρετῆς προέλευση εἶναι ὁ Θεός, ὅπως τοῦ καθημερινοῦ φωτὸς ὁ ἥλιος.
·41· Ὅταν κατορθώσεις κάποια ἀρετή, θυμήσου τὸ Χριστὸ ποὺ εἶπε: «Χωρίς τὴ βοήθειά μου δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτα» (Ιω. 15, 5).
·42· Τὰ αἰώνια ἀγαθὰ θὰ δοθοῦν στοὺς ἀνθρώπους ἀφοῦ θὰ ὑποστοῦν θλίψεις (Πραξ. 14, 22). Ὁμοίως καὶ τὰ κακὰ σὲ ὅσους περνοῦν μὲ κενοδοξία καὶ ἡδονή.
·43· Ἐκεῖνος ποὺ ἀδικεῖται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γλυτώνει ἁμαρτίες καὶ βρίσκει βοήθεια ἀνάλογη μὲ τὴ θλίψη.
·44· Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ ποὺ μιλάει γιὰ ἀνταπόδοση, ὑποφέρει κάθε ἀδικία πρόθυμα, ἀνάλογα μὲ τὴν πίστη του.
·45· Ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται γιὰ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀδικοῦν, χτυπᾶ μὲ ὁρμὴ τοὺς δαίμονες. Ἐκεῖνος ποὺ ἀντιστέκεται σ' ἐκείνους ποὺ τὸν ἀδικοῦν, πληγώνεται ἀπὸ τοὺς δαίμονες.
·46· Καλύτερα νὰ σὲ ἀδικοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ ὄχι οἱ δαίμονες. Ἐκεῖνος ποὺ εὐαρεστεῖ τὸν Κύριο, τοὺς νίκησε καὶ τοὺς δύο.
·47· Κάθε καλὸ ἔρχεται ἀπὸ τὸν Κύριο κατ' οἰκονομίαν. Αὐτὸ διαφεύγει μὲ τρόπο μυστικὸ ἀπὸ τοὺς ἀχάριστους καὶ ἀγνώμονες καὶ ὀκνηρούς.
·48· Κάθε κακία καταλήγει στὴν ἀπαγορευμένη ἡδονή, καὶ κάθε ἀρετὴ σὲ πνευματικὴ παρηγοριά. Ὅταν ἐπικρατήσει ἡ πρώτη, ἐρεθίζει τὰ σχετικὰ μὲ αὐτήν. Ἀντίστοιχα γίνεται καὶ μὲ τὴ δεύτερη.
·49· Κατηγορία ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους φέρνει θλίψη στὴ καρδιά, ἐξαγνίζει ὅμως ὅποιον τὴν ὑπομένει.
·50· Ἡ ἄγνοια κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀντιλέγει στὰ ὠφέλιμα. Καὶ ὅταν ἀποθρασύνεται, αὐξάνει τὴν προϋπάρχουσα κακία.
·51· Ὅταν δὲν σοῦ συμβαίνει καμιὰ ζημία, περίμενε θλίψη. Καὶ ἐπειδὴ πρόκειται νὰ δώσεις λόγο (Ἑβρ. 13, 17), διῶξε τὴν πλεονεξία σου.
·52· Ὅταν ἁμαρτήσεις κρυφά, μὴν προσπαθεῖς νὰ κρυφτεῖς, ἐπειδὴ ὅλα εἶναι γυμνά καὶ ξεσκεπασμένα στὰ μάτια τοῦ Κυρίου (Ἑβρ. 4, 13), πρὸς τὸν Ὁποῖο θὰ δώσομε λόγο γιὰ τὶς πράξεις μας.
·53· Φανέρωνε νοερὰ τὸν ἑαυτό σου στὸν Κύριο. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος βλέπει στὸ πρόσωπο, ἐνῶ ὁ Θεὸς στὴν καρδιά (Α' Βασιλ. 16, 7).
·54· Τίποτε νὰ μὴν σκέφτεσαι οὔτε νὰ κάνεις, χωρίς σκοπὸ σύμφωνο μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ βαδίζει ἄσκοπα, ματαιοπονεῖ.
·55· Ἐκεῖνος ποὺ ἁμαρτάνει χωρίς κάποια ἀνάγκη, δύσκολα μετανοεῖ, γιατὶ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ δὲν κάνει λάθος.
·56· Κάθε λυπηρὸ περιστατικὸ φέρνει τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ στὸν φρόνιμο ἄνθρωπο καὶ προκαλεῖ ἀνάλογη θλίψη σ' ἐκεῖνον ποὺ λησμονεῖ τὸ Θεό.
·57· Κάθε ἀθέλητη θλίψη νὰ σοῦ γίνεται ἀφορμὴ νὰ θυμᾶσαι τὸ Θεό, καὶ ποτὲ δὲν θὰ σοῦ λείψει ἀφορμὴ πρὸς μετάνοια.
·58· Ἡ λησμοσύνη μόνη της δὲν ἔχει καμιὰ δύναμη, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ δική μας ἀμέλεια ἰσχυροποιεῖται ἀνάλογα.
·59· Μὴ λές: «Τὶ νὰ κάνω; Ἐγὼ δὲν θέλω κι ὅμως (ἡ λησμοσύνη) ἔρχεται». Ἐπειδὴ ὅταν θυμόσουν τὸ Θεό, δὲν ἔκανες ὅ,τι ὄφειλες.
·60· Κάνε τὸ καλὸ ποὺ θυμᾶσαι. Τὸ καλὸ ποὺ δὲ θυμᾶσαι θὰ σοῦ φανερωθεῖ. Καὶ μὴν παραδώσεις τὸ νοῦ σου σὲ ἄκριτη λησμοσύνη.
·61· «Ὁ ἄδης καὶ ἡ ἀπώλεια εἶναι φανερὰ στὸν Κύριο» (Παροιμ. 15, 11), λέει ἡ Γραφή. Αὐτὰ ἀναφέρονται στὴν ἄγνοια καὶ τὴ λησμοσύνη ποὺ ἀναπτύσσονται στὴν καρδιά μας.
·62· Ἄδης εἶναι ἡ ἄγνοια, γιατί καὶ τὰ δύο δὲ φαίνονται. Ἀπώλεια εἶναι ἡ λησμοσύνη, γιατὶ χάσαμε κάτι ποὺ εἴχαμε.
·63· Ἐξέταζε τὶς δικές σου ἁμαρτίες καὶ ὄχι τοῦ πλησίον σου, καὶ δὲν θὰ διαρπαγεῖ ἀπὸ τοὺς δαίμονες τὸ νοερό σου ἐργαστήριο.
·64· Ἡ ἀμέλεια στὸ νὰ κάνομε ὅλα τὰ κατὰ τὴ δύναμή μας καλὰ δύσκολα συγχωρεῖται. Ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως καὶ ἡ προσευχὴ ἐπανορθώνουν ὅσους ἀμέλησαν νὰ κάνουν τὸ καλό.
·65· Κάθε θλίψη κατὰ Θεόν, εἶναι ἔργο εὐσέβειας πραγματικό. Γιατὶ ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη δοκιμάζεται ἀπὸ τὰ ἀντίθετα.
·66· Μὴν πεῖς ὅτι ἀπέκτησες ἀρετὴ χωρίς θλίψη. Γιατὶ εἶναι ἀδοκίμαστη ἡ ἀρετὴ ποὺ ἀπέκτησες μὲ ἄνεση.
·67· Κάθε ἀθέλητης θλίψεως νὰ ἀναλογίζεσαι τὸ ἀποτέλεσμα, καὶ θὰ βρεῖς σ' αὐτό, τὸ σβήσιμο κάποιας ἁμαρτίας.
·68· Πολλὲς συμβουλὲς τῶν ἄλλων μᾶς προσφέρονται γιὰ τὸ συμφέρον μας. Γιὰ τὸν καθένα ὅμως τίποτε δὲν εἶναι καταλληλότερο ἀπὸ τὴ δική του γνώμη.
·69· Ἂν ζητᾶς νὰ θεραπευτεῖς, φρόντισε τὴ συνείδησή σου καὶ κάνε ὅ,τι σοῦ λέει, καὶ πολὺ θὰ ὠφεληθεῖς.
·70· Τὰ κρυφὰ τοῦ ἀνθρώπου τὰ γνωρίζει ὁ Θεός καὶ ἡ συνείδηση, καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο ἂς διορθώνεται ὁ καθένας.
·71· Ὁ ἄνθρωπος ὅσα μπορεῖ, προσπαθεῖ κατὰ τὸ θέλημά του. Ὁ Θεὸς ὅμως τὸ ἀποτέλεσμα τῶν πράξεων τοῦ ἀνθρώπου τὸ φέρνει κατὰ τὸ δίκαιο.
·72· Ἂν θέλεις νὰ ἐπαινεῖσαι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους χωρίς νὰ ἔχεις εὐθύνη, ἀγάπησε πρῶτα νὰ ἐλέγχεσαι γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου.
·73· Ὅση ντροπὴ δεχτεῖ κανεὶς μὲ εὐχαρίστηση γιὰ χάρη τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ, ἑκατονταπλάσια θὰ δοξαστεῖ ἀπὸ πολλούς. Καὶ εἶναι καλύτερο κάθε ἀγαθὸ νὰ τὸ ἐνεργεῖ ὁ ἄνθρωπος γιὰ χάρη τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν.
·74· Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὠφελήσει ἄνθρωπο μὲ λόγια ἢ μὲ πράξεις, νὰ σκέφτονται καὶ οἱ δύο ὅτι εἶναι Θεοῦ δωρεά. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν τὸ ἐννοεῖ αὐτό, θὰ ἐξουσιασθεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἐννοεῖ.
·75· Ἐκεῖνος ποὺ ἐπαινεῖ τὸν πλησίον του ὑποκριτικά, θὰ τὸν κατηγορήσει κάποτε καὶ αὐτὸς θὰ ντραπεῖ.
·76· Ἐκεῖνος ποὺ δὲν γνωρίζει τὴν ἐνέδρα τῶν ἐχθρῶν, εὔκολα σφάζεται. Κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν γνωρίζει τὶς αἰτίες τῶν παθῶν, εὔκολα πέφτει.
·77· Ἀπὸ τὴ φιληδονία ἔρχεται ἡ ἀμέλεια καὶ ἀπὸ τὴν ἀμέλεια ἡ λησμοσύνη τῶν καλῶν. Γιατὶ ὁ Θεὸς ἔχει χαρίσει σὲ ὅλους τὴ γνώση ἐκείνων ποὺ μᾶς συμφέρουν.
·78· Ὁ ἄνθρωπος συμβουλεύει τὸν πλησίον του, καθὼς γνωρίζει. Ὁ Θεὸς πάλι ἐνεργεῖ σ' αὐτόν ποὺ ἀκούει κατὰ τὴν πίστη του.
·79· Εἶδα ἀμαθεῖς καὶ ἁπλοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἦταν ταπεινόφρονες στὴν πράξη, καὶ ἔγιναν πιὸ σοφοὶ ἀπὸ τοὺς σοφούς.
·80· Ἄλλος ἀμαθής, ὅταν ἄκουσε νὰ ἐπαινοῦνται οἱ προηγούμενοι, δὲ μιμήθηκε τὴν ταπεινοφροσύνη τους, ἀλλὰ κενοδόξησε γιὰ τὴν ἀμάθειά του κι ἀπόκτησε ὑπερηφάνεια.
·81· Ἐκεῖνος ποὺ ἐξευτελίζει τὴ φρόνηση καὶ καυχιέται γιὰ ἀμάθεια, δὲν εἶναι μόνο ἀμαθής κατὰ τὸ λόγο, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ γνώση (Β' Κορ. 11, 6).
·82· Ὅπως ἄλλο εἶναι σοφία λόγου καὶ ἄλλο φρόνηση, ἔτσι ἄλλο εἶναι ἀμάθεια καὶ ἄλλο ἀφροσύνη.
·83· Δὲν βλάπτει διόλου ἡ ἀμάθεια τῶν λόγων τὸν εὐλαβέστατο, ὅπως οὔτε ἡ σοφία τῶν λόγων βλάπτει τὸν ταπεινόφρονα.
·84· Μὴ λές, δὲν γνωρίζω τὸ πρέπον καὶ ἑπομένως δὲν ἁμαρτάνω ποὺ δὲν τὸ πράττω. Γιατὶ ἂν ἔκανες ὅσα καλὰ γνώριζες, θὰ σοῦ φανερώνονταν στὴ συνέχεια καὶ τὰ λοιπά, ὅπως βλέπεις καθὼς προχωρεῖς τὸ ἕνα σπίτι μετὰ τὸ ἄλλο. Δὲν σὲ συμφέρει πρὶν ἐργαστεῖς τὰ πρῶτα, νὰ μάθεις τὰ δεύτερα. Ἐπειδὴ ἡ γνώση φουσκώνει, δηλαδὴ φέρνει ὑπερηφάνεια ἐξαιτίας τῆς ἀργίας, ἐνῶ ἡ ἀγάπη οἰκοδομεῖ, γιατὶ ὑπομένει τὰ πάντα (Α' Κορ. 8, 1 - 13, 7).
·85· Μελέτα τὰ λόγια τῆς θείας Γραφῆς μὲ τὴν πράξη καὶ μὴν ἐπεκτείνεσαι σὲ πολυλογία, ὑπερηφανευόμενος γιὰ σκέψεις θεωρητικές.
·86· Ἐκεῖνος ποὺ ἄφησε τὴν πράξη καὶ βασίζεται σὲ μία ἀπλὴ γνώση, ἀντὶ γιὰ δίκοπο μαχαίρι κρατᾶ καλαμένιο ραβδί, τὸ ὁποῖο σὲ καιρὸ πολέμου, κατὰ τὴν Γραφή, θὰ τοῦ τρυπήσει τὸ χέρι καὶ θὰ μπεῖ μέσα σ' αὐτό καὶ θὰ τοῦ βάλει τὸ φυσικὸ δηλητήριο προτοῦ τοῦ τὸ βάλουν οἱ ἐχθροί (Δ' Βασιλ. 18, 21).
·87· Ὁ Θεὸς κρίνει καὶ ζυγίζει κάθε διαλογισμό μας. Μπορεῖ τὸ ἴδιο πρᾶγμα νὰ τὸ σκεφτεῖ κανεὶς ἢ ἁπλὰ ἢ μὲ ἐμπάθεια.
·88· Ἐκεῖνος ποὺ ἐκτελεῖ κάποια ἐντολή, ἂς περιμένει τὸν πειρασμὸ ποὺ ἐπισύρει. Γιατὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ μὲ τὰ ἀντίθετα δοκιμάζεται.
·89· Μὴν καταφρονήσεις ποτὲ καὶ ἀμελήσεις τοὺς λογισμούς σου. Γιατὶ ὁ Θεὸς γνωρίζει χωρίς λάθος κάθε λογισμό.
·90· Ὅταν ἔχεις λογισμὸ ποὺ σὲ προτρέπει νὰ ζητήσεις ἀνθρώπινη δόξα, νὰ ξέρεις καλά, ὅτι σοῦ προετοιμάζει αἰσχύνη.
·91· Γνωρίζει ὁ ἐχθρὸς τὸ δίκαιο τοῦ πνευματικοῦ νόμου καὶ γι' αὐτὸ ζητᾶ μόνο τὴ νοερὰ συγκατάθεση. Ἔτσι ἢ θὰ ἀναγκάσει αὐτόν ποὺ νικήθηκε νὰ ὑποβληθεῖ στοὺς κόπους τῆς μετάνοιας, ἢ ἂν δὲν μετανοεῖ, θὰ τὸν θλίψει μὲ ἀκούσιες συμφορές. Κάποτε τὸν κάνει νὰ γογγύζει ἐξαιτίας τῶν συμφορῶν, ὥστε καὶ ἐδῶ νὰ πολλαπλασιάσει τὶς ὀδύνες, καὶ κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου νὰ τὸν ἀποδείξει ἄπιστο ἐξαιτίας τῆς ἀνυπομονησίας του.
·92· Ἐναντίον τῶν θλίψεων πολλοί, πολλὰ ἀντέταξαν. Ἀλλὰ χωρίς προσευχή καὶ μετάνοια κανεὶς δὲν διέφυγε τὶς συμφορές.
·93· Τὰ κακὰ παίρνουν δύναμη τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Ἐπίσης καὶ τὰ καλὰ αὐξάνονται τὸ ἕνα μὲ τὴ δύναμη τοῦ ἄλλου, καὶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ μετέχει σ' αὐτὰ τὸν προτρέπουν περισσότερο πρὸς τὰ ἐμπρός.
·94· Τὰ μικρὰ ἁμαρτήματα ὁ διάβολος τὰ δείχνει μηδαμινὰ ἐπειδὴ διαφορετικὰ δὲν μπορεῖ νὰ φέρει τὸν ἄνθρωπο στὰ μεγαλύτερα κακά.
·95· Ρίζα τῆς αἰσχρῆς ἐπιθυμίας εἶναι ὁ ἀνθρώπινος ἔπαινος, ὅπως καὶ τῆς σωφροσύνης ὁ ἔλεγχος τῆς κακίας, ὄχι ὅταν τὸν ἀκοῦμε μόνο, ἀλλὰ ὅταν τὸν παραδεχόμαστε.
·96· Τίποτε δὲν ὠφελήθηκε ἐκεῖνος ποὺ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ζεῖ μὲ ἡδυπάθεια, ἐπειδὴ ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε μὲ τὰ χρήματα τὸ κάνει καὶ τώρα ποὺ δὲν ἔχει τίποτε.
·97· Παρομοίως ὁ ἐγκρατής, ἂν ἀποκτᾶ χρήματα, εἶναι ἀδελφὸς τοῦ προηγουμένου κατὰ τὴ διάνοια. Ἔχει τὴν ἴδια μητέρα μὲ αὐτόν, δηλ. τὴν νοερὰ ἡδονή, πατέρα ὅμως διαφορετικό, γιατὶ πρόκειται γιὰ ἄλλο πάθος.
·98· Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ κόβει ἕνα πάθος γιὰ χάρη μεγαλύτερης ἡδυπάθειας, καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀγνοοῦν τὸ σκοπό του ἐπαινεῖται. Ἴσως καὶ ὁ ἴδιος ἀγνοεῖ τὸν ἑαυτό του, ὅτι ἐργάζεται ἀνώφελα.
·99· Αἰτία κάθε κακίας εἶναι ἡ κενοδοξία καὶ ἡ ἡδονή. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν τὰ μίσησε αὐτὰ, δὲν νικᾶ κανένα πάθος.
·100· Ρίζα ὅλων τῶν κακῶν ὀνομάστηκε ἡ φιλαργυρία (Α' Τιμ. 6, 10), ἀλλὰ αὐτὴ σαφῶς ἀποτελεῖται ἀπὸ ἐκεῖνες (δηλ. τὴν κενοδοξία καὶ τὴν ἡδονή).
·101· Τυφλώνεται ὁ νοῦς μὲ τὰ τρία αὐτὰ πάθη, τὴ φιλαργυρία, τὴν κενοδοξία καὶ τὴν ἡδονή.
·102· Τρεῖς θυγατέρες τῆς βδέλλας εἶναι αὐτὲς κατὰ τὴν Γραφή, ποὺ τὶς ἀγαπᾶ ἡ μητέρα τους ἡ ἀφροσύνη (Παροιμ. 24, 50).
·103· Ἡ γνώση καὶ ἡ πίστη ποὺ εἶναι σύντροφοι τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἀπὸ τίποτε ἄλλο, παρὰ ἀπὸ τὶς ἀνωτέρω κακίες ἐξασθένησαν.
·104· Θυμός καὶ ὀργή καὶ πόλεμοι καὶ φόνοι καὶ ὅλα τὰ λοιπὰ κακὰ γι' αὐτὲς τὶς τρεῖς κακίες πολὺ ἔχουν δυναμώσει μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.
·105· Πρέπει λοιπόν νὰ μισήσουμε τὴ φιλαργυρία, τὴ κενοδοξία καὶ τὴν ἡδονή, ὡς μητέρες τῶν κακῶν καὶ μητριὲς τῶν ἀρετῶν.
·106· Γι' αὐτὲς τὶς κακίες ἔχομε προσταγὴ νὰ μὴν ἀγαποῦμε τὸν κόσμο μηδὲ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου (Α' Ἰω. 2, 15). Ὄχι γιὰ νὰ μισήσομε χωρίς διάκριση τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ περικόψομε τὶς ἀφορμὲς τῶν τριῶν αὐτῶν κακιῶν.
·107· Κανένας ποὺ παίρνει μέρος σὲ ἐκστρατεία δὲν μπλέκεται σὲ βιοτικὲς ὑποθέσεις (Β' Τιμ. 2, 4). Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ νικήσει τὰ πάθη ἐνῶ εἶναι μπλεγμένος στὰ βιοτικά, μοιάζει μ' ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ σβήσει τὴ φωτιὰ μὲ ἄχυρα.
·108· Ἐκεῖνος ποὺ ἐξαιτίας χρημάτων ἢ δόξας ἢ ἡδονῆς ὀργίζεται κατὰ τοῦ πλησίον, δὲν γνωρίζει ὅτι ὁ Θεὸς διοικεῖ τὰ πάντα μὲ δικαιοσύνη.
·109· Ὅταν ἀκούσεις τὸν Κύριο νὰ λέει: «Καθένας ποὺ δὲν ἀπαρνιέται ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του, δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ μένα» (Λουκ. 14, 33), μὴν ἐννοήσεις ὅτι λέει μόνο γιὰ χρήματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλες τὶς πράξεις τῆς κακίας.
·110· Ἐκεῖνος ποὺ δὲν γνωρίζει τὴν ἀλήθεια, ούτε μπορεῖ νὰ πιστεύει ἀληθινά. Γιατὶ ἡ γνώση, φυσικὰ προηγεῖται τῆς πίστεως.
·111· Ὅπως σὲ κάθε πρᾶγμα ποὺ βλέπομε, ὁ Θεὸς ἔδωσε κατάλληλες φυσικὲς ἰδιότητες, ἔτσι ἔκανε καὶ στοὺς ἀνθρώπινους λογισμοὺς εἴτε θέλομε εἴτε δὲν θέλομε.
·112· Ὅποιος ἁμαρτάνει φανερὰ χωρίς νὰ μετανοεῖ καὶ δὲν ἔπαθε τίποτε μέχρι τὸ θάνατό του, γι' αὐτόν νὰ πιστεύεις ὅτι ἡ κρίση θὰ εἶναι χωρίς ἔλεος.
·113· Ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται μὲ φρόνηση, ὑπομένει τὰ συμβαίνοντα θλιβερά. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μνησικακία, δὲν προσευχήθηκε ἀκόμη καθαρά.
·114· Ἂν ζημιωθεῖς ἢ ὑβριστεῖς ἢ ἐκδιωχθεῖς ἀπὸ κάποιον, μὴ λογαριάσεις τὸ παρόν, ἀλλὰ περίμενε τὸ μέλλον. Καὶ θὰ βρεῖς ὅτι σοῦ ἔγινε πρόξενος πολλῶν καλῶν, ὄχι μόνο στὸν παρόντα, ἀλλὰ καὶ στὸν μέλλοντα αἰῶνα.
·115· Ὅπως μερικοὺς ἀρρώστους τοὺς ὠφελεῖ ἡ πικρὴ ἀψιθιά, ἔτσι τοὺς διεστραμμένους τοὺς συμφέρει νὰ ὑποφέρουν συμφορές. Γιατὶ στοὺς πρώτους τὰ φάρμακα δίνουν εὐεξία, ἐνῶ τοὺς δεύτερους τοὺς κάνουν νὰ μετανοοῦν.
·116· Ἂν δὲν θέλεις νὰ κακοπαθεῖς, μὴν θέλεις νὰ κακοποιεῖς. Γιατὶ τὸ ἕνα ἀκολουθεῖ ἀναπόφευκτα τὸ ἄλλο. Ἐπειδὴ ὅ,τι σπείρει ὁ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θὰ θερίσει (Γαλ. 6, 7).
·117· Ὅταν σπείρομε μὲ τὴ θέλησή μας τὰ κακά καὶ ἔπειτα ἀκούσια τὰ θερίζομε, πρέπει νὰ θαυμάζομε τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.
·118· Ἐπειδὴ μεταξὺ σπορᾶς καὶ θερισμοῦ μεσολαβεῖ καιρός, γι' αὐτὸ ἀπιστοῦμε γιὰ τὴν ἀνταπόδοση.
·119· Ἂν ἁμαρτήσεις, μὴν κατηγορεῖς τὴν πράξη ἀλλὰ τὴν ἰδέα. Γιατὶ ἂν δὲν πήγαινε μπροστὰ ὁ νοῦς, δὲν θὰ ἀκολουθοῦσε τὸ σῶμα.
·120· Ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀδικοῦν φανερά, πιὸ πονηρὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀδικεῖ κρυφά. Γι' αὐτό καὶ σκληρότερα κολάζεται.
·121· Ἐκεῖνος ποὺ δολοπλοκεῖ καὶ κάνει κακὸ στὰ κρυφὰ εἶναι φίδι, κατὰ τὴ Γραφή, ποὺ κάθεται στὸ δρόμο καὶ δαγκώνει τὸ ἄλογο στὴ φτέρνα (Γεν. 49, 17).
·122· Ἐκεῖνος ποὺ συγχρόνως ἐπαινεῖ καὶ κατηγορεῖ τὸν ἄλλον, αὐτὸς κατέχεται ἀπὸ κενοδοξία καὶ φθόνο. Καὶ μὲ τοὺς ἐπαίνους προσπαθεῖ νὰ κρύψει τὸ φθόνο, ἐνῶ μὲ τὶς κατηγορίες συνιστᾶ τὸν ἑαυτό του ὡς καλύτερο ἀπὸ ἐκεῖνον.
·123· Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ βόσκουν μαζὶ πρόβατα καὶ λύκοι, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νὰ τύχει ἔλεος ἐκεῖνος ποὺ δολιεύεται τὸν πλησίον του.
·124· Ἐκεῖνος ποὺ μαζὶ μὲ τὴν ἐντολὴ ἀνακατώνει κρυφὰ τὸ δικό του θέλημα, εἶναι μοιχὸς καθὼς δηλώνεται στὴ Σοφία (Παροιμ. 6, 32), καὶ ἀπὸ ἔλλειψη φρενῶν ὑποφέρει λῦπες καὶ ἀτιμίες.
·125· Ὅπως εἶναι ἀδύνατη ἡ συνύπαρξη φωτιᾶς καὶ νεροῦ, ἔτσι εἶναι ἐνάντιες ἡ δικαιολογία καὶ ἡ ταπείνωση.
·126· Ἐκεῖνος ποὺ ζητεῖ ἄφεση, ἀγαπᾶ τὴν ταπεινοφροσύνη. Ἐκεῖνος ποὺ κατακρίνει τὸν ἄλλον ἐπισφραγίζει τὶς ἁμαρτίες του.
·127· Μὴν ἀφήσεις ἁμαρτία χωρίς νὰ τὴν ἐξαλείψεις, ἀκόμα καὶ ἂν εἶναι πολὺ μικρή, γιὰ νὰ μὴ σὲ παρασύρει κατόπιν σὲ μεγαλύτερα κακά.
·128· Ἂν θέλεις νὰ σωθεῖς, ἀγάπησε τὸν ἀληθινὸ λόγο καὶ μὴν ἀποστραφεῖς ποτὲ ἀδιάκριτα ἔλεγχο ἀπὸ ἄλλον.
·129· Λόγος ἀληθινός, δηλ. ἔλεγχος, μετέβαλλε τὰ «γεννήματα ἐχιδνῶν» καὶ ὑπέδειξε νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν «μέλλουσα ὀργή» (Ματθ. 3, 7).
·130· Ἐκεῖνος ποὺ δέχεται λόγους ἀλήθειας, ὑποδέχεται τὸ Θεὸ Λόγο. Γιατὶ λέει: «Ἐκεῖνος ποὺ δέχεται ἐσᾶς, δέχεται ἐμένα» (Ματθ. 10, 40).
·131· Παραλυτικὸς ποὺ τὸν κατέβασαν ἀπὸ τὸ δῶμα στὸν Ἰησοῦ εἶναι ὁ ἁμαρτωλός, ποὺ ἐλέγχεται κατὰ Θεόν ἀπὸ πιστούς καὶ γιὰ τὴν πίστη ἐκείνων λαμβάνει τὴν ἄφεση (Μαρκ. 2, 4).
·132· Καλύτερα νὰ προσεύχεσαι μὲ εὐλάβεια γιὰ τὸν πλησίον σου, παρὰ νὰ τὸν ἐλέγχεις γιὰ κάθε ἁμάρτημα.
·133· Ἐκεῖνος ποὺ μετανοεῖ σωστά, περιπαίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνόητους ἀνθρώπους. Καὶ αὐτὸ εἶναι σημάδι ὅτι εὐαρεστεῖ τὸ Θεό.
·134· Ἐκεῖνος ποὺ ἀγωνίζεται, ἐγκρατεύεται ἀπ' ὅλα καὶ δὲν σταματᾶ νὰ ἐγκρατεύεται, μέχρις ὅτου ἐξολοθρεύσει ὁ Κύριος τὸ σπέρμα ἀπὸ τὴ Βαβυλῶνα (Ιερ. 27, 16).
·135· Πὲς πὼς εἶναι δώδεκα τὰ πάθη. Ἂν ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἀγαπήσεις μὲ τὸ θέλημά σου, εἶναι ἱκανὸ νὰ ἀναπληρώσει καὶ τὰ ἄλλα ἕνδεκα.
·136· Φωτιὰ ποὺ καίει εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ὅσο λοιπόν κόψεις τὸ ὑλικὸ ποὺ τὴν τροφοδοτεῖ, τόσο καὶ θὰ σβηστεῖ. Καὶ ὅσο ὑλικὸ ρίξεις μέσα στὴ φωτιά, τόσο περισσότερο θὰ φουντώσει.
·137· Ἂν σὲ ἐπαινέσουν καὶ ὑπερηφανευτεῖς, περίμενε ἀτιμία. Γιατὶ λέει: «Ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ» (Λουκ. 14, 11).
·138· Ὅταν διώξομε ἀπὸ τὸ νοῦ μας κάθε ἀκούσια κακία, τότε θὰ πολεμήσομε καὶ ἐναντίον τῶν παθῶν, στὰ ὁποία πέφτομε ἀπὸ πρόληψη.
·139· Πρόληψη εἶναι, τῶν προηγουμένων ἁμαρτιῶν ἀθέλητη μνήμη. Καὶ στὸν ἀγωνιστὴ ἐμποδίζεται νὰ ἐξελιχθεῖ σὲ πάθος, ὁ νικητής ὅμως μὲ τὴν πρώτη προσβολὴ τὸν ἀνατρέπει.
·140· Προσβολὴ εἶναι κίνηση καρδιᾶς χωρίς ἁμαρτωλὸ ὁμοίωμα ἢ φαντασία σὰν μία κλεισούρα ποὺ τὴν ἔχουν καταλάβει οἱ ἔμπειροι προηγουμένως. (Κλεισούρα = στενὸ πέρασμα μεταξὺ δύο βουνῶν).
·141· Ὅπου ὑπάρχουν εἰκόνες ἀπὸ τὸ λογισμό, ἐκεῖ ἔχει γίνει συγκατάθεση. Μόνον ἢ χωρίς εἰκόνα προσβολὴ εἶναι ἀναμάρτητη. Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ φεύγει ἀπὸ αὐτὰ σὰν δαυλὸς ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὴ φωτιά (Ζαχ. 3, 2), καὶ ὑπάρχει κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν γυρίζει πίσω μέχρις ὅτου φουντώσει ἡ φλόγα.
·142· Μὴ λὲς ὅτι ἔρχεται ὁ πειρασμὸς χωρίς νὰ θέλω. Γιατὶ ὁπωσδήποτε κι ἂν δὲν ἀγαπᾶς τὴν ἁμαρτωλὴ πράξη, ἀγαπᾶς ὅμως τὶς αἰτίες της.
·143· Ἐκεῖνος ποὺ ζητεῖ ἔπαινο, βρίσκεται μέσα σὲ πάθος. Κι ἐκεῖνος ποὺ ὀδύρεται γιὰ θλίψη ποὺ τοῦ ἦρθε, ἀγαπᾶ τὴν ἡδονή.
·144· Σὰν νὰ εἶναι πάνω σὲ ζυγαριὰ εἶναι ἄστατη ἡ σκέψη τοῦ φιλήδονου. Ἄλλοτε κλαίει καὶ θρηνεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ἄλλοτε πολεμᾶ καὶ ἀντιλέγει κατὰ τοῦ πλησίον ἐπιδιώκοντας τὶς ἡδονές.
·145· Ἐκεῖνος ποὺ ὅλα τὰ ἐλέγχει (Α' Θεσ. 5, 21) καὶ κατέχει ὅ,τι καλὸ εὕρει, στὴ συνέχεια θὰ ἀποφύγει καὶ κάθε πονηρό.
·146· Ὁ ἄνθρωπος ποὺ μακροθυμεῖ, ἔχει πολλὴ φρόνηση (Παροιμ. 14, 29). Ὅμοιος μὲ αὐτόν εἶναι ὅποιος τεντώνει τὸ αὐτί του γιὰ νὰ ἀκούει λόγους πνευματικῆς σοφίας.
·147· Χωρίς μνήμη Θεοῦ, ἀληθινὴ γνώση δὲν ὑπάρχει. Ἡ πνευματικὴ γνώση χωρίς τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ εἶναι νόθος.
·148· Τὸν σκληρόκαρδο ὠφελεῖ λόγος πιὸ λεπτῆς γνώσεως, ποὺ νὰ τὸν φέρνει σὲ φόβο. Γιατὶ χωρίς φόβο δὲν δέχεται εὐχαρίστως τοὺς κόπους τῆς μετάνοιας.
·149· Τὸν πρᾶο ἄνθρωπο ὠφελοῦν λόγοι περὶ πίστεως, γιατὶ δὲν ἐνοχλεῖ τὴ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν τὸν κατηγορεῖ ἡ συνείδησή του γιὰ συχνὲς παραβάσεις.
·150· Ἄνθρωπο μὲ σημαντικὴ δύναμη μὴ τὸν ἐλέγξεις γιὰ κενοδοξία, ἀλλὰ ὑπόδειξέ του τὴν ἐπιδρομή τῆς μελλοντικῆς ἀτιμίας. Γιατὶ μὲ αὐτόν τὸν τρόπο ἐλέγχεται ὁ φρόνιμος ἄνθρωπος.
·151· Ἐκεῖνος ποὺ μισεῖ τὸν ἔλεγχο (Παροιμ. 12, 1) ἔχει παραδοθεῖ θεληματικὰ στὸ πάθος. Ἐκεῖνος ποὺ δέχεται τὸν ἔλεγχο, εἶναι φανερὸ ὅτι παρασύρεται στὸ πάθος ἀπὸ προηγούμενη κακὴ συνήθεια.
·152· Μὴ θέλεις νὰ ἀκοῦς ξένες πονηρίες, γιατὶ ἔτσι σοῦ ἐντυπώνονται καὶ τὰ περιστατικά καὶ χαρακτηριστικὰ τῶν ξένων πονηριῶν.
·153· Ὅταν ἀκούσεις κακὰ λόγια, νὰ ὀργίζεσαι ἐναντίον τοῦ ἐαυτοῦ σου καὶ ὄχι ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὰ εἶπε. Γιατὶ ἂν πονηρὰ ἀκούσεις, πονηρὰ θ' ἀποκριθεῖς.
·154· Ἂν κανεὶς συναπαντηθεῖ μὲ ἀνθρώπους ποὺ μιλοῦν μάταια, νὰ νομίζει τὸν ἑαυτό του ὑπεύθυνο γιὰ τοὺς μάταιους αὐτοὺς λόγους. Κι ἂν δὲν εἶναι ἀπὸ πρόσφατη, εἶναι χρεώστης ἀπὸ παλιὰ ἁμαρτία.
·155· Ἂν κανεὶς σὲ ἐπαινεῖ ὑποκριτικά, περίμενε κάποια ὥρα καὶ κατηγορία ἀπὸ τὸν ἴδιο.
·156· Τὶς θλίψεις τοῦ παρόντος νὰ τὶς ἀνταλλάσσεις προκαταβολικὰ μὲ τὰ μελλοντικὰ ἀγαθά, καὶ ποτὲ δὲν θὰ ἀτονήσει ὁ ἀγῶνας σου ἀπὸ ἀμέλεια.
·157· Ὅταν σὲ βοηθήσει κανεὶς ὑλικῶς καὶ τὸν ἐπαινέσεις ὡς ἀγαθό, χωρίς νὰ λογαριάσεις τὸ Θεό, ὕστερα ὁ ἴδιος θὰ σοῦ φανεῖ πονηρός.
·158· Κάθε καλὸ ἔρχεται ἀπὸ τὸν Κύριο κατ' οἰκονομία καὶ ἀπὸ θεία συγκατάβαση. Κι ἐκεῖνοι ποὺ τὰ φέρνουν εἶναι ὑπηρέτες τῶν καλῶν.
·159· Τὶς ἐναλλαγὲς τῶν καλῶν καὶ τῶν κακῶν νὰ τὶς δέχεσαι μὲ ἠρεμία. Ἔτσι ἀνατρέπει ὁ Θεὸς τὶς ἀνωμαλίες τῶν πραγμάτων.
·160· Αὐτὰ ποὺ μᾶς συμβαίνουν, ὀφείλονται στοὺς ἁμαρτωλοὺς λογισμούς μας. Γιατὶ ὁ Θεὸς τὰ ἀθέλητα τὰ ἀπέδωσε ταιριασμένα στὰ ἑκούσια.
·161· Τὰ αἰσθητὰ εἶναι γεννήματα τῶν νοερῶν καὶ ἀποδίδουν τὸ πρέπον μὲ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ.
·162· Ἀπὸ καρδιὰ ποὺ τρυφᾶ καὶ ζεῖ ἡδονικά, γεννιοῦνται λογισμοί καὶ λόγοι πονηροί καὶ θανατηφόροι. Καὶ ἀπὸ τὸν καπνὸ καταλαβαίνουμε τὶ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ καίγεται.
·163· Νὰ παραμένεις μὲ νήψη μέσα στὸ νοῦ σου καὶ δὲν θὰ κοπιάσεις σὲ ὥρα πειρασμῶν. Ἂν φύγεις ἀπὸ ἐκεῖ, ὑπόμενε τὶς ἐπερχόμενες θλίψεις.
·164· Νὰ προσεύχεσαι νὰ μὴ σοῦ ἔρθει πειρασμὸς (Ματθ. 6, 18). Ὅταν ὅμως ἔρθει, δέξου τον σὰν δικό σου καὶ ὄχι σὰν ξένο.
·165· Πᾶψε νὰ σκέφτεσαι ὁποιαδήποτε πλεονεξία, καὶ τότε θὰ μπορέσεις νὰ δεῖς τὶς ἀπάτες καὶ τὶς πανουργίες τοῦ διαβόλου.
·166· Ἐκεῖνος ποὺ λέει ὅτι γνωρίζει ὅλες τὶς τέχνες καὶ τὶς ἀπάτες τοῦ διαβόλου, μᾶς δείχνει ὅτι δὲν γνωρίζει τέλεια τὸν ἑαυτό του.
·167· Ὅταν ὁ νοῦς ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὶς σωματικὲς φροντίδες, βλέπει ἀνάλογα τὶς πανουργίες τῶν ἐχθρῶν.
·168· Ἐκεῖνος ποὺ παρασέρνεται ἀπὸ τοὺς λογισμούς του, τυφλώνεται ἀπὸ αὐτούς καὶ ἐνῶ βλέπει τὶς ἐνέργειες τῆς ἁμαρτίας, τὶς αἰτίες τους δὲν μπορεῖ νὰ τὶς δεῖ.
·169· Ὑπάρχει ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος φανερὰ ἐκτελεῖ θεϊκὴ ἐντολή, ἐνῶ δουλεύει σὲ πάθος, καὶ μὲ τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς καταστρέφει τὴν ἀγαθὴ πράξη.
·170· Ὅταν βρίσκεσαι στὴν ἀρχὴ τοῦ κακοῦ, μὴν πεῖς: «Δὲν θὰ μὲ νικήσει». Γιατὶ ὅσο βρίσκεσαι μέσα στὸ κακό, τόσο ἔχεις ἤδη νικηθεῖ.
·171· Κάθε πρᾶγμα ἀπὸ λίγο ἀρχίζει, καὶ σιγὰ σιγὰ ἀναπτύσσεται καὶ μεγαλώνει.
·172· Δίχτυ πολύπλοκο εἶναι ἡ μέθοδος τῆς κακίας, κι ἐκεῖνος ποὺ ἔμπλεξε λίγο, ἂν ἀμελήσει σφίγγεται ἐξ ὁλοκλήρου,
·173· Μὴ θέλεις νὰ ἀκοῦς τὴν δυστυχία τῶν ἐχθρῶν σου. Ἐκεῖνος ποὺ ἀκούει τὴ διήγηση αὐτή, μαζεύει τοὺς καρποὺς τῆς κακῆς του προθέσεως.
·174· Μὴ νομίζεις ὅτι κάθε θλίψη ἔρχεται στοὺς ἀνθρώπους ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ εὐαρεστοῦν τὸν Θεό καὶ ὅμως ἔχουν θλίψεις. Γιατὶ λέει ἡ Γραφή: «Θὰ διωχτοῦν οἱ ἄνομοι καὶ οἱ ἀπόγονοι τῶν ἀσεβῶν θὰ ἐξολοθρευτοῦν» (Ψαλμ. 36, 28). Ἀλλ' ἐπίσης λέει: «Ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, θὰ ὑποστοῦν διωγμούς» (Β' Τιμ. 3, 12).
·175· Στὸν καιρὸ τῆς θλίψεως νὰ προσέχεις τὴν προσβολὴ τῆς ἡδονῆς, γιατὶ εὔκολα γίνεται παραδεκτή, ἐπειδὴ παρηγορεῖ τὴ θλίψη.
·176· Μερικοὶ λέγουν φρόνιμους ἐκείνους ποὺ μποροῦν νὰ διακρίνουν καὶ νὰ ἀναλύουν τὰ αἰσθητὰ πράγματα. Φρόνιμοι ὅμως εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἐξουσιάζουν τὰ κακά τους θελήματα.
·177· Πρὶν ἀπὸ τὴν ἐξαφάνιση τῶν κακῶν, μὴν ὑπακούσεις στὴν καρδιά σου. Γιατὶ ὅ,τι τῆς βάλεις, ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ζητᾶ κι ἄλλο.
·178· Ὅπως ὑπάρχουν φίδια στὰ δασώδη φαράγγια καὶ ἄλλα ποὺ φωλιάζουν μέσα στὰ σπίτια, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ πάθη ποὺ διαμορφώνονται μὲ τὴ σκέψη καὶ ἄλλα ποὺ γίνονται μὲ τὴ πράξη, ἂν καὶ ἀπὸ ἄλλες εἰκόνες, μεταμορφώθηκαν σὲ ἄλλες.
·179· Ὅταν δεῖς ἐκεῖνα ποὺ βρίσκονται μέσα σου σταθερά, νὰ κινοῦνται καὶ νὰ προκαλοῦν τὸν νοῦ, ποὺ εἶναι ἥσυχος, σὲ κάποιο πάθος, νὰ γνωρίζεις ὅτι ὁ νοῦς σου κάποτε προηγήθηκε καὶ ἔφερε σὲ πράξη καὶ τὰ ἔβαλε μέσα στὴν καρδιά.
·180· Δὲν γίνεται σύννεφο χωρίς νὰ πνεύσει λίγος ἄνεμος, καὶ δὲ γεννιέται πάθος χωρίς λογισμό.
·181· Ἂν δὲν πράττομε πλέον τὰ σαρκικὰ θελήματα κατὰ τὴ Γραφὴ (Εφ. 2, 3), εὔκολα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου θὰ σβήσουν αὐτὰ, τὰ ὁποία προηγουμένως εἴχαμε μέσα μας.
·182· Οἱ εἰκόνες ποὺ βρίσκονται χαραγμένες μέσα στὸ νοῦ εἶναι πονηρότερες καὶ δυνατότερες. Οἱ εἰκόνες ποὺ διαμορφώνονται μὲ τὴ σκέψη εἶναι αἰτίες αὐτῶν καὶ ἔχουν προηγηθεῖ (δηλ. πρῶτα τὶς σκέφτηκε ὁ νοῦς, δὲν τὶς ἔδιωξε καὶ τότε ἐγκαταστάθηκαν στὸ βάθος τῆς καρδιᾶς ὡς νοσηροὶ λογισμοί καὶ πάθη).
·183· Ὑπάρχει κακία ποὺ ἐγκαταστάθηκε στὴ καρδιὰ ἐξαιτίας τῆς μακροχρόνιας συνήθειας. Καὶ ὑπάρχει κακία ποὺ πολεμᾶ μὲ λογισμοὺς μέσω τῶν καθημερινῶν πραγμάτων.
·184· Ὁ Θεὸς τὶς πράξεις μας τὶς λογαριάζει σύμφωνα μὲ τὶς προθέσεις μας. Γιατὶ λέει ἡ Γραφή: «Νὰ σοῦ δώσει ὁ Κύριος κατὰ τὴν καρδιά σου» (Ψαλμ. 19, 5).
·185· Ἐκεῖνος ποὺ δὲν καρτερεῖ στὴ μελέτη καὶ ἐξέταση τῆς συνειδήσεως, οὔτε τοὺς σωματικοὺς κόπους γιὰ τὴν εὐσέβεια δέχεται εὐχάριστα.
·186· Ἡ συνείδηση εἶναι ἕνα βιβλίο ποὺ τὸ ἔχομε ἀπὸ τὴ φύση μας. Ἐκεῖνος ποὺ τὸ μελετᾶ στὴν πράξη, δέχεται βοήθεια.
·187· Ἐκεῖνος ποὺ δὲν προτιμᾶ τοὺς κόπους γιὰ χάρη τῆς εὐσέβειας θεληματικά, παιδεύεται σκληρότερα ἀπὸ τοὺς ἀθέλητους κόπους.
·188· Ἐκεῖνος ποὺ γνώρισε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ κατὰ τὴ δύναμή του τὸ ἐκτελεῖ, μὲ μικροὺς κόπους θὰ ἀποφύγει τοὺς μεγάλους.
·189· Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ νικήσει τοὺς πειρασμοὺς χωρίς προσευχή καὶ ὑπομονή, δὲν θὰ τοὺς διώξει ἀλλὰ θὰ περιπλακεῖ περισσότερο.
·190· Ὁ Κύριος εἶναι κρυμμένος μέσα στὶς ἐντολές Του, καὶ σ' ἐκείνους ποὺ Τὸν ζητοῦν, βρίσκεται ἀνάλογα μὲ τὴν προθυμία καὶ τὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν.
·191· Μὴν πεῖς: «Ἔκανα τὶς ἐντολές καὶ δὲν βρῆκα τὸν Κύριο». Γιατὶ γνώση καὶ ἀρετή, κατὰ τὴν Γραφή, πολλὲς φορὲς βρῆκες. Καὶ ὅποιοι ὀρθὰ Τὸν ζητοῦν, θὰ εὕρουν εἰρήνη (Παροιμ. 16, 8).
·192· Εἰρήνη εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ πάθη, ἡ ὁποία χωρίς τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν βρίσκεται.
·193· Ἄλλο εἶναι ἐκτέλεση ἐντολῆς καὶ ἄλλο ἀρετή, ἄν καὶ ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη παίρνει τὴν ἀφορμή.
·194· Ἐκτέλεση ἐντολῆς εἶναι τὸ νὰ κάνει κανεὶς τὸ διαταγμένο ἀπὸ τὸ θεῖο νόμο. Ἀρετή, τὸ νὰ ἀρέσκεται κανεὶς πραγματικὰ στὴν ἐκτέλεση τῆς θείας ἐντολῆς.
·195· Ὅπως ἕνας εἶναι ὁ ὑλικὸς πλοῦτος, ἀλλὰ ἀποκτιέται μὲ διάφορους τρόπους, ἔτσι μία εἶναι ἡ ἀρετή, ἀλλὰ εἶναι πολλῶν εἰδῶν οἱ ἐργασίες της.
·196· Ἐκεῖνος ποὺ ἐφευρίσκει καὶ λέει λόγους εὐσεβεῖς χωρὶς νὰ ἔχει ἔργα, πλουτίζει ἀπὸ ἀδικία καὶ οἱ κόποι του, κατὰ τὴ Γραφή, μπαίνουν σὲ ξένα σπίτια (Παροιμ. 5, 10).
·197· Ὅλα ὑπακούουν στὸ χρυσό, λέει ἡ παροιμία. Καὶ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεού, ὅλες οἱ σκέψεις τακτοποιοῦνται καὶ διορθώνονται.
·198· Συνείδηση ἀγαθὴ βρίσκεται μὲ τὴν προσευχή. Καὶ προσευχὴ πάλι καθαρή, μὲ τὴ συνείδηση. Γιατὶ τὸ ἕνα ἔχει ἀνάγκη τὸ ἄλλο ἐκ φύσεως.
·199· Ὁ Ἰακώβ ἔραψε γιὰ τὸν Ἰωσήφ πολύχρωμο φόρεμα (Γεν. 37, 3). Καὶ ὁ Κύριος χαρίζει στὸν πρᾶο τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας, ὅπως εἶναι γραμμένο: «Θὰ διδάξει ὁ Κύριος στοὺς πράους τοὺς δρόμους Του» (Ψαλμ. 24, 9).
·200· Πάντοτε νὰ πράττεις τὸ ἀγαθὸ κατὰ δύναμη, καὶ στὸν καιρὸ ποὺ χρειάζεται τὸ μεγαλύτερο, μὴν προτιμᾶς τὸ μικρότερο, γιατὶ λέει ἡ Γραφή: «Κανένας ποὺ ἔβαλε τὸ χέρι του στὸ ἄροτρο καὶ κοιτάει πίσω δὲν εἶναι κατάλληλος γιὰ τὴν βασιλεία των Οὐρανῶν» (Λουκ. 9, 62).