»»» Τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ
Τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ
Τοῦ σεβασμ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
Κάθε ἀνθρώπινη πολιτεία ἔχει ἕνα νομικὸ πλαίσιο μέσα στὸ ὁποῖο κινεῖται, γιατὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι μετὰ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου οἱ συνθῆκες ζωῆς γίνονται δύσκολες. Ὁ ἄνθρωπος περιέπεσε στὸν σκοτασμὸ τοῦ νοῦ καὶ ἄλλαξαν οἱ σχέσεις του καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὸν συνάνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος μὲ σκοτισμένο νοῦ γίνεται ἰδιοτελής, φίλαυτος, αὐτάρκης, ἐμπαθής καὶ αὐτὸ ἔχει τραγικὲς συνέπειες γιὰ τὴ ζωὴ τῆς κοινωνίας. Γι' αὐτὸν τὸν λόγο ἐμφανίσθηκαν πολλοὶ νομοθέτες ποὺ ἀγωνίσθηκαν καὶ ἀγωνίζονται νὰ κάνουν ὑποφερτὲς τὶς κοινωνικὲς συνθῆκες.
Τὸ πολίτευμα ὅμως τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σταυρικό. Στηρίζεται πάνω στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ φυλάττῃ τὸ δικό Του πολίτευμα διὰ τοῦ Σταυροῦ. «Καὶ τὸ Σὸν φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ Σου πολίτευμα». Νομίζω ὅτι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἀγνοοῦν ὅτι ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ βάση τοῦ ὀρθόδοξου ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος καὶ ὅτι τὸ ὀρθόδοξο πολίτευμα εἶναι σταυρικό.
Θὰ ἦταν, λοιπόν, καλὸ νὰ χαραχθοῦν μερικὲς ἁπλὲς σκέψεις γιὰ τὸ κρίσιμο αὐτὸ θέμα, ἀφοῦ μάλιστα πιστεύω ὅτι ἄν θὰ μπορέσουμε νὰ καταλάβουμε αὐτὴν τὴ μεγάλη ἀλήθεια θὰ μπορέσουμε νὰ εἰσδύσουμε στὸ πραγματικό καὶ βαθύτερο νόημα τῆς Ὀρθοδοξίας.
Κατ' ἀρχάς ὁ Σταυρὸς στὴν πατερικὴ διδασκαλία, ἐκτὸς τοῦ ὅτι εἶναι τὸ ξύλο πάνω στὸ ὁποῖο ὁ Χριστὸς τελείωσε τὴ ζωή Του καὶ θριάμβευσε ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους, συγχρόνως εἶναι καὶ ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔσωζε τοὺς ἀνθρώπους πρὸ τοῦ Νόμου, μετὰ τὸν Νόμο, πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς σὲ μιὰ ὁμιλία του, ἀναπτύσσει αὐτὴν τὴ θεμελιώδη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Τονίζει ὅτι Σταυρὸς εἶναι «ἡ τῆς ἁμαρτίας κατάργησις». Ἐπίσης, ὑπογραμμίζει τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ «προανεκηρύττετο καὶ προετυποῦτο μυστικῶς ἐκ γενεῶν ἀρχαίων, καὶ οὐδεὶς ποτὲ κατηλλάγῃ τῷ Θεῷ χωρὶς τῆς τοῦ Σταυροῦ δυνάμεως».
Ἔτσι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ προτυπωνόταν μυστικῶς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ στὴν πραγματικότητα, ὅπως λέγει στὴν συνέχεια τῆς ὁμιλίας του ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, βιώνονταν ἀπὸ ὅλους τοὺς Προπάτορας καὶ τοὺς Προφήτας. Πραγματικά, «φίλοι Θεοῦ πολλοὶ τῶν πρὸ νόμου καὶ μετὰ νόμον, μήπω τοῦ Σταυροῦ φανέντος». Ἔτσι «καὶ ὁ Σταυρὸς ἦν ἐν τοῖς προγενεστέροις καὶ πρὸ τοῦ τελεσθῆναι».
Βεβαίως, τὸ σχῆμα τοῦ Σταυροῦ πάνω στὸν ὁποῖο ὁ Χριστὸς τελείωσε τὴν ζωή Του εἶναι τίμιο καὶ προσκυνητό, γιατὶ εἶναι εἰκόνα τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἔχει μεγάλη ἀξία διότι, πάλι κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, ὁ Χριστὸς μὲ τὴν θνητή καὶ παθητὴ σάρκα ποὺ προσέλαβε ἀπὸ τὴν Παναγία «τὸν μὲν ἀρχέκακον ὄφιν θεοσόφῳ δελέατι διὰ τοῦ σταυροῦ ἀγγιστρεύσας τὸ ὑπ' αὐτοῦ δουλούμενον ἅπαν ἠλευθέρωσε γένος». Γι' αὐτὸ διὰ τοῦ Σταυροῦ ἦλθε ἡ σωτηρία σὲ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἑπομένως, ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ ὄργανο ἐκεῖνο διὰ τοῦ ὁποίου ὁ Χριστὸς ἀπέθανε καὶ μὲ τὸ ὁποῖο νίκησε τὶς δυνάμεις τοῦ σκότους, ἀλλὰ συγχρόνως εἶναι καὶ ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔσωζε καὶ σώζει τοὺς ἀνθρώπους πρὸ τοῦ Νόμου καὶ μετὰ τὸν Νόμο, πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως καὶ μετὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στηρίζεται πάνω στὸν Σταυρό καὶ ὅλη ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωή, ὅπως σημειώθηκε πιὸ πάνω, εἶναι στὴν πραγματικότητα σταυρικὴ ζωή. Οἱ Πατέρες συνιστοῦν ὅτι πρέπει νὰ προσκυνοῦμε τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ, διότι εἶναι σημεῖο καὶ τρόπαιο μέγιστο τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ ὅλης τῆς ἀντικειμένης φάλαγγος, «διὸ καὶ φρίττουσι (οἱ δαίμονες) καὶ φυγαδεύονται τοῦτον τυπούμενον ὁρῶντες» (ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς). Θὰ ἤθελα στὴν συνέχεια νὰ τονίσω τρεῖς πραγματικότητες στὶς ὁποῖες φαίνεται ὅτι τὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σταυρικό, δηλαδὴ στηρίζεται πάνω στὸν Σταυρό.
Πρῶτον, τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἀποτελοῦν τὸ κέντρο τῆς πνευματικῆς ζωῆς γίνονται μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Σταυροῦ. Τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας ἁγιάζεται μὲ τὴν σημείωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἀφοῦ ὄχι μόνον ὁ Σταυρός, ἀλλὰ καὶ τὸ σχῆμα τοῦ Σταυροῦ εἶναι θεῖο καὶ προσκυνητὸ καί, ἑπομένως, εἶναι ἁγιαστικό. Ὅταν εἰσερχόμαστε στὴν ἱερὰ κολυμβήθρα βαπτιζόμεθα στὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ σημαίνει μετέχουμε τῆς δυνάμεως τοῦ Σταυροῦ. Ὁ ἱερεὺς μᾶς χρίει μὲ τὸ Ἅγιο Μῦρο σχηματίζοντας ἐπάνω μας τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας εἶναι βίωση καὶ μέθεξη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Κατὰ τὴν θεία Λειτουργία δὲν ἐνθυμούμαστε τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς ὅσο ζοῦσε, ἀλλὰ τὸν Σταυρό, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασή Του.
Καὶ ὅταν ὁ ἱερεὺς παρακαλῇ τὸν Θεὸ Πατέρα νὰ στείλῃ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γιὰ νὰ μεταβάλῃ τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ σχηματίζει πάνω ἀπὸ τὰ Δῶρα τὸν Τίμιο Σταυρό. Τὸ ἴδιο γίνεται μὲ ὅλα τὰ Μυστήρια καὶ ὅλες τὶς τελετὲς τῆς Ἐκκλησίας. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς «στέψεως» ὄχι μόνον σχηματίζεται στοὺς νεονύμφους ὁ Τίμιος Σταυρός, ἀλλά καὶ ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ χριστιανικοῦ ἀνδρογύνου, ὅπως περιγράφεται στὶς εὐχὲς τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου, εἶναι σταυρική. Καὶ πραγματικὰ ἄν δοῦμε τὴν οἰκογενειακὴ ζωὴ ἔξω ἀπὸ τὸν Σταυρό, τότε ἀποτυγχάνουμε νὰ τὴν ἑρμηνεύσουμε καὶ νὰ τὴν κατανοήσουμε ὀρθόδοξα.
Δεύτερον, ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι στὴν πραγματικότητα σταυρική. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἑρμηνεύοντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ αἴρουμε τὸν Σταυρό μας, ἀναφέρει δύο περιπτώσεις ἄρσεως τοῦ Σταυροῦ. Ἡ μία εἶναι ὅταν παραδίδουμε τὴν ζωή μας ὑπέρ τῆς εὐσεβείας κατὰ τὸν καιρὸ τῶν διωγμῶν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔτσι περιφρονοῦμε τὴν ἴδια τὴν βιολογικὴ ζωὴ γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἄλλη εἶναι - κατὰ τὸν καιρὸ τῆς εἰρήνης τῆς Ἐκκλησίας - ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζῶντας τὴν ζωὴ τῆς εὐσεβείας ἀγωνίζεται νὰ σηκώνῃ τὸν Σταυρό, σταυρώνοντας τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες.
Ὅλη ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι γεμάτη ἀπὸ προτροπὲς γι' αὐτὴν τὴν ἐργασία. «Νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς», τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Κολ. γ', 5). Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος κάνει λόγο γιὰ τὸν σταυρὸ τῆς πράξεως καὶ τῆς θεωρίας. Βέβαια, οἱ λέξεις, πράξη καὶ θεωρία στὴν Ὀρθόδοξη παράδοση ἔχουν ἐντελῶς διαφορετικὸ νόημα ἀπὸ ὅ,τι ἔχουν προσδώσει σ' αὐτὲς οἱ δυτικοὶ Χριστιανοί. Οἱ τελευταῖοι ὅταν μιλοῦν γιὰ πράξη ἐννοοῦν τὴν ἱεραποστολή, δηλαδὴ ὅλη τὴν προσπάθεια νὰ «εὐαγγελίσουν» τὸν λαό, καὶ ὅταν μιλοῦν γιὰ θεωρία ἐννοοῦν τοὺς στοχασμούς καὶ τὶς σκέψεις ποὺ κάνουμε γύρω ἀπὸ τὸν Θεό καὶ ὅλα τὰ θέματα τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἀλλὰ στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὅταν κάνουμε λόγο γιὰ πράξη ἐννοοῦμε κυρίως τὴν μετάνοια, διὰ τῆς ὁποίας καθαίρεται ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ κάνοντας λόγο γιὰ θεωρία ἐννοοῦμε τὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴν νοερὰ προσευχή καὶ τὴν θέα τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Θεοῦ. Τόσο ἡ πράξη ὅσο καὶ ἡ θεωρία εἶναι βίωση τοῦ Σταυροῦ.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται νὰ ἀκούσῃ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ: «ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου» (Γεν. ιβ', 1), δηλαδὴ καλεῖται νὰ νεκρώσῃ τὴν πατρίδα καὶ τὸν κόσμο, νὰ βλέπῃ πέρα ἀπὸ αὐτὲς τὶς κτιστὲς πραγματικότητες, ὅταν ἀγωνίζεται νὰ ἐφαρμόσῃ τὴν παραγγελία τοῦ Θεοῦ: «λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου» (Εξ. γ', 5), δηλαδὴ νὰ ἀποθέσῃ τοὺς δερμάτινους χιτῶνας τοὺς ὁποίους φόρεσε καὶ διὰ τῶν ὁποίων ἐνεργεῖ ἡ ἁμαρτία καὶ νὰ νεκρώσῃ τὸ φρόνημα τῆς σαρκὸς ποὺ ἀντιστρατεύεται τὸν νόμο τοῦ νοός, καὶ ὅταν καλεῖται νὰ ἀνέβῃ στὸ ὄρος τῆς θεωρίας τοῦ Θεοῦ μετὰ ἀπὸ νόμιμη ἄθληση, αὐτὸ εἶναι βίωση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ. Γιατί, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ποὺ ἑρμηνεύει τὰ πιὸ πάνω, «καὶ ἡ ἐν Θεῷ θεωρία τοῦ Σταυροῦ μυστήριον ἐστί, τοῦ προτέρου ἐκείνου μυστηρίου μεῖζον». Ἔτσι βίωση τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἡ φυγὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ φυγὴ καὶ ἡ νέκρωση τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Γι' αὐτὸ λέμε ὅτι ὅλη ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι βίωση τοῦ Σταυροῦ.
Τρίτον, ὅλη ἡ ἀτμόσφαιρα ποὺ ὑπάρχει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ζωὴ σταυρική. Συνιστᾶ τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ.
Ἡ θεολογία εἶναι ἔκφραση τῆς σταυρικῆς ζωῆς, προϋποθέτει μιὰ νέκρωση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ θεολογήσῃ ἄν δὲν βιώσῃ τὸν Θεό, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ φθάσῃ στὴν κοινωνία καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τὸν Θεό, ἄν προηγουμένως δὲν καθαρθῇ, γιατί, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «τέλος ἁγνείας θεολογίας ὑπόθεσις». Τόσο ἡ λεγομένη ἀποφατικὴ θεολογία ὅσο καὶ ἡ λεγομένη καταφατικὴ θεολογία προϋποθέτουν κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νέκρωση τῶν σαρκικῶν δυνάμεων.
Ἀκόμη, οἱ λειτουργικὲς τέχνες, ποὺ εἶναι ἔκφραση τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, εἶναι σταυρικές. Ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία, ἡ ὀρθόδοξη ἀρχιτεκτονική, ἡ ὀρθόδοξη ὑμνογραφία καὶ ψαλτικὴ προϋποθέτουν τὸν Σταυρό. Ἡ βάση ὅλων τῶν λειτουργικῶν τεχνῶν εἶναι στὰ στάδια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως, δηλαδὴ ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμός καὶ ἡ θέωση. Ἄν βλέπουμε αὐτὲς τὶς λειτουργικὲς τέχνες ἔξω ἀπὸ τὴν ὑπόστασή τους, τότε μᾶλλον ματαιοπονοῦμε καὶ δὲν βοηθούμεθα στὴν προσπάθεια νὰ σωθοῦμε.
Πιστεύω ὅτι δὲν ὑπάρχει νόημα ὅταν ἀντικαθιστοῦμε τὶς δυτικὲς θρησκευτικὲς τέχνες μὲ τὶς λεγόμενες βυζαντινές, ὅταν παράλληλα δὲν ἀγωνιζόμαστε νὰ βρισκόμαστε στὴν προοπτικὴ τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως. Τὸ νὰ ψάλλῃ κανεὶς ὀρθόδοξα καὶ παραδοσιακὰ προϋποθέτει ἕνα ἦθος. Καὶ αὐτὸ τὸ ἦθος δὲν τὸ κάνει ἡ ἐξωτερικὴ συμμόρφωση πρὸς μία παράδοση, ἀλλὰ κυρίως καὶ πρὸ παντὸς ὁ βαθμὸς τῆς συμμορφώσεώς μας πρὸς τὴν θεραπευτικὴ ἀγωγὴ ποὺ διαθέτει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἄλλωστε, ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία γνωρίζουμε καλὰ ὅτι οἱ εἰκόνες ἁγιάζουν τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὶς προσκυνᾶ μὲ δύο βασικὲς προϋποθέσεις. Ἡ πρώτη εἶναι ὅτι ὁ ἁγιασμὸς εἶναι μέθεξη τῆς θείας Χάριτος, δυνάμει τῆς ὑποστατικῆς ταυτότητας τῆς εἰκόνας μὲ τὸ τεθεωμένο ἀρχέτυπό της. Ἡ δεύτερη εἶναι ὅτι οἱ εἰκόνες ἁγιάζουν δυνάμει τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τοῦ προσκυνοῦντος. Ἄν ὁ ἄνθρωπος εἶναι στὸ στάδιο τῆς καθάρσεως, τότε βοηθεῖται γιὰ τὴν κάθαρση, ἄν βρίσκεται στὸ στάδιο τοῦ φωτισμοῦ βοηθεῖται γιὰ τὴν τελείωση αὐτοῦ τοῦ σταδίου καὶ ἄν βρίσκεται στὸ στάδιο τῆς θεώσεως ἀναπτύσσεται περισσότερο σ' αὐτό.
Φαίνεται, λοιπόν, καθαρὰ ὅτι ἡ προσκύνηση μιᾶς εἰκόνας, ἔστω κι ἄν εἶναι βυζαντινή, χωρὶς νὰ ὑπάρχουν αὐτὲς οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις, χωρίς, δηλαδή, νὰ γίνεται μέθεξη τῆς θείας Χάριτος, καὶ χωρὶς νὰ ἀκολουθῇ ὁ ἄνθρωπος τὴν θεραπευτικὴ - ἀσκητικὴ ἀγωγὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν προσφέρει πολλὰ πράγματα. Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς γίνεται μὲ ὅλες τὶς λειτουργικὲς τέχνες, τηρουμένων φυσικὰ τῶν ἀναλογιῶν.
Γενικὰ ἡ ὀρθόδοξη ζωὴ προϋποθέτει τὴν νέκρωση τῶν ἐξωτερικῶν αἰσθήσεων γιὰ νὰ ἐμφανισθοῦν καὶ νὰ ἀποκαλυφθοῦν οἱ ἐσωτερικὲς αἰσθήσεις, τὴν ἀποβολὴ τῆς φιλαυτίας πρὸς χάριν τῆς ἀγάπης, τὴν ὑπέρβαση τοῦ ἀτομισμοῦ καὶ τὴν μετάβαση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς στὴν ἀγάπη ποὺ δὲν ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, καὶ τὴν μεταμόρφωση ὅλων τῶν ψυχικῶν δυνάμεων, ὥστε ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν νὰ ὁδηγηθοῦν στὸ κατὰ φύσιν καὶ ὑπέρ φύσιν. Ὅλη αὐτὴ ἡ ζωή, ποὺ συνιστᾶ τὴν μετάνοια, λέγεται σταυρική καὶ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ. Δὲν πρόκειται ἁπλῶς γιὰ μιὰ τιμητικὴ ἐξωτερικὴ προσκύνηση τοῦ Σταυροῦ, ἀλλὰ γιὰ μυστηριακὴ βίωση τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας, δηλαδὴ τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ.
Ἐδῶ τίθεται ἕνα μεγάλο πρόβλημα: ἕνα Κράτος, ἔστω κι ἄν εἶναι χριστιανικό, ἔστω κι ἄν προσπαθῇ νὰ συντονισθῇ μὲ τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ, μπορεῖ στὴν πραγματικότητα νὰ βιώσῃ αὐτὴν τὴν σταυρικὴ ζωή;
Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ἔχει ἀποδείξει καθαρὰ ὅτι οἱ Χριστιανοὶ τῶν πρώτων αἰώνων βίωναν τὸν σταυρὸ τῆς πράξεως καὶ τῆς θεωρίας. Ἡ ἀνάγνωση τῶν κειμένων τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Ἀποστολικῶν Πατέρων τὸ φανερώνει καθαρά. Ἐπίσης, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν διωγμῶν ὑπῆρχε βίωση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ. Ἀλλὰ ὅταν ὁ Χριστιανισμὸς ἔγινε ἐπίσημη θρησκεία τοῦ Κράτους εἰσῆλθαν κάποιες σκοπιμότητες καὶ ἔτσι, παρὰ τὶς ὑπάρχουσες ἐξαιρέσεις, ἄρχισε νὰ ἐξασθενῇ τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ. Μιλάω γιὰ πολιτικὲς σκοπιμότητες γιατὶ ἡ λεγομένη Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία εἶχε κάνει τὴν ἐπιλογή της, ὅτι δηλαδὴ ἡ Ὀρθοδοξία ἔπρεπε νὰ ἀποτελῇ τὸ στοιχεῖο ἑνότητος τῶν κατοίκων της.
Ἀκριβῶς ὅμως ἑκείνη τὴν ἐποχὴ ἀναπτύχθηκε ὁ Μοναχισμὸς ποὺ εἶναι καρπός καὶ ἀποτέλεσμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς. Γι' αὐτὸ οἱ πρῶτοι Μοναχοὶ ὅταν συναντοῦσαν Χριστιανοὺς προερχομένους ἀπὸ τὸν κόσμο τοὺς ρωτούσανε ἄν ὑπάρχῃ Ἐκκλησία στὸν κόσμο. Βέβαια, γνώριζαν πολύ καλὰ ὅτι ὑπήρχαν Ναοί, ὅπου τελοῦνταν τὰ Μυστήρια, ἀλλὰ αὐτοὶ ρωτοῦσαν ἄν ὑπάρχῃ τὸ σταυρικὸ πολίτευμα, ἄν οἱ Χριστιανοὶ βίωναν τὴν πράξη καὶ τὴν θεωρία τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
Ἐπίσης ἡ διατύπωση τόσων ὅρων, ἀλλά καὶ ἡ δημιουργία τόσων Κανόνων δείχνει ὅτι ἄρχισε τότε ἡ ἐκκοσμίκευση στὴν χριστιανικὴ ζωή, ὁπότε ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς ἤθελε νὰ δημιουργήσῃ τὰ ὅρια ποὺ θὰ δείχνουν τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὴν πλάνη.
Μπορεῖ νὰ φανῇ παράξενο αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ στὴν συνέχεια. Ἡ προβολὴ τῆς διδασκαλίας τοῦ ἡσυχασμοῦ, ποὺ ἔγινε τὸν 14ον αἰῶνα ἀπὸ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ἦταν ἄριστη προετοιμασία τοῦ λαοῦ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ νὰ ἀντιμετωπίσῃ τὴν δυσκολία τῆς ὑποδουλώσεως στοὺς Τούρκους.
Καὶ ἐπειδὴ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἔχουμε τὴν ἐπάνοδο στὴν ἀσκητικὴ διάσταση τῆς Ὀρθοδοξίας, στὴν βίωση τοῦ πολιτεύματος τοῦ Σταυροῦ, γι' αὐτὸ στὴν πραγματικότητα ἡ ἡμέρα τῆς ὑποδουλώσεώς μας στοὺς Τούρκους μπορεῖ νὰ θεωρηθῇ Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Τότε χάθηκαν τὰ ἐξωτερικὰ στηρίγματα, ἡ ἐξωτερικὴ περίλαμπρη ἐπιφάνεια καὶ ἄρχισε νὰ φαίνεται καὶ νὰ βιώνεται τὸ ἐσωτερικὸ μεγαλεῖο, δηλαδὴ ἄρχισε νὰ βιώνεται ἡ πτωχεία μὲ ὅλη τὴν ὀρθόδοξη σημασία τῆς λέξεως.
Σήμερα, δυστυχῶς, παρατηροῦμε, ὅτι οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐμᾶς δὲν βιώνουμε τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ. Ἔχουμε θρησκειοποιήσει τὸν Χριστιανισμό, τὸν ἔχουμε ἐκκοσμικεύσει. Ὄχι μόνον ζητᾶμε προστασία ἀπὸ τὸ Κράτος, ἀλλὰ χάσαμε τὴν ἀσκητικὴ ζωή. Ἡ θεολογία, ἡ λατρευτικὴ ζωή, ὁ τρόπος ζωῆς μας δὲν εἶναι ἔκφραση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ, ἀλλὰ ἔκφραση μιᾶς ἀντισταυρικῆς ζωῆς. Κυριαρχοῦν οἱ ἐξωτερικὲς αἰσθήσεις, ἡ λογική, τὸ δικαίωμα καὶ τὸ θέλημα. Ἀπὸ ἐκεῖ προέρχονται ὅλα τὰ δεινά.
Δὲν θέλω νὰ ἀπαριθμήσω διάφορα περιστατικὰ τῆς σύγχρονης ζωῆς, ἀκριβῶς γιατὶ εἶναι γνωστὰ σὲ ὅλους μας. Ἐκεῖνο ποὺ θέλω νὰ πῶ εἶναι ὅτι ἄν δὲν μάθουμε τι εἶναι ὁ Σταυρὸς κι ἄν δὲ βιώσουμε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, δὲν θὰ μάθουμε ποτὲ τὶ εἶναι Ὀρθοδοξία καὶ ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ θέση μας μέσα σ' αὐτήν. Καί, φυσικά, δὲν θὰ μάθουμε τὶ εἶναι ἀνάσταση τῆς ψυχῆς, οὔτε τὶ εἶναι σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Καί, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἕνας ὁ ὁποῖος δὲν γνωρίζει ἐκ πείρας τὸν Θεό, δὲν ἔχει γνώση τῆς κτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς στὴν πραγματικότητα εἶναι ἄθεος. Ἄθεοι δὲν εἶναι μόνον ἐκεῖνοι ποὺ δὲν πιστεύουν στὸν Θεό, ἀλλά καὶ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἔχουν προσωπικὴ πείρα τοῦ Θεοῦ.
Τὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σταυρικό, δηλαδὴ στηρίζεται πάνω στὸν Σταυρό καὶ διαποτίζεται ἀπὸ αὐτόν. Καὶ ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς εἶναι σταυροφόρος, καρφωμένος πάνω στὸν Σταυρό. Ἐκεῖ αἰσθάνεται ἀναπαυμένος. Καὶ ἐπειδὴ εἶναι σταυρωμένος γι' αὐτὸ εἶναι καὶ ἐλεύθερος.
«Τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ» Ἀρχιμ. Ἰεροθέου Σ. Βλάχου