Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός | Ορθόδοξοι Πατέρες Our Lord Jesus Christ | Orthodox Fathers

»»»    Άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ

Άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ



Άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ Άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος τοῦ Σβὶρ γεννήθηκε τὴν 15η Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1448, ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἀμώς, τοῦ ὁποίου ἔλαβε καὶ τὸ ὄνομα στὸ ἅγιον Βάπτισμα. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπετέλεσε ἕναν φάρο τοῦ Μοναχισμοῦ στὰ ἀπρόσιτα δάση τοῦ Ρωσικοῦ Βορρᾶ, ζῶν στὴν κατὰ κόσμον ἀφάνεια, σὲ μία διαφορετική, ὅντως πνευματική, ἱστορικὴ διάστασι, ἀξιώθηκε δὲ ἐκπληκτικῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Οἱ γονεῖς του Στέφανος καὶ Βάσσα ἦσαν πτωχοὶ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ Μαντέρα, πλησίον τῆς λίμνης Λάντογκα, στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Ὀγιάτα, ἑνὸς παραποτάμου τοῦ ποταμοῦ Σβίρ. Ἀπέκτησαν υἱοὺς καὶ θυγατέρας, οἱ ὁποῖοι ἐνηλικιώθησαν καὶ ζοῦσαν πλέον μακρυὰ ἀπὸ τοὺς γονεῖς τους. Ὁ Στέφανος καὶ ἡ Βάσσα ἐπιθυμοῦσαν νὰ ἀποκτήσουν ἀκόμη ἕναν υἱό. Προσηύχοντο θερμῶς καὶ ἄκουσαν μία φωνὴ ἄνωθεν: «Χαῖρε, ζεῦγος, διότι θὰ γεννήσετε υἱόν, εἰς τοῦ ὁποίου τὴν γέννησιν ὁ Θεὸς θὰ δώση παράκλησιν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του».

Ὁ Ἀμώς, ὁ υἱὸς αὐτὸς τῆς ἐπαγγελίας, μεγάλωνε ὡς ἕνα ἐξαιρετικὸ παιδί. Ἦταν πάντοτε ὑπάκουος καὶ εὐγενικός, ἀπέφευγε παιγνίδια, ἀστεῖα καὶ ἄσχημες συζητήσεις, φοροῦσε πτωχικὰ ροῦχα καὶ τόσο ἀδυνάτιζε ἀπὸ τὴν νηστεία, ὥστε προξενοῦσε τὴν ἀνησυχία τῆς μητέρας του.

Ὅταν ἐνηλικιώθηκε, συναντήθηκε κάποτε μὲ μερικοὺς Μοναχοὺς ἀπὸ τὴν Μονὴ τοῦ Βαλαάμ, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἔλθει στὴν περιοχή του γιὰ νὰ ἀγοράσουν προμήθειες καὶ γιὰ ἄλλες ἐργασίες τῆς Μονῆς. Τὸ Βαλαάμ, ὁ «Ἄθως τοῦ Βορρᾶ», ἦταν ἤδη γνωστὸ ὡς ἕνα Μοναστήρι βαθειᾶς εὐσεβείας καὶ αὐστηρῆς ἀσκητικῆς ζωῆς. Ἀφοῦ συνωμίλησε μὲ τοὺς Μοναχούς, ὁ νεαρὸς Ἀμὼς ἐθέλχθη ἀπὸ τὶς διηγήσεις τους περὶ τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀπομονωμένης ζωῆς τῶν ἐρημιτῶν. Ἐγνώριζε ὅτι οἱ γονεῖς του εἶχαν προγραμματίσει νὰ τὸν νυμφεύσουν, καὶ ἔτσι ἔφυγε κρυφὰ γιὰ τὸ Βαλαὰμ σὲ ἡλικία δεκαεννέα ἐτῶν, ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχή τους γιὰ νὰ μεταβῆ δῆθεν σὲ ἕνα κοντινὸ χωριό. Ὅταν πέρασε τὸν ποταμὸ Σβίρ, στὶς ὄχθες τῆς λίμνης Ροσίνσκ, ἄκουσε μία μυστηριώδη φωνή, ἡ ὁποία τοῦ εἶπε ὅτι θὰ κτίση ἕνα Μοναστήρι ἀργότερα στὸ μέρος αὐτὸ καὶ ἕνα μεγάλο φῶς τὸν ἐκάλυψε. Κατόπιν, ἕνας Ἄγγελος τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν μορφὴ ταξιδιώτου, τοῦ ἐνεφανίσθη καὶ τοῦ ἔδειξε τὸν δρόμο γιὰ τὸ νησί, ὅπου εὑρίσκετο ἡ Μονὴ τοῦ Βαλαάμ. Ὁ Ἀμὼς ἔζησε στὴν Μονὴ γιὰ ἑπτὰ χρόνια ὡς δόκιμος, διάγων μία αὐστηρὴ ζωή. Τὶς ἡμέρες ἐργαζόταν μὲ ὑπακοὴ καὶ τὶς νύκτες ἀγρυπνοῦσε καὶ προσηύχετο. Μερικὲς φορές, προσηύχετο στὸ δάσος μὲ ἀκάλυπτο στῆθος, καλυπτόμενος ἀπὸ κουνούπια καὶ σκνῖπες, ὥς τὸ πρωϊνὸ κελάϊδισμα τῶν πουλιῶν. Ὁ Ἀμὼς ἐκάρη Μοναχὸς τὸ 1474, σὲ ἡλικία 26 ἐτῶν καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Ἀλέξανδρος. Μετὰ ἀρκετὰ ἔτη ἀπὸ τὴν φυγή του ἐκ τοῦ κόσμου, οἱ γονεῖς του ἔμαθαν τελικὰ ἀπὸ Καρελιανοὺς ἐπισκέπτας τοῦ χωριοῦ τους, ποῦ εὑρίσκετο ὁ υἱός τους. Ἀκολουθοῦντες τὸ παράδειγμά του, ἐκάρησαν καὶ αὐτοὶ Μοναχοὶ μὲ τὰ ὀνόματα Σέργιος καὶ Βαρβάρα. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, μετὰ τὴν κοίμησί τους, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου τῆς Μονῆς, ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕνα ἐρημικὸ νησί, τὸ λεγόμενο «Ἁγία Νῆσος», ὅπου ἔκτισε ἕνα κελλὶ στὴν σχισμὴ ἑνὸς κρημνοῦ καὶ ἐκεῖ συνέχισε τὰ πνευματικά του ἀθλήματα. Μέχρι σήμερα σώζεται αὐτὴ ἡ μικρὴ σκοτεινὴ σπηλιά, στὴν ὁποῖα χωρᾶ ἕνας μόνον ἄνθρωπος μὲ δυσκολία. Ἐπίσης, σώζεται ἐκεῖ καὶ ὁ τάφος, τὸν ὁποῖον ὁ Ἅγιος ἔσκαψε γιὰ τὸν ἑαυτό του.

Κάποτε, εὑρισκόμενος ὁ Ἅγιος σὲ κατάστασι προσευχῆς, ἄκουσε μία θεία φωνή, ἡ ὁποία τοῦ εἶπε: «Ἀλέξανδρε, ἀναχώρησε ἀπὸ ἐδῶ καὶ πήγαινε στὸ μέρος ποὺ σοῦ ὑποδείχθηκε πρίν, στὸ ὁποῖο μπορεῖς νὰ σωθῆς». Ἕνα μεγάλο φῶς τοῦ ὑποδείκνυε τὸ μέρος νοτιοανατολικά, στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Σβίρ. Ἔτσι, τὸ 1485, σὲ ἡλικία 37 ἐτῶν, ὁ Ἅγιος ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Βαλαὰμ καὶ μετέβη στὸ μέρος, ὅπου τοῦ ὑποδείχθηκε, στὶς ὄχθες τῆς ὡραίας λίμνης Ροσίνσκ, πλησίον τοῦ ποταμοῦ Σβίρ. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος ἔκτισε μία καλύβη καὶ παρέμεινε στὴν ἀπομόνωσι γιὰ ἑπτὰ ἀκόμη ἔτη, τρώγοντας μόνον ὅ,τι συνέλεγε ἀπὸ τὸ δάσος. Κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, ὁ Ἅγιος ὑπέστη ὀδυνηρὲς δοκιμασίες ἀπὸ τήν πεῖνα, τὸν παγετό, τὶς ἀρρώστιες καὶ τοὺς δαίμονες. Ὅμως ὁ Κύριος συνεχῶς ἐνίσχυε τὴν πνευματικὴ καὶ σωματικὴ δύναμι τοῦ δικαίου Αὐτοῦ. Κάποτε, ὅταν δοκιμαζόταν ἀπὸ φρικτὲς ἀδυναμίες, δὲν μποροῦσε ὄχι μόνον νὰ ἀνασηκωθῆ ἀπὸ τὸ ἔδαφος, ἀλλὰ οὔτε τὸ κεφάλι του νὰ ἀνορθώση. Ἁπλῶς, κειτόταν ἀκίνητος καὶ πρόφερε τοὺς Ψαλμούς. Τότε τοῦ ἐνεφανίσθη ἕνας ἔνδοξος ἄνδρας. Τοποθέτησε τὸ χέρι του ἐπάνω του, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἔτσι τὸ ἐθεράπευσε.

Ἕνας γαιοκτήμων ἀπὸ ἐκεῖ πλησίον, ὁ Ἀνδρέας Ζαβαλίσιν, συνέβη κάποτε νὰ κυνηγᾶ μία ἔλαφο καὶ εὑρέθη στὴν καλύβη τοῦ Ἁγίου. Ὁ Ἀνδρέας εἶπε στὸν Ἅγιο γιὰ ἕνα φῶς ποὺ εἶχε ἰδεῖ ἄλλοτε στὸ μέρος αὐτό, καὶ τὸν παρεκάλεσε νὰ τοῦ ὁμιλήση γιὰ τὴν ζωή του. Ἀπὸ τότε, ὁ εὐσεβὴς Ἀνδρέας ἄρχισε νὰ ἐπισκέπτεται τὸν Ἅγιο Ἀλέξανδρο συχνά, τελικὰ δέ, μὲ τὴν καθοδήγησι τοῦ Ἁγίου, μετέβη στὸ Βαλαάμ, ὅπου ἐκάρη Μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἀδριανός. Ἀργότερα, ἵδρυσε τὴν Μονὴ τοῦ Ὀντρούσωβ καὶ διῆγε μία ὁσιακὴ ζωή, συγκαταριθμιθεὶς στοὺς Ἁγίους. Ἡ μνήμη του ὁποίου τελεῖται τὴν 26η Αὐγούστου καὶ τὴν 17η Μαΐου.

Ὁ Ἀνδρέας Ζαβαλίσιν δὲν τήρησε σιωπὴ γιὰ τὸν ἀσκητὴ ποὺ ἀνακάλυψε, παρὰ τὴν ὑπόσχεσι ποὺ εἶχε δώσει. Τὰ νέα γιὰ τὸν δίκαιο διαδόθηκαν εὐρέως καὶ πολλοὶ Μοναχοὶ ἄρχισαν νὰ συγκεντρώνωνται γύρω ἀπὸ τὸν Ἅγιο. Ἐν τούτοις, ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀδελφοὺς καὶ κατοίκησε σὲ μία κοντινὴ περιοχή, ὅπου συνάντησε ἕνα πλῆθος πειρασμῶν. Οἱ δαίμονες ἐλάμβανεν θηριώδεις μορφές, σφύριζαν ὡς ὄφεις, γιὰ νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ ἐγκαταλείψη τὸν προωρισμένο αὐτὸ τόπο. Ὅμως, ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου τοὺς ἔκαιγε καὶ τοὺς διεσκόρπιζε σὰν πύρινη φλόγα.

Τὸ ἔτος 1508, σὲ ἡλικία 60 ἐτῶν καὶ 23 ἔτη ἀφ᾿ ὅτου ὁ Ἅγιος εἶχε ἔλθει στὴν ἐρημικὴ αὐτὴ τοποθεσία,
τοῦ ἐνεφανίσθη ἡ Ζωοποιὸς Ἁγία Τριάς! Τὸ μέγα αὐτὸ θαῦμα ἔγινε ὡς ἑξῆς. Μία νύκτα προσηύχετο στὴν καλύβη του. Ξαφνικά, ἕνα δυνατὸ φῶς ἔλαμψε καὶ ὁ Ἅγιος εἶδε Τρεῖς Ἄνδρας, ἐνδεδυμένους ἀπαστράπτοντας λευκοὺς χιτῶνας, οἱ ὁποῖοι τὸν ἐπλησίαζαν. Ἔκλαμπροι μὲ οὐράνια Δόξα, φεγγοβολοῦσαν μὲ καθαρὴ λαμπρότητα ὑπὲρ τὸν ἥλιον. Ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ Αὐτούς, κρατοῦσε στὸ χέρι Του σκῆπτρο! Ὁ Ἅγιος ἔπεσε κάτω μὲ τρόμο καὶ ὅταν συνῆλθε, ἔβαλε βαθειὰ μετάνοια ἕως ἐδάφους. Ἀνασηκώνοντάς τον ἀπὸ τὸ χέρι οἱ Ἄνδρες τοῦ εἶπαν:
«Ἔχε πίστιν, εὐλογημένε, καὶ μὴ φοβῆσαι!».
Εἶπαν στὸν Ἅγιο νὰ κτίση μία Ἐκκλησία καὶ μία Μονή. Ὁ Ἅγιος ἔπεσε στὰ γόνατα, διαμαρτυρόμενος γιὰ τὴν ἀναξιότητά του, ὅμως ὁ Κύριος τὸν ἀνεσήκωσε καὶ τοῦ παρήγγειλε νὰ ἐκπληρώση τὶς ἐντολές. Ὁ Ἅγιος ἐρώτησε σὲ ποιό ὄνομα θὰ ἔπρεπε νὰ ἀφιερωθῆ ὁ Ναός. Ὁ Κύριος τοῦ εἶπε:
«Ἀγαπημένε, ὅπως βλέπεις σοῦ ὁμιλεῖ ὁ Ἕνας σὲ Τρία Πρόσωπα, γι᾿ αὐτὸ νὰ κατασκευάσης τὸν Ναὸ στὸ Ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς Ὁμοουσίου Τριάδος. Σοῦ ἀφήνω τὴν εἰρήνη καὶ τὴν εἰρήνη Μου σοῦ δίδω!».
Καὶ ἀμέσως ὁ Ἅγιος εἶδε τὸν Κύριο μὲ ἀνοιγμένα πτερὰ νὰ διέρχεται τὸ ἔδαφος καὶ νὰ γίνεται ἄφαντος! Στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας αὐτὴ ὁ ἐμφάνισις θεωρεῖται ὡς μοναδική. Μετὰ τὴν ὅρασι αὐτὴ ὁ Ἅγιος ἄρχισε νὰ σκέπτεται ποῦ νὰ κτίση τὸν Ναό. Κάποτε, ἐνῶ προσηύχετο, ἄκουσε μία φωνὴ ἄνωθεν, κοίταξε στὸν οὐρανὸ καὶ εἶδε ἕναν Ἄγγελο τοῦ Θεοῦ μὲ μοναχικὸ μανδύα καὶ κουκούλι, ὅπως αὐτὸν ποὺ εἶχε ἰδεῖ ἄλλοτε ὁ Ἅγιος Παχώμιος. Ὁ Ἄγγελος στάθηκε στὸν ἀέρα καὶ μὲ ἀνοικτὰ τὰ πτερὰ καὶ ἀνυψωμένα τὰ χέρια, ἀνεφώνησε:
«Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός, Ἀμήν»!
Κατόπιν, ἐστράφη στὸν Ἅγιο καὶ τοῦ εἶπε:
«Κτῖσε ἐδῶ τὴν Ἐκκλησία στὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος σοῦ ἐνεφανίσθη σὲ Τρία Πρόσωπα, Πατὴρ Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, ἡ Ἀδιαίρετος Τριάς».
Καὶ κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ τρεῖς φορὲς πάνω στὸ μέρος ποὺ τοῦ ἔδειξε, ἔγινε ἄφαντος.

Τὸ ἴδιο ἐκεῖνο ἔτος ἀνηγέρθη στὸ τόπο αὐτὸ μία ξύλινη Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας καὶ Ζωοποιοῦ Τριάδος, ἡ ὁποία τὸ 1526 ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ μία λιθόκτιστη. Κατὰ τὸ διάστημα ἐκεῖνο, οἱ Ἀδελφοὶ ἄρχισαν νὰ προτρέπουν τὸν Ἅγιο Ἀλέξανδρο νὰ δεχθῆ τὴν Ἱερωσύνη. Γιὰ πολὺ καιρὸ προέβαλε ἄρνησι, θεωρῶν τὸν ἑαυτόν του ἀνάξιο. Τότε οἱ Ἀδελφοὶ παρεκάλεσαν τὸν Ἅγιο Σεραπίωνα, Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Νόβγκοροντ, νὰ πείση τὸν Ἅγιο νὰ δεχθῆ τὸν βαθμό. Καὶ ἔτσι, ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ταξίδευσε στὸ Νόβγκοροντ, ὅπου ἐδέχθη τὴν χειροτονία τοῦ Πρεσβυτέρου ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀρχιερέα. Ὀλίγο ἀργότερα, οἱ Ἀδελφοὶ τοῦ ἐζήτησαν νὰ γίνη Ἡγούμενός τους. Ὡς Ἡγούμενος, ὁ Ἅγιος ἔγινε περισσότερο ταπεινὸς ἀπ᾿ ὅ,τι προηγουμένως. Τὰ ἐνδύματά του ἦταν ὅλα ἀπὸ ράκη καὶ κοιμόταν στὸ γυμνὸ ἔδαφος. Ὁ ἴδιος μαγείρευε, ζύμωνε καὶ ἔψηνε τὸ ψωμί. Κάποτε, δὲν ὑπῆρχαν τὰ ἀπαιτούμενα καυσόξυλα καὶ ὁ Οἰκονόμος τοῦ εἶπε νὰ στείλη κάποιον ἀργόσχολο Μοναχὸ νὰ μαζέψη. Τότε ὁ Ἅγιος εἶπε: «Ἐγὼ εἶμαι ἀργόσχολος», καὶ ἄρχισε νὰ κόβη ξύλα. Ἄλλοτε, κουβαλοῦσε τὸ νερό. Ὅταν πάλι οἱ Ἀδελφοὶ πήγαιναν γιὰ ὕπνο, αὐτὸς συχνὰ ἄλεθε ἀλεύρι μὲ τοὺς χειρόλιθους γιὰ νὰ ἔχουν περισσότερο ψωμί. Τὶς νύκτες, γύριζε στὰ κελλιὰ τῶν Ἀδελφῶν καὶ ἄν ἄκουγε κάπου ἀργολογίες, κτυποῦσε ἐλαφρὰ τὴν πόρτα καὶ ἀναχωροῦσε, ὅμως τὸ πρωῒ παρατηροῦσε τοὺς ἐνόχους καὶ τοὺς ἐκανόνιζε.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, πρὸς τὸ τέλος τῶς ζωῆς του, ἀποφάσισε νὰ κτίση μία πέτρινη Ἐκκλησία στὴν Ἁγία Σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἕνα βράδυ, ἀφοῦ ἀπήγγειλε τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας Θεοτόκου καὶ κάθισε νὰ ἀναπαυθῆ στὸ κελλί, εἶπε ξαφνικὰ στὸν ὑποτακτικό του Ἀθανάσιο:
«Τέκνον, πρόσεχε καὶ ἐπαγρύπνα, διότι κατ᾿ αὐτὴν τὴν ὥρα θὰ ἔχουμε μία θαυμαστὴ καὶ ἐκπληκτικὴ ἐπίσκεψι!».
Τότε, ἦλθε μία φωνὴ σὰν βροντή:
«Ἰδού, ὁ Κύριος καὶ ἡ Μητέρα Αὐτοῦ ἔρχονται!».
Ὁ Ἅγιος ἔσπευσε στὴν εἴσοδο τοῦ κελλιοῦ. Ἕνα μεγάλο φῶς τὸ περιέλαμψε, τὸ ὁποῖο καταύγασε ὅλο τὸ Μοναστήρι περισσότερο λαμπρὰ ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου. Ὁ Ἅγιος εἶδε τότε τὴν Πάναγνο Μητέρα τοῦ Θεοῦ πάνω ἀπὸ τὰ θεμέλια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σκέπης, νὰ κάθεται στὸν τόπο τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, σὰν Βασίλισσα στὸν Θρόνο Της. Στὴν θεία Της Ἀγκάλη ἐβάσταζε ὡς Βρέφος τὸν Χριστό, καὶ ἕνα πλῆθος Ἀγγέλων ἵστατο ἐνώπιον τῆς λαμπρότητός Της μὲ ἀπερίγραπτη φωτεινότητα!... Ὁ Ἅγιος ἔπεσε κάτω, μὴ μπορώντας νὰ ὑποφέρη τὸ μέγα φῶς. Ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου εἶπε:
«Ἐγέρθητι, ἐκλεκτὲ τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ μου. Ἦλθα ἐδῶ γιὰ νὰ σὲ ἐπισκεφθῶ, ἀγαπημένε μου, καὶ νὰ κοιτάξω τὰ θεμέλια τῆς Ἐκκλησίας Μου. Ἔχω δεηθῆ γιὰ τοὺς μαθητές σου καὶ γιὰ τὸ Μοναστήρι. Ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς θὰ ὑπάρχη ἀφθονία· ὄχι μόνον κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς σου, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸν θάνατό σου. Ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη ἡ Μονή σου, θὰ τῆς παρέχεται μὲ ἀφθονία. Ἴδε καὶ ἐπίβλεψε προσεκτικὰ πόσο πολλοὶ Μοναχοὶ συγκεντρώνονται στὸ ποίμνιό σου. Πρέπει νὰ τοὺς καθοδηγῆς στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας στὸ Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος».
Ὁ Ἅγιος σηκώθηκε καὶ εἶδε ἕνα μεγάλο πλῆθος Μοναχῶν. Τότε, τοῦ εἶπε πάλι ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ:
«Ἀγαπημένε μου, ἅν κάποιος μεταφέρη ἔστω καὶ ἕνα τοῦβλο γιὰ τὸ κτίσιμο τῆς Ἐκκλησίας μου, στὸ Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ Μου, ὁ μισθός του δὲν θὰ χαθῆ»! Κατόπιν, ἔγινε Ἄφαντη.

Πρὸ τῆς Κοιμήσεώς του, ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἐπέδειξε θαυμαστὴ ταπείνωσι. Συγκέντρωσε τοὺς Ἀδελφοὺς καὶ τοὺς εἶπε: «Νὰ δέσετε τὸ ἁμαρτωλό μου σῶμα ἀπὸ τὰ πόδια καὶ νὰ τὸ σύρετε σὲ μία ἑλώδη λόχμη καὶ ἀφοῦ τὸ καλύψετε μὲ δέρματα νὰ τὸ πετάξετε μέσα».
Οἱ Ἀδελφοὶ ἀπήντησαν: «Ὄχι, Πάτερ, αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνη».
Τότε ὁ Ἅγιος Ἀσκητὴς τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ κρατήσουν τὸ σῶμα του στὸ Μοναστήρι, ἀλλὰ νὰ τὸ τοποθετήσουν σὲ ἀπομονωμένο μέρος, στὸν Ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀνεχώρησε γιὰ τὴν Οὐράνιο Βασιλεία τὴν 30ὴ Αὐγούστου τοῦ 1533, σὲ ἡλικία 85 ἐτῶν. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος τοῦ Σβὶρ ἐδοξάσθη μὲ θαυμαστὰ σημεῖα καὶ θαύματα κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του καὶ μετὰ τὴν Κοίμησί του. Τὸ 1545, ὁ μαθητὴς καὶ διάδοχός του Ἡγούμενος Ἡρωδίων συνέθεσε τὸν Βίο του. Τὸ 1547 ἄρχισε ὁ τοπικὸς ἑορτασμὸς τῆς μνήμης του καὶ συνετέθη ἡ Ἀκολουθία του. Στὶς 17 Ἀπριλίου τοῦ 1641, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀνακαινίσεως τοῦ Ναοῦ τῆς Μεταμορφώσεως, ὅπου ὁ Ἅγιος εἶχε ταφῆ, ἀποκαλύφθηκε τὰ ἅγιο Λείψανό του σὲ κατάστασι πλήρους Ἀφθαρσίας· ἔκτοτε, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν μνήμη του δύο φορές: τὴν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεώς του, 30ὴ Αὐγούστου, καὶ τὴν ἡμέρα τῆς ἐπισήμου διακηρύξεως τῆς Ἁγιότητός του καὶ τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἱεροῦ Λειψάνουτου, 17η Ἀπριλίου. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, ὅπως τοῦ ὑποσχέθηκε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἄφησε πίσω του μεγάλο πλῆθος μαθητῶν, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἡγίασαν καὶ τιμῶνται μέχρι σήμερα ἀπο τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ἐπὶ γῆς ὡς Ἅγιοι.

Ἔκτοτε, τὸ ἀδιάφθορο ἅγιο Λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου ἀποτελοῦσε πηγὴ ἁγιασμοῦ, προσκυνήσεως καὶ θεραπείας : οἱ τυφλοὶ ἐλάμβαναν τὸ φῶς τους, οἱ παραλυτικοὶ ἐλάμβαναν τὴν δύναμι τῶν ποδῶν τους, καὶ ὅσοι ἔπασχαν ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀσθένεια, ἐλάμβαναν τὴν πλήρη ἴασι. Οἱ δαίμονες ἔφευγαν ἀπὸ τοὺς δαιμονισμένους καὶ στεῖρες γυναῖκες συνελάμβαναν. Θαυμαστὸς εἶναι ὁ Πανάγαθος Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ, ὁ Ὁποῖος ἐδόξασε τὸν δοῦλον Αὐτοῦ σὲ αὐτὴ τὴν ἐφήμερη ζωὴ μὲ θαύματα καὶ σημεῖα, τὰ ὁποῖα ἐγίνοντο διὰ τῶν χειρῶν του. Καὶ μετὰ τὸν θάνατό του ἀκόμη ἀξίωσε νὰ τοποθετηθῆ τὸ πάντιμο καὶ ἱερὸ Σκήνωμά του στὴν Ἐκκλησία Του, γιὰ νὰ καταυγάζη ἀπὸ ἐκεῖ, ὡς μέγας φάρος, μὲ τὰ πανένδοξα Θαύματά του!.


 



Ὅλα ἀρχίζουν ἐδῶ

Κάθε λογισμὸς καὶ κάθε αἴσθηση ὁδηγοῦν σταδιακὰ τὴν ψυχὴ εἴτε πρὸς τὸν παράδεισο εἴτε πρὸς τὴν κόλαση.

Ἄν ὁ λογισμὸς εἶναι ἔλλογος, τότε συνδέει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεὸ Λόγο, μὲ τὸν ὕψιστο Λογισμό, μὲ τὴν Παναξία, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἤδη ὁ παράδεισος.

παράδεισος

Ἐάν πάλι εἶναι ἄλογος ὁ λογισμὸς ἤ καὶ παράλογος, τότε συνδέει ἀναπόφευκτα τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Παράλογο, τὸν Ἀνόητο, μὲ τὸν διάβολο, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἤδη ἡ κόλαση.

Ὅσα ἰσχύουν γιὰ τὸν λογισμὸ, ἰσχύουν καὶ γιὰ τις αἰσθήσεις. Ὅλα ἀρχίζουν ἐδῶ, ἀπὸ τὴν γῆ: καὶ ὁ παράδεισος μὰ καὶ ἡ κόλαση τοῦ ἀνθρώπου.

Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Ο Ζυγός της Δικαιοσύνης

Ο Ζυγός της Δικαιοσύνης

Η Θεία Λειτουργία

The Arabic Divine Liturgy of St. John Chrysostomos

The Turkish Divine Liturgy of St. John Chrysostomos

 

Άγιοι Τόποι

24 Ώρες στους Αγίους Τόπους, Οδοιπορικό σε Μονές 20/04/2019

24 Ώρες στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων 25/04/2019

24 Ώρες στα Βήματα του Χριστού 27/04/2019

Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Ἐγὼ πατὴρ, ἐγὼ ἀδελφὸς, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφὴ, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ῥίζα, ἐγὼ θεμέλιος, πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ· μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγὼ καὶ δουλεύσω· ἦλθον γὰρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. Ἐγὼ καὶ φίλος, καὶ μέλος, καὶ κεφαλὴ, καὶ ἀδελφὸς, καὶ ἀδελφὴ, καὶ μήτηρ, πάντα ἐγώ· μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σέ· καὶ ἀλήτης διὰ σέ· ἐπὶ σταυροῦ διὰ σὲ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ· ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρὶ, κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σὺ, καὶ ἀδελφὸς, καὶ συγκληρονόμος, καὶ φίλος, καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις; τί τὸν φιλοῦντα ἀποστρέφῃ; τί τῷ κόσμῳ κάμνεις; τί εἰς πίθον ἀντλεῖς τετρημένον;  περισσότερα »»»

Η Ελλάδα και ο Υμνος της Ελευθερίας

Ελληνική σημαία - Ελλάς - Ελευθερία

You are missing some Flash content that should appear here! Perhaps your browser cannot display it, or maybe it did not initialize correctly.

Υπεραγία Παρθένος Θεοτόκος Μαρία

Κύριος διασκεδάζει βουλὰς ἐθνῶν, ἀθετεῖ δὲ λογισμοὺς λαῶν καὶ ἀθετεῖ βουλὰς ἀρχόντων· ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει, λογισμοὶ τῆς καρδίας αὐτοῦ εἰς γενεὰν καὶ γενεάν. (Ψαλ. 32, 10-11)

εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἔστιν ἀπίστου χείρων. (Τιμ.Α 5,8)

Ἅγιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας

Οἱ ἄνθρωποι καταχρηστικά λέγονται λογικοί. Δεν εἶναι λογικοὶ ὅσοι ἔμαθαν ἀπλῶς τὰ λόγια καὶ τὰ βιβλία τῶν ἀρχαίων σοφῶν, ἀλλ' ὅσοι ἔχουν τὴ λογικὴ ψυχὴ καὶ μποροῦν νὰ διακρίνουν ποιὸ εἶναι τὸ καλὸ καἰ ποιὸ τὸ κακό καὶ ἀποφεύγουν τὰ πονηρὰ καὶ βλαβερὰ στὴν ψυχή, τὰ δὲ ἀγαθὰ καὶ ψυχωφελῆ, τὰ ἀποκτοῦν πρόθυμα μὲ τὴ μελέτη καὶ τὰ ἐφαρμόζουν μὲ πολλὴ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό. Αὐτοὶ μόνοι πρέπει νὰ λέγονται ἀληθινὰ λογικοὶ ἄνθρωποι.

St Antony the Great

Ἐφ᾿ ὅσον ἐννοεῖς τὰ περὶ Θεοῦ, νὰ εἶσαι εὐσεβής, χωρὶς φθόνο, ἀγαθός, σώφρων, πράος, χαριστικὸς κατὰ δύναμιν, κοινωνικός, ἀφιλόνεικος καὶ τὰ ὅμοια. Διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ἀπαραβίαστο ἀπόκτημα τῆς ψυχῆς, νὰ ἀρέσει στὸ Θεὸ μὲ τέτοιες πράξεις καὶ μὲ τὸ νὰ μὴν κρίνει κανέναν καὶ νὰ λέει γιὰ κανέναν, ὅτι ὁ δείνα εἶναι κακὸς καὶ ἁμάρτησε. Ἀλλὰ καλλίτερο εἶναι νὰ συζητᾶμε τὰ δικά μας κακά, καὶ νὰ ἐρευνᾶμε μέσα μας τὴ δική μας πολιτεία, ἐὰν εἶναι ἀρεστὴ στὸ Θεό. Διότι, τί μᾶς μέλει ἐμᾶς, ἐὰν ὁ ἄλλος εἶναι πονηρός;

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Ἡ αἰωνιότητα εἶναι φρικιαστικὴ δίχως Θεάνθρωπο, γιατὶ καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι φοβερὸς δίχως τὸν Θεάνθρωπο. Καθετὶ τὸ ἀνθρώπινο, μονάχα στὸν Θεάνθρωπο ἔχει τὴν τελικὴ καὶ λογικὴ του ἑρμηνεία. Δίχως τὸν θαυμαστὸ Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὅλα τὰ ἀνθρώπινα μεταβάλλονται ἀναπόφευκτα σὲ χάος, σὲ φρίκη, σὲ θάνατο, σὲ κόλαση: ἡ φρόνηση σὲ ἀφροσύνη, ἡ αἴσθηση σὲ ἀπόγνωση, ἡ ἐπιθυμία σὲ αὐτοδιάσπαση μέσα ἀπὸ τὴν αὐτοθέωση ἤ τὴν αὐτοεξουθένωση.

περισσότερα